What's On Ad Astra

23 Σεπτεμβρίου 2019 |

0

Ad Astra

Σκηνοθεσία: Τζέιμς Γκρέι

Παίζουν: Μπραντ Πιτ, Τόμι Λι Τζόουνς, Ρουθ Νέγκα, Ντόναλντ Σάδερλαντ, Λιβ Τάιλερ

Διάρκεια: 124′

Στο κοντινό δυστοπικό μέλλον όπου τα ταξίδια προς έτερους πλανήτες του ηλιακού συστήματος έχουν συντομευθεί σημαντικά και ο άνθρωπος έχει αποικήσει τη σελήνη, ο αστροναύτης Ρόι Μακμπράιντ κινεί για ένα ταξίδι πιθανής σωτηρίας του κόσμου με μοναδικό σκοπό την αποστολή ενός φωνητικού μηνύματος. Η γη απειλείται από μία κοσμική καταιγίδα που προέρχεται από τα πέρατα του εξερευνημένου κόσμου και οι αναλυτές της SPACECOM πιθανολογούν ότι το φαινόμενο σχετίζεται με την παρουσία του πατέρα του Ρόι, θρυλικού αστροναύτη, ο οποίος αγνοείται για τρεις δεκαετίες, με το τελευταίο σήμα ζωής του να έχει δοθεί λίγο έξω από τον Ποσειδώνα, στο πλαίσιο μίας σπουδαίας αποστολής εξεύρεσης εξωγήινης ζωής.

Δοκιμάζοντας μία αφηγηματική τονικότητα που ουδέποτε έχει επισκεφθεί στη «γήινη» φιλμογραφία του, ο Γκρέι μοιάζει εκ πρώτης όψεως να εγκαταλείπει την πεπατημένη οδό του ∙ στην πραγματικότητα όμως, επιστρατεύει μία δομή που γνωρίζει καλά. Ο Ρόι του Μπραντ Πιτ -ο οποίος ερμηνεύει τέλεια, τόσο ως προς την ποιότητα της απόδοσής του όσο και ως προς τον σκοπό, τούτη εδώ είναι η εσωτερική ερμηνεία που επιβεβαιώνει το γνωστό, πρόκειται για έναν αληθινά σημαντικό ηθοποιό- είναι ένας άνδρας μόνος, ένας αχθοφόρος προσωπικών αδιεξόδων και συλλογικών απαιτήσεων. Και, προκειμένου να μην λυγίσει υπό το βάρος όσων συμβαίνουν ή δε συμβαίνουν στη γη και να μην τεθεί αντιμέτωπος με την αήττητη γειωμένη θλίψη του, προτίθεται να διασχίσει όλο το διάστημα. Ακόμα και η σωτηρία της οικουμένης μοιάζει γι’ αυτόν με πρόσχημα για την προσωπική απόδραση, και αυτή είναι μόνο μία από τις ολοφάνερες συγγένειες του έργου με εμβληματικά διαστημικά φιλμ, εν προκειμένω με το πρόσφατο «First Man» του Σαζέλ.

Ο Γκρέι δανείζεται, αναφέρεται ευθέως ή πλαγίως σε ιερά και όσια, και το κάνει δίχως περιστροφές. Ψάχνει τον Κιούμπρικ για να δανειστεί λίγη από την αίγλη της «Οδύσσειάς» του, να δηλώσει ευθέως ότι ψάχνει να βρει ζητήματα πάνω στα οποία έχουν κατατεθεί μνημειώδεις κινηματογραφικοί στοχασμοί. Περιστρέφεται -δίχως ποτέ να ακουμπά εκεί- γύρω από το «Σολάρις» του Στάνισλας Λεμ, ή των Ταρκόφσκι και Σόντεμπεργκ, αν προτιμά κανείς, για να συνθέσει τη νοητική εκτροπή της ουράνιας απομόνωσης που εδώ χρησιμεύει σαν plot device παρά σαν αφηγηματική βάση. Αναζητά το στεγνό, εργαστηριακό υπερθέαμα του κουαρονικού «Gravity», και αποσπά την ερημιά του, με σαφώς λιγότερη αυταρέσκεια. Όλα αυτά υπάρχουν για να κατατεθούν εντός ενός πλαισίου που χαράσσεται ήδη από την «Καρδιά του Σκότους» του Τζόζεφ Κόνραντ, η οποία αποτελεί το θεμέλιο της εμβληματικής «Αποκάλυψης» του Φ.Φ. Κόπολα.

Είναι όμως το «Ad Astra» μία δημιουργική συρραφή διαστημικής και όχι μόνο σινεφιλίας; Σε καμία περίπτωση, κατά τη γνώμη του γράφοντος. Ούτε γεμάτο από easter eggs είναι, κατά το εσχάτως προσφιλές που υπαγορεύεται από μία εμπορική νοσταλγία, ούτε παύει ποτέ να αναζητά τη δική του θέση στον κινηματογραφικό χάρτη, θέση διάφορη οποιασδήποτε απόδοσης τιμών. Δυστυχώς όμως, ψαλιδίζει τα φτερά του με μία σειρά από επιλογές που οδηγούν στην απορρύθμιση του κλίματος, όπως το εξαντλητικό voice over που σε κάποια σημεία φωτίζει όντως τον εσωτερικό κόσμο του ήρωα, σε άλλα όμως καταντά επιδεικτικό και επιτηδευμένο, την απότομη επιβράδυνση του ρυθμού στο μέσο της διάρκειας ή ένα σενάριο που αρνείται να αφήσει τη σκέψη του θεατή να δουλέψει μόνη της, υπερεπεξηγώντας την κάθε δημιουργική σκέψη μην τυχόν και δε γίνει σαφής και ματαιώνοντας ένα μέρος του ποιητικού εύρους του φιλμ.

Ωστόσο, το «Ad Astra» είναι πάνω από όλα ένα έργο καρδιάς, όχι μυαλού ∙ μία συναισθηματική δημιουργία που αιχμαλωτίζει την αδυναμία -ορθότερα την επισταμένη άρνηση- των ανθρώπων να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, να κοιτάξουν λίγο πέρα από το προαύλιο της περιφραγμένης ψυχής τους και τη μονομανία τους. Είναι ένα ανθρωποκεντρικό, βαθιά ιδεαλιστικό φιλμ, ο δημιουργός του οποίου ενδιαφέρεται στην πραγματικότητα για τις γήινες σχέσεις που καταρρέουν και όχι για τις υπερκόσμιες που αναπτύσσονται. Ο Γκρέι πλάθει έναν κόσμο οικείο, ο οποίος έχει πάρει μία αναμενόμενη στραβή πορεία διαπλανητικής εμπορευματοποίησης και στρατιωτικοποίησης, όπου ένα ρημάδι Subway έχει ξεφυτρώσει μέχρι και στη Σελήνη και όπου ο άνθρωπος απειλεί να δαμάσει το αιώνιο άπειρο και να το φέρει σε μία κατάσταση που ανταποκρίνεται στη δική του κατάντια. Μοιραία, λοιπόν, το διαστημικό άγνωστο αντεπιτίθεται σπασμωδικά.

Είναι ένα ουσιαστικά άθεο ον ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος, και έχει βαλθεί να βρει απαντήσεις που δεν είναι για να δοθούν προσθέτοντας επιστημονική γνώση εκεί όπου απαιτείται συναίσθημα. Και όλους τους πλανήτες του ηλιακού συστήματος να αποικήσει, αν δε βρει τρόπο να καλύψει αυτό το χαώδες κενό στις προσωπικές του σχέσεις το μόνο που θα καταφέρει είναι να διευρύνει τα χωρικά όρια της πυρηνικής μελαγχολίας του, όπως τη σηματοδοτεί το ήπιο βλέμμα του Πιτ στη συγκεκριμένη ταινία. Είναι βέβαια απελπιστικά μόνος στο σύμπαν, η απεραντοσύνη που τον περιβάλλει δεν κρύβει καμία απάντηση, μόνο ακόμη περισσότερη μοναξιά, από αυτή που έχει γεννηθεί ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους ενός σπιτιού ή σε αμήχανες σιωπές μίας σχέσης που διαλύεται.

Σαν τέκνο ενός πατέρα που δεν ενδιαφέρεται πια για την πορεία του, ο ήρωας βιώνει την εγκατάλειψη, την πνευματική σύγχυση, ουσιαστικά τον κοινωνικό  ακρωτηριασμό που επιφέρει μία τέτοια πατρική εκ παραλείψεως καταδυνάστευση. Ο ίδιος δεν επιθυμεί να κάνει παιδιά, τάχα επειδή η δουλειά του αστροναύτη είναι επικίνδυνη, στην πραγματικότητα επειδή δε μπορεί να διανοηθεί ότι κάποιος άλλος θα αναγκαστεί να περάσει εξαιτίας του όσα εκείνος πέρασε λόγω ενός απόντος πατρός. Με τους παλμούς του πάντα υπό έλεγχο και έναν αόρατο, άηχο, ανεπαίσθητο βρασμό της ψυχής που εξαφανίζει κάθε πιθανότητα σύναψης σχέσης με άλλον άνθρωπο, ο Ρόι έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με τον Πατέρα του -και ο σύγχρονος άνθρωπος με τον σιωπούντα δημιουργό του- για να τον αμφισβητήσει ευθέως, να απελευθερωθεί, να αξιώσει έστω καθυστερημένα την ευκαιρία του να ζήσει, κι ας αυτή η ζωή δεν προσεγγίσει ξανά τα όρια του γαλαξία ∙ φτάνει να αγγίξει τα δικά του τείχη και να τα συνθλίψει.

Με πλοηγό μία μινιμαλιστική αισθητική σπουδαίας ποιότητας που δεν αρνείται τον εντυπωσιασμό αλλά ούτε εμμένει στην εικαστική αρτιότητα και συνοδοιπόρο μία ακόμα σπουδαία δουλειά του Μαξ Ρίχτερ στη μουσική επένδυση, ο Τζέιμς Γκρέι πλάθει ένα φιλμ η καρδιά του οποίου πάλλεται με πάθος, αναζητώντας την ανθρώπινη επαφή. Οδηγείται σε δραματουργικές λύσεις αναμφιβόλως προφανείς και ίσως υπερβολικά ηθικοπλαστικές, ανάμεσα όμως στις απλουστεύσεις του ανιχνεύει κανείς μία σύνθετη υπαρξιακή ιστορία, ταπεινή μέσα στη μεγαλεπήβολη όψη της και ρομαντική απέναντι στα αδιέξοδά της. Per aspera ad astra, λοιπόν, μόνο που και οι δυσκολίες και τα αστέρια του λατινικού ρητού κατοικούν τελικά μέσα στον άνθρωπο και το μακρύ ταξίδι του είναι πρωτίστως εσωτερικό.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑