What's On Styx

13 Απριλίου 2019 |

0

Styx

Αυτή είναι μόλις η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του γεννημένου στη Βιέννη Αυστριακού σκηνοθέτη Wolfgang Fischer. Η πρώτη του είχε τίτλο «Was du nicht siehst» (2009) και είχε κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα της στο φεστιβάλ του Μόντρεαλ εκείνης της χρονιάς. Τούτη η ταινία του έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περσινό φεστιβάλ Βερολίνου, όπου είχε πάρει μέρος στο τμήμα «Panorama». Εκεί τιμήθηκε με τρία βραβεία: Οικουμενικής Επιτροπής, Label Europa Cinemas και Heiner Carow, ενώ ήταν η μία από τις τρεις υποψήφιες ταινίες για το περσινό βραβείο LUX.

Η Ρίκε, μια 40χρονη Αυστριακή γιατρός ενσαρκώνει την απόλυτη έκφραση του δυτικού μοντέλου ευτυχίας και επιτυχίας. Μορφωμένη, όλο αυτοπεποίθηση, ααποφασισμένη να πετύχει, εργάζεται με εξαντλητικούς ρυθμούς στο πολύ απαιτητικό τμήμα των Επειγόντων Περιστατικών. Κάποια στιγμή, η Ρίκε αποφασίζει να εκπληρώσει το μεγαλύτερο όνειρό της, σαλπάροντας ολομόναχη με το ιστιοπλοϊκό της για τη Νήσο της Αναλήψεως, στον Ατλαντικό Ωκεανό.

Μετά από μια άγρια καταιγίδα, όμως, το ιστιοπλοϊκό της καταλήγει κοντά σε ένα ακυβέρνητο παλιό αλιευτικό, φορτωμένο με εκατό περίπου μετανάστες που προσπαθούν απελπισμένα να της αποσπάσουν την προσοχή. Αν δεν δράσει γρήγορα η Ρίκε, δεκάδες άνθρωποι θα πνιγούν, καθώς η βάρκα αρχίζει και μπάζει νερά. Από την άλλη, όμως, είναι αδύνατο να περιθάλψει τους πάντες στο μικρό ιστιοφόρο της…

Η Στύγα (Στυξ) ήταν αρχέγονη χθόνια θεότητα, απεχθής και φρικαλέα, προσωποποίηση του ομώνυμου ποταμού του Άδη. Η Στύγα κατοικούσε μακριά από τους άλλους θεούς, στο βαθύ σκότος του Άδη, μέσα στο, κτισμένο πάνω σε πανύψηλους αργυρούς στύλους, ξακουστό παλάτι της. Ανέβηκε στον Όλυμπο μόνο μια φορά: όταν έσπευσε μαζί με τα παιδιά της να βοηθήσει τον Δία στην άγρια και αμφίρροπη μάχη του εναντίον των Τιτάνων. Όταν αυτός, τελικά, επικράτησε, ανταμείβοντάς την, όρισε να δίνουν, πλέον, οι θεοί όρκο στο ιερό της όνομα και προσκάλεσε τα παιδιά της να έρθουν να ζήσουν για πάντα μαζί του, στον Όλυμπο. Το Κράτος και η Βία θα γίνουν, έκτοτε, μόνιμοι παραστάτες του και απηνείς εκτελεστές των αποφάσεών του.

Η Στύγα ήταν, επίσης, ένας από τους μεγάλους ποταμούς του Κάτω Κόσμου, κλάδος του αρχέγονου Ωκεανού. Από την κορυφή ενός απόκρημνου βράχου, του Τάρταρου, ανάβλυζε το νερό που σχημάτιζε αρχικά τον Στύγιο ποταμό και, ακόλουθα, την λίμνη Στύγα. Τα νερά τους είχαν την τρομερή δύναμη να διαλύουν και να αφανίζουν ότι έπεφτε μέσα τους. Σε αυτά τα νερά, επίσης, η Θέτις βάπτισε τον νεογέννητο Αχιλλέα κι έτσι τον κατέστησε άτρωτο, εκτός φυσικά από την αχίλλειο πτέρνα.

Γιατί βάφτισε την ταινία του ο σκηνοθέτης «Styx»; Εννοείται, όχι τυχαία. Για τους μετανάστες η θάλασσα είναι ο φορέας ελπίδας τους, εντέλει όμως καταλήγει να γίνει ο αφανισμός τους. Για την πρωταγωνίστριά μας οι μετανάστες αποδεικνύονται η αχίλλειος πτέρνα της στον τέλειο κόσμο όπου ζει. Και μιας που μιλάμε για μια (ηθική) κινηματογραφική παραβολή, η Ρίκε δεν είναι άλλη από την Ευρώπη.

Την Ευρώπη του Διαφωτισμού. Την Ευρώπη της ευημερίας. Την Ευρώπη που φαντάζει ως Γη της Επαγγελίας. Την Ευρώπη που είναι κλεισμένη στον εαυτό της, αυτοαναφορική, αδιάφορη για ό,τι συμβαίνει έξω από αυτήν. Κι όταν αναγκάζεται να αντιμετωπίσει το πρόβλημα δια ζώσης βρίσκει τον εαυτό της σε αχαρτογράφητα νερά. Η Ρίκε, μια γυναίκα που η δουλειά της είναι να σώζει ζωές –μια δουλειά που έχει την αίσθηση του επείγοντος– μια γυναίκα ανεξάρτητη, θαρραλέα, μορφωμένη, δυναμική, όμορφη, λευκή, που δεν έχει την ανάγκη κανενός, καλείται να πάρει μια σημαντική απόφαση.

Τι μπορεί να κάνει αυτή, μόνη, με ένα μικρό σκάφος, όταν μπροστά στα μάτια της κινδυνεύουν 100 ζωές; Να σώσει τον ένα και μοναδικό πιτσιρίκο και να φύγει; Να γυρίσει πίσω, κοντά στο σαπιοκάραβο που μπατάρει, και να σώσει και την αδελφή του; Να καλέσει τις αρχές; Τις αρχές που έχει μάθει να εμπιστεύεται; Κι αν δεν κάνουν τίποτε; Κι αν αφήσουν τόσους ανθρώπους να πνιγούν;

Έτσι κι αλλιώς, αυτό που εν τέλει της λένε οι αρχές συμπυκνώνεται ουσιαστικά σε ένα στεγνό και στείρο «μην ανακατεύεσαι». Η Ρίκε, άραγε, θέλει πραγματικά να βοηθήσει ή μήπως πιστεύει πως πρόκειται για ένα ακόμη είδος καθήκοντος που της έχει ανατεθεί; Όλα τα παραπάνω απαντιούνται από έναν διάλογο –έτσι κι αλλιώς δεν εκστομίζονται πολλές κουβέντες στην ταινία. Όταν η Ρίκε απαντά στην Ακτοφυλακή: «Επιβεβαιώνω ότι έλαβα τις οδηγίες, αλλά δεν φεύγω».


Το πρώτο βήμα πραγματοποιείται, λοιπόν, όταν αντιλαμβάνεσαι τη διάσταση του προβλήματος ατομικά και δείχνεις αποφασισμένος να μην εγκαταλείψεις την προσπάθεια για την επίλυσή του συλλογικά. Ο σκηνοθέτης κάνει σπουδαία δουλειά, ακουλουθώντας μια λογική ντοκιμαντέρ στα πρώτα δύο τρίτα της ταινίας. Το αξιολογότατο τελικό αποτέλεσμα προκύπτει εντέλει από την αρωγή δύο παραγόντων.

Ο ένας είναι ο διευθυντής φωτογραφίας. Ο Ελβετός Benedict Neuenfels κάνει θαύματα με την κάμερά του. Και πετυχαίνει να μας δώσει άψογα την κλειστοφοβία του απέραντου γαλάζιου! Ναι, είναι παράδοξο, αλλά αναλογιστείτε πώς είναι σχεδόν αδύνατον να ξεφύγεις στην ανοιχτή θάλασσα. Ο άλλος παράγοντας είναι η Susanne Wolff, για την οποία άνετα μπορεί να πει κανείς πως σηκώνει όλη την ταινία στις πλάτες της.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑