Μεταφρασμένος τίτλος: «Άλλοθι»
Σκηνοθεσία: Νίκολας Τζαρέκι
Παίζουν: Ρίτσαρντ Γκιρ, Σούζαν Σάραντον, Λετίσια Κάστα, Τιμ Ροθ
Διάρκεια: 107΄
Ο Ρόμπερτ Μίλερ έχει φτάσει στην κορυφή της πυραμίδας, είναι η προσωποποίηση του αμερικανικού ονείρου. Ξεκίνησε κάποτε με γεύματα των τριών δολαρίων κυνηγώντας την τύχη του και πλέον έχει φτάσει στο σημείο να κλείνει συμφωνίες δισεκατομμυρίων, να ξοδεύει δυο εκατομμύρια για πλάκα, να επιδοτεί γκαλερί, να δίνει το παρών σε γκαλά και να στηρίζει φιλανθρωπικές προσπάθειες βγάζοντας εγκάρδιους λόγους και πίνοντας σαμπάνια. Πάνω απ’ όλα, όμως, αποδέχεται πως όλο αυτό το οικοδόμημα στηρίζεται στην αποδοχή μερικών πραγμάτων: στη διατήρηση μιας συμβατικής συζυγικής σχέσης ενώ παράλληλα τσιμλιμπουρδίζει με όμορφες νεαρές κοπέλες, και στις κομπίνες. Διότι πολλά χρήματα με καθαρό τρόπο δεν βγήκαν ποτέ. Κι εκεί που όλα φαίνονται ρόδινα, το οικοδόμημα είναι έτοιμο να καταρρεύσει σαν πύργος από τραπουλόχαρτα, όταν εξαιτίας του Μίλερ, η ερωμένη του σκοτώνεται ακαριαία σε αυτοκινητιστικό.
Ο Ρίσταρντ Γκιρ σαν να είχε εξαφανιστεί από το χάρτη του Χόλιγουντ, εμφανιζόταν σε ταινίες δεύτερης διαλογής οι περισσότερες εκ των οποίων κατέληγαν απευθείας στα ράφια. Προσωπικά ανέκαθεν τον συμπαθούσα. Όσοι πιάνουν την κορυφή του αμερικάνικου σταρ σίστεμ είναι τουλάχιστον καλοί ηθοποιοί και ο Ρίσταρντ Γκιρ παρά το γλυκανάλατο ύφος του, δεν αποτελούσε εξαίρεση. Εδώ στα 63 του χρόνια, ακόμα γοητευτικός κι ευκίνητος, φτιάχνει με μαεστρία το πολυσύνθετο προφίλ του Ρόμπερτ Μίλερ τσαλακώνοντας άφοβα την εικόνα του. Πίσω από τον οικονομικό μεγιστάνα, κρύβεται ένας άνθρωπος με αδυναμίες. Ένας άνθρωπος που αγαπά και αγαπιέται, που προσπαθεί να κατακτήσει την ευτυχία έστω κι ανορθόδοξα και ο οποίος στο βωμό της δικής του ευτυχίας αναγκάζεται να σπάσει μερικά αυγά. Έτσι δεν λένε άλλωστε οι θιασώτες του καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού αλλά και παραδόξως της οποιασδήποτε βίαιης επανάστασης; Χωρίς να σπάσεις μερικά αυγά, ομελέτα δεν μπορείς να κάνεις.
Στην προσπάθειά του να σπάσει όσο το δυνατό λιγότερα αυγά, βρίσκεται συνεχώς σ’ ένα αγχωτικό μεταίχμιο. Ακροβατεί σ’ ένα σκοινί που παλαντζάρει, τον πετάει πέρα δώθε και αν θέλει να κρατήσει το κεφάλι του ακέραιο, πρέπει να έχει ψυχραιμία.
Όμως και πάλι, όταν τα χέρια σου είναι βαμμένα με αίμα, το περισσότερο που μπορείς να κερδίσεις είναι η ηρεμία. Και ο μοναδικός τρόπος που η ηρεμία επιτυγχάνεται είναι τσουβαλιάζοντας την καταιγίδα. Αλλά το τσουβάλι θα σπάσει. Αμφιβολία δεν υπάρχει.
Ο νεαρός Ρίτσαρντ Τζαρέκι φτιάχνει ένα άκρως αξιοπρεπές χολιγουντιανό θρίλερ, κρατώντας τη στάθμη των κλισέ σε χαμηλό επίπεδο. Σίγουρα υπάρχει μια εμετική σκηνή οικογενειακής γιορτής (ακόμα δεν έχει εφευρεθεί το οικογενειακό κλισέ που δεν θα προκαλεί ναυτία) και ο αχρείαστος ρόλος της ιδεαλίστριας κόρης με το σπαστικό βλέμμα, και σίγουρα οι εκπλήξεις δεν… εκπλήσσουν τον εκπαιδευμένο θεατή. Παρόλα αυτά, ο σφιχτός ρυθμός, το προφίλ του ανθρώπου που παραπαίει και μοιάζει συνεχώς να βρίσκεται ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου πριν το νευρικό κλονισμό, το γκρίζο σύστημα αξιών, ο ελαφρώς καμπουριασμένος Τιμ Ροθ, από τους πιο αδικημένους ηθοποιούς της γενιάς του, στο ρόλο του ντετέκτιβ που βρίσκεται στα χνάρια της βρομιάς του Μίλερ και το κλουνεϊκό φινάλε, δηλαδή αφήνοντας γκρίζες περιοχές και αποφεύγοντας την έτοιμη λύση, χωρίς όμως ταυτόχρονα να προκαλεί πάθη, κάνουν την ταινία να παρακολουθείται με εξαιρετική ευχαρίστηση.