Μεταφρασμένος τίτλος: «Το μυστικό της Μέιζι»
Σκηνοθεσία: Σκοτ ΜακΓκίχι, Ντέιβιντ Σίγκελ
Παίζουν: Ονάτα Έιπριλ, Τζούλιαν Μουρ, Στιβ Κούγκαν, Τζοάνα Βάντερχαμ, Αλεξάντερ Σκάρσγκααρντ
Διάρκεια: 99΄
Η μικρή Μέιζι μοιάζει να βρίσκεται συνεχώς τη λάθος στιγμή στο λάθος μέρος. Οι δυο γονείς της δεν ξεχνούν να επαναλαμβάνουν πόσο πολύ την αγαπάνε, αλλά όταν δεν σκοτώνονται μεταξύ τους, είναι τόσο απορροφημένοι με την προσωπική τους ζωή και την καριέρα τους (αυτή μουσικός, αυτός έμπορος έργων τέχνης) που με δυσκολία βρίσκουν λίγο χρόνο για να περάσουν μαζί της. Το διαζύγιο έρχεται σύντομα, αλλά κανείς από τους δυο δεν μοιάζει ικανός να μπορεί να τη μεγαλώσει, διότι αυτό προϋποθέτει χρόνο και προσπάθεια και κανείς από τους δυο δεν μοιάζει διατεθειμένος για κάτι από τα δύο. Έτσι η Μέιζι όταν δεν γίνεται μπαλάκι του πινγκ-πονγκ μεταξύ των δυο εγωπαθών γονέων, μεγαλώνει με την γκουβερνάντα, η οποία διατηρεί ειδύλλιο με τον πατέρα, και με τον νέο σύντροφο της μητέρας. Ναι, ακούγεται μπάχαλο, διότι είναι μπάχαλο.
Ένα από τα προβλήματα με τους γονείς είναι ότι όλοι μπορούν να γίνουν, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως ξέρουν ή θέλουν να μάθουν πώς να το κάνουν. Προφανώς και θα επαναλαμβάνουν σε κάθε περίπτωση πόσο αγαπούν το παιδί τους και πόσο σημαντικό είναι για αυτούς, αλλά η δύναμη των λόγων εξαντλείται πολύ γρήγορα και σύντομα οι λέξεις μοιάζουν με υποσχέσεις γραφικών πολιτικών. Στη χειρότερη περίπτωση οι γονείς βλέπουν τα παιδιά τους ως ένα σφουγγάρι που μπορεί να ρουφήξει όλες τους τις αδυναμίες και να ικανοποιήσει το τεράστιο Εγώ. Στη χειρότερη περίπτωση βλέπουν τα παιδιά ως ένα απύθμενο πηγάδι στο οποίο μπορούν να ρίξουν όλα τα καταπιεσμένα απωθημένα τους και κόμπλεξ. Και τέλος στη χειρότερη περίπτωση βλέπουν τα παιδιά τους όχι ως ανεξάρτητες οντότητες, αλλά ως λύση στα προβλήματά τους.
Το θέμα των διαζυγίων και των προβληματικών γονέων έχει ουκ ολίγες φορές αποτυπωθεί στον κινηματογράφο (παρεμπιπτόντως δείτε την εξαιρετική και απολαυστική ταινία «The Squid and the Whale» του Νόα Μπάουμπαχ με τους Τζεφ Ντάνιελς και Λόρα Λίνεϊ), όπως επίσης και των παιδιών που γίνονται έρμαια των διαθέσεων των μεγάλων. Κι όμως υπάρχει κάτι φρέσκο εδώ και οφείλω να ομολογήσω πως ήμουν πολύ καχύποπτος πριν δω την ταινία. Το φρέσκο βρίσκεται στις χαώδεις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των χαρακτήρων και ιδιαίτερα στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων της μητέρας και του πατέρα, οι οποίοι πλέουν σε γκρίζες ζώνες εγκλωβισμένοι στον ίδιο του τον εαυτό. Επίσης υπάρχει το αδιανόητο μούτρο της πιτσιρίκας Ονάτα Έιπριλ η οποία όχι μόνο «γράφει» απίστευτα στο φακό, αλλά εκπέμπει και μια τεράστια γκάμα συναισθημάτων. Πάντα αναρωτιόμουν πώς γίνεται και στις αμερικάνικες ταινίες υπάρχουν τόσα εκπληκτικά παιδιά και η Έιπριλ σκίζει με τον πιο αληθινό και αυθεντικό τρόπο.
Φυσικά η επιτυχία της ταινίας πέρα από το μούτρο του μικρού κοριτσιού οφείλεται στην ισορροπημένη σκηνοθετική προσέγγιση των δυο σκηνοθετών οι οποίοι κρατούν σωστά την απόστασή τους από το θέμα (εξαίρεση αποτελεί το φινάλε, αλλά δεν μπορούμε να τα θέλουμε και όλα δικά μας) και στις εξαιρετικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών. Η Τζούλιαν Μουρ είναι σταθερή αξία, ο Στιβ Κούγκαν επίσης (αν και μικρότερου βεληνεκούς), αλλά η έκπληξη έρχεται από την εξαιρετική Τζοάνα Βάντερχαμ και τον γοητευτικό Αλεξάντερ Σκάρσγκααρντ, ο οποίος μοιάζει λίγο με τον πατέρα του, Στέλαν Σκάρσγκααρντ, και λίγο με τον… Μπιλ Πούλμαν στα νιάτα του. Ναι, παράξενο κράμα. Συμβαίνουν κι αυτά.
Συνολικά μια ταινία που θα σας σφίξει το στομάχι, θα σας ξαφνιάσει θετικά και θα σας ρίξει έστω και για λίγα λεπτά σε βαθιά εποικοδομητική περισυλλογή.