Η αφήγηση είναι ένα κατασκεύασμα του βλέμματος
Οι ιστορίες αγάπης καθιστούν τον κινηματογράφο, από το ξεκίνημά του κιόλας, ιδανικό πεδίο δημιουργικής εκμετάλλευσης του ερωτισμού των ηθοποιών και τη σκηνοθεσία των συναισθημάτων των ηρώων. Ο φανταστικός έρωτας ανάμεσα σε δύο ανθρώπους ευνοεί απόλυτα μια τέχνη που κατασκευάζει και οργανώνει μια σύνδεση, μια επικοινωνία ανάμεσα στο ορατό και το αόρατο, ανάμεσα στη φαντασίωση και το αντικείμενο αυτής της φαντασίωσης, ανάμεσα στο μέσα και στο έξω.
Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ είναι ο απόλυτος δημιουργός των ερωτικών μυθοπλασιών. Σκηνοθετεί τη σχέση του σκηνοθέτη με την πρωταγωνίστριά του, μια σχέση εκθαμβωτική και φαντασματική, μυστική και ανείπωτη. Αυτό είναι εμφανές σε τρεις τουλάχιστον από τις ταινίες του, Vertigo, Psycho, και Marnie, στις οποίες αυτά που κοιτάζουμε, ως θεατές, και αυτό που βλέπουμε είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Αυτό που βλέπουμε είναι ενταγμένο στο βλέμμα της κάμερας -το βλέμμα ενός άντρα που πέφτει πάνω σε μια γυναίκα. Μόνο ο κινηματογράφος μπορεί να κάνει ξεκάθαρο αυτό τον διαχωρισμό του βλέμματος από την όραση. Έτσι, τρία διαφορετικά βλέμματα δίνουν αφορμή για τρεις διαφορετικές αφηγήσεις.
Αντίστοιχα λοιπόν, ο Σκότι (James Stewart), παρακολουθεί τη Μάντλιν (Kim Novak) και τη χάνει.
Ο Νόρμαν Μπέιτς (Anthony Perkins) κατασκοπεύει τη Μάριον Κρέιν (Janet Leigh) και τη σκοτώνει
Ο Μαρκ (Sean Connery) επιθυμεί τη Μάρνι (Tippy Hedren), ζωντανή η νεκρή και ακολουθεί σαν ζώο αυτή την περιφερόμενη προσωποποίηση της νεύρωσης, που τον γοητεύει και την οποία θέλει να καθυποτάξει.
Ο Χίτσκοκ αποκόπτει και επιδεικνύει προσεκτικά τις ηθοποιούς του-η πραγματικότητα εξαφανισμένη: ένα σώμα, συν ένα κινηματογραφικό πρόσωπο, συν η ερμηνεία του ρόλου. Όσο περισσότερο είναι ορατές, τόσο περισσότερο τις βλέπουμε και τις κοιτάζουμε σαν άπιαστες, όπως αυτό που θα μας ξεφύγει και θα μας εξαπατήσει υποχρεωτικά: στο σινεμά του Χίτσκοκ, το να κοιτάζεις μερικές φορές σημαίνει παύεις να βλέπεις.