Reviews The Shining (1980)

23 Μαΐου 2023 |

0

The Shining (1980)

Σκηνοθεσία: Στάνλεϊ Κιούμπρικ

Παίζουν: Τζακ Νίκολσον, Σέλεϊ Ντυβάλ

Διάρκεια: 146′

Εδώ που τα λέμε με τη Λάμψη δεν αναμετράσαι εύκολα συγγραφικώς. Για να γίνει αντιληπτή έστω, “κατανοητή” είναι φτιαγμένη να μην γίνει, πρέπει να μελετήσεις τις εικόνες, τους ήχους και την συρραφή τους με σπουδή. Τι περιέχει κάθε πλάνο και πως το κάθε αντικείμενο – ή το παρεπόμενο ενός αντικειμένου – επανεμφανίζεται συνιστώντας το κομμάτι ενός παζλ. Γιατί ας πούμε ο Ντάνι φοράει ένα πουλοβεράκι που γράφει Apollo 12, την ώρα που παίζει πάνω σ’ ένα χαλί με αυτό το σχέδιο πάνω του, τι είναι το μπαλάκι που έρχεται προς το μέρος του, ποιος το πέταξε και γιατί εν συνεχεία μπαίνει στο δωμάτιο 237 και γιατί 237 και γιατί cut μετά στον καβγά του Τζακ με την Γουέντι και ποιος έκανε τους μώλωπες στο λαιμό του Ντάνι, πότε διακόπτει τον καυγά τους αλλά με την κάμερα να τον ακολουθεί και αυτό κάπως έτσι δηλαδή κατάλαβες.

Η Λάμψη είναι το περιπλοκότερο κι εγκεφαλικότερο κουΐζ ολόκληρου του σινεμά, επιτυχημένο γιατί αρέσει ακόμα και σε αντιφρονούντες του κιουμπρικικού στυλ, αντικείμενο λατρευτικής μέθης γιατί οι οπαδοί όσες φορές και να τη δουν την ανακαλύπτουν. Αν ρωτάς και γιατί εγώ θα πρέπει να συμμετάσχω στη μέθεξη, η απάντηση είναι φυσικά απλή («δεν χρειάζεται») αλλά και αρκετά σύνθετη: Αυτό επειδή η Λάμψη είναι μια σχεδόν εκφοβιστικά δυσνόητη ταινία και πολλοί άνθρωποι αρνούνται τέτοιου είδους δοκιμασίες, ο θεατής (και άνθρωπος) καλείται να ωριμάζει παύοντας να βλέπει την ευφυΐα του (και την γνωστικότητά του) ανταγωνιστικά. Οι ταινίες, μεταξύ πολλών άλλων, είναι για ερεθίζουν την φαντασία, να ασκούν τη λογική και να προτρέπουν σε νέες δημιουργίες, όχι να δημιουργούν έριδες και συμπλέγματα.

Έχοντας πει αυτά – κι εν μέρει αποφεύγοντας να μπω στο ψητό – η Λάμψη είναι μια ταινία για τον λαβύρινθο, για την Οικογένεια, για την αμερικάνικη ιστορία αλλά και την Ιστορία και τους απόηχούς της γενικά (τους απόηχους στο horror τους λέμε φαντάσματα), μια ταινία για την απουσία του ωραιότερου δημιουργήματος του ανθρώπου (άλλο πως κατάντησε), του Θεού. Είναι στημένη στον χώρο πάνω σε μια σκακιέρα μερικών εκατοντάδων μέτρων επί μερικών εκατοντάδων μέτρων, έχει τρία (αλλά και πολυάριθμα…) πιόνια, είναι διαιρεμένη στον χώρο σε δωμάτια-έννοιες, είναι ειδωμένη από διάφορες αφηγηματικές οπτικές γωνίες (συχνά όχι μόνο προσώπων) αλλά και στημένη στον χρόνο, σε τουλάχιστον τρεις στιγμές παρελθόντος, ενός τρέχοντος ενεστώτα και εσαεί πολλαπλασιαζόμενων στιγμών μέλλοντος. Γεωγραφεί στα απτά του χώρου και του χρόνου αλλά και στα διαφεύγοντα των προσώπων, των λεγομένων, των πράξεων, του συνειδητού, του υποσυνειδητού και του συλλογικού α-συνειδητού.

Στο τέλος, (εκνευριστικά) αυτάρκης καθώς είναι, αποτείνεται σε σένα, που σε χρειάζεται εν τέλει για να υπάρξει, όχι μόνο να συμπληρώσεις τα κενά, αλλά να εργαστείς, να ψάξεις στο μυαλό σου, για να συστήσεις μια κυριολεκτική (σινε, αλλά όχι μόνο) βιοθεωρία που θα ‘ναι ζωντανή και θα σε κοιτάει από ψηλά, όπως το Overlook Hotel, και δυναμικά κι ατέρμονα θα εξελίσσεται για να εξηγεί τα χαοτικά ανεξήγητα που σε περιβάλλουν.

Γιατί η Λάμψη αντιλαμβάνεται τον Θεό σαν σκηνοθέτη, είναι φτιαγμένη με μια θεϊκή νοοτροπία, καθετί μέσα της είναι βαλμένο σαν μέρος σχεδίου με κεντρικό και απαρέγκλιτο σκοπό να σου αποδείξει πως δεν υπάρχει Θεός, αφού he works in mysterious ways που δεν μπορείς να ελέγξεις, να εξηγήσεις ή να προβλέψεις. Είσαι χαρούμενος αν καταλάβεις ένα μικρό μέρος της αλλά, αν πετύχει τον σκοπό της (αυτόν που αντιλαμβάνομαι δηλαδή..), είσαι ευτυχής αν μετρήσεις την τελική αδυναμία σου να κάνεις παραπάνω απ’ όσα συγκυρίες (όχι δυνάμεις) ασύλληπτες σου επιτρέπουν.

Η πουτανιά και η σοφία της είναι, μεταξύ άλλων πάλι, πως όλ’ αυτά τα κάνει τόσο πειρασμικά που όχι μόνο δεν σε απονευρώνει να την παρακολουθείς απαθής αλλά σε κεντρίζει να επιχειρείς όλο και περισσότερο. Μόνο, άλλωστε, ένας άθεος (κρυφο)ανθρωπιστής σαν τον Κιούμπρικ θα προέτρεπε τόσο στην ανθρώπινη ενέργεια και όχι στην παθητικότητα του ατόμου εν μέσω ενός (Θεϊκού ή μη) σύμπαντος που έτσι κι αλλιώς συμβαίνει και χωρίς εσένα.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑