Reviews Falstaff

10 Οκτωβρίου 2018 |

0

Falstaff

Σκηνοθεσία: Όρσον Γουέλς 

Παίζουν: Όρσον Γουέλς, Ζαν Μορό, Κιθ Μπάξτερ

Διάρκεια: 119′

Μεταφρασμένος τίτλος; “Οι καμπάνες του μεσονυκτίου”

Δεν υπάρχει κανένας δημιουργός στην ιστορία του κινηματογράφου στον οποίον η απόσταση της τεχνικής εκτέλεσης και των επί μέρους στοιχείων είναι τόσο προς όφελος της ουσίας και του συνόλου.

falstaff-7

Ο Φάλσταφ, μία από τις τρεις ταινίες (δεν μετρώ ντοκιμαντέρ γυρισμάτων, μικρομηκάδικα και ανολοκλήρωτα) της ώριμης ηλικίας του Όρσον Γουέλς, βρίθει τεχνικών προβλημάτων (το ντουμπλάρισμα, η εγγραφή γενικά του ήχου, το μπούμ που φαίνεται, το κάποιες στιγμές ασυγχρόνιστο μοντάζ) σε τέτοιο βαθμό που, με τα σημερινά κριτήρια, νομίζεις πως βλέπεις ένα rough cut της ταινίας, μια ταινία που δεν υπέστη ποτέ την επιμέλεια ενός post production. Συχνό το κακό. Καμμιά ταινία του Γουέλς από τους Υπέροχους Άμπερσονς (1942) και μετά, δεν είναι ελεύθερη τέτοιων προβλημάτων -ίσως με την εξαίρεση λίγο του Stranger (1946).

Όλες τους έχουν κοινά προβλήματα “ποιότητας κατασκευής”, που θα ‘λεγε κάποιος και σε μια κριτική ενός αυτοκινήτου. Οι ταινίες του Γουέλς είναι αφινίριστες. Τι σοβαρό σφάλμα που μια ασήμαντη τέτοια λεπτομέρεια έχει “βοηθήσει” το απαίδευτο σημερινό κοινό να προσπερνά τις ταινίες του σαν μουσειακές καλλιτεχνίες ημιτέλειας. Τι μεγάλο κρίμα που δεν αντιλαμβάνεται την ιστορική δικαιοσύνη που τοποθετεί τον Γουέλς πρώτο μεταξύ ίσων στο βάθρο των κινηματογραφικότερων δημιουργών.

fallstaff-2

Αυτό ανοίγει βέβαια μια κουβέντα. Που εδώ τουλάχιστον μπορώ να συνοψίσω λέγοντας πως η αντίληψη του Γουέλς για το πλάνο, ο συσχετισμός της εικόνας με τον ήχο (που τεχνικότητες δεν μπορούν να θολώσουν) και, κυριότερα, ο ρυθμός της αφήγησης με το ντεκουπάζ (η διαδοχή των πλάνων) και την ταχύτητα του μοντάζ, είναι χωρίς αντίπαλο. Όλοι οι υπόλοιποι κατάφεραν (ή καταφέρνουν) μια τεχνική αρτιότητα, ποτέ όμως δεν βρίσκουν την εκφραστική, πλαστική εντέλεια του Γουέλς.

Το σινεμά του Ουέλς είναι πολλαπλασιασμός των μερών του, έχει διαρκώς συναίσθηση του όλου. Το κυρίως σώμα του διάδοχου σινεμά δεν είναι παρά μια υποδιαίρεση σε βινιέτες, set-pieces και δεξιοτεχνίες του μερικού. Όμως ο Γουέλς είναι καλλιτέχνης, όχι τεχνίτης. Η ταινία είναι ένα διαμέρισμα που καλείσαι να ζήσεις, όχι μια κουζίνα με καλές βρύσες και σωστά εφαπτόμενο πλακάκι.

falstaff-5

(Enter Falstaff)

Χτισμένος γύρω από τέσσερα έργα του Σαίξπηρ, ο Φάλσταφ μιλά για το ασύμβατο εξουσίας και ηθικής (αφοριστικά στην γουελσικήν, “ένας βασιλιάς δεν μπορεί να είναι καλός”), μιλά για την απόχρωση μιας ηθικής διοίκησης που ανθρώπινα όμως αποτυγχάνει οικτρά (παρά την συγχωρετικότητά του ο Ερρίκος ο Ε’ έχει ήδη πληγώσει θανάσιμα τον Φάλσταφ), μιλά για το σινεμά – η βαθιά ανθρώπινη καλωσύνη ενός φτωχοδιάβολου ψευταρά (πόσο συγκινητική αυτοαναφορά όμως…) που ψεύδεται ακριβώς για να διασκεδάσει ή και να τονώσει τον εγωϊσμό των ακροατών του – και οπωσδήποτε μιλά συνταρακτικά, ευθέως και από ερμηνευτικής πλευράς για μένα, για τα γηρατειά και την ασυγχώρητη αδυναμία τους.

chimes_3

Ο Γουέλς, μόλις κρυμμένος πίσω από κιλά καλοβαλμένου σαιξπηρισμού (κλείνει εδώ η σαιξπηρική τριλογία του μετά τον Οθέλλο και τον Μάκβεθ) και ελάχιστης, συγκριτικά με άλλες ταινίες του, σκηνοθετικής βιρτουοζιτέ του, προτείνει το θηριώδες σαρκίο του προς βορά (ιστορίας και θεατή), αυτοδιαλυόμενος σε κάθε στροφή της πλοκής και του διαλόγου, προκειμένου να προικίσει την ιστορία του με νόημα και συναίσθημα. Ο καλόκαρδος Φάλσταφ, με όλη την δειλία, την ψευτοπαλλικαριά, τα μυθεύματα, τη νωχελικότητα του όγκου του, τα κρασοπότηρα και τις περιπτύξεις του με την 13 μεν χρόνια νεότερη Μορώ, αλλά που στο φιλμ μοιάζει ακόμα και κόρη του (δίνοντας και μια υπόνοια πατρικής, ή και αιμομικτικής, σχέσης), δεν είναι παρά «ένας από μας», ένας παραμυθάς σκηνοθέτης ακόμα-ακόμα, που στα πενήντα του (που μοιάζουν πολλά παραπάνω), έχει κάνει αυτά που άλλοι μόνο ονειρεύτηκαν και τώρα πια κατάκοπος και πάντα ανθρωπιστής αρκείται σε μικρές χαρές (για τον ίδιο) και μεγάλα παραμύθια (για τους άλλους) αναγνωρίζοντας πως οι μεγάλες μάχες (η αγωνία χρηματοδότησης μιας επόμενης ταινίας) δεν μπορούν πια να δοθούν.

falstaff
Μένει η παραμυθοειδής περιγραφή του Λίγου ως Άθλου και το ανθρωπιστικό ποντάρισμα πως θα εξακολουθήσουμε να τον δεχόμαστε στην παρέα μας. Δραματουργικά, γνωρίζει την εκ των προτέρων αποτυχία του (ο φίλος θα τον προδώσει), κινηματογραφικά ξέρουμε πως ο Γουέλς (όχι αυτός του Πολίτη Κέιν, αυτός του Αρκάντιν, της Δίκης και της Αθάνατης Ιστορίας) έχασε και την στήριξη του φιλοθεάμονος κοινού. Τουλάχιστον δείτε, με άλλα μάτια, ασυνήθιστα κι ερωτευμένα, τον γιγάντιο, αγαπησιάρη Φάλσταφ του.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑