Sicilian Ghost Story

Σκηνοθεσία: Fabio Grassadonia, Antonio Piazza

Με τους: Julia Jedlikowska, Gaetano Fernandez, Corinne Musallari, Andrea Falzone

Διάρκεια: 105′

Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί το ιταλικό δίδυμο των Grassadoria και Piazza, μετά το Salvo (2013), ενώ αμφότερες οι ταινίες έκαναν την παγκόσμια πρεμιέρα τους στις Κάννες, στο τμήμα «Εβδομάδα της Κριτικής». Μετά τις Κάννες, το Sicilian Ghost Story έλαβε μέρος σε πολλά κινηματογραφικά φεστιβάλ ανά τον κόσμο. Πήρε μέρος και στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας» στην Αθήνα, όπου και τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερου σεναρίου.

Βρισκόμαστε σε ένα απομονωμένο χωριό της Σικελίας, τη δεκαετία του ’90. Η Λούνα είναι μια 13χρονη κοπέλα πέρα για πέρα ερωτευμένη με τον συμμαθητή της, τον Τζουζέπε. Με τις παραινέσεις της κολλητής της, μια μέρα αποφασίζει να τον ακολουθήσει στο παρακείμενο δάσος, απ’ όπου εκείνος κόβει δρόμο για να επιστρέψει στο σπίτι του μετά το σχολείο. Του έχει γράψει ένα γράμμα και ο Τζουζέπε δείχνει να ανταποκρίνεται στα αισθήματα της Λούνα. Η σχέση των δύο παιδιών δεν αρέσει στη μητέρα της Λούνα, μια γυναίκα αυστηρών αρχών, ελβετικής καταγωγής. Μια μέρα, ο Τζουζέπε πηγαίνει με τη Λούνα σε ένα απομονωμένο μέρος, όπου υπάρχει στάβλος με άλογα, που ανήκουν στον πατέρα του. Κι ενώ κάνει ιππασία και παίζει ένα παιχνίδι με τη Λούνα, ξαφνικά, από το πουθενά, εξαφανίζεται!

Η Λούνα τον ψάχνει παντού. Οι μέρες περνάνε. Οι εβδομάδες. Οι μήνες. Κανείς δεν μιλάει για το συμβάν. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για την εξαφάνιση του παιδιού, εκτός από τη Λούνα και τη φίλη της. Ο πατέρας του Τζουζέπε ήταν μέλος της μαφίας, τον συνέλαβε η αστυνομία κι άρχισε να «κελαηδάει». Ο Τζουζέπε έπεσε, λοιπόν, θύμα απαγωγής από τη μαφία, στην προσπάθεια του οργανωμένου εγκλήματος να αναγκάσει τον πατέρα του να σταματήσει να καρφώνει. Κανείς όμως δεν τον ψάχνει και η αστυνομία δεν ασχολείται. Μόνο η Λούνα –κι ας πιστεύουν κάποιοι πως έχασε τα λογικά της. Για να βρει τον Τζιουζέπε, θα πρέπει να βουτήξει στα νερά της κοντινής λίμνης και να ρισκάρει την ίδια της τη ζωή στο σκοτεινό κόσμο όπου φυλακίστηκε ο φίλος της…

Μαγεία! Αυτή είναι η λέξη που μου ήρθε στο μυαλό μετά τη θέαση τούτης της υπέροχης ταινίας! Είναι αυτή μία από εκείνες τις ταινίες που επιβεβαιώνουν μέσα μου τις ελπίδες πως το σινεμά δεν έχει τελειώσει, πως ο σύγχρονος κινηματογράφος δεν είναι όλος για τα σκουπίδια. Μια ταινία που προσφέρει αγνή συγκίνηση. Μια ταινία που καθόλου δεν ωραιοποιεί τα πράγματα που δεν επιδέχονται ωραιοποίηση.

Μια ταινία που παίζει (και) με όρους παραμυθιού, σκοτεινού, τρομακτικού, σπαραχτικού. Μια ταινία που ποτέ δεν παραδίδεται σε ευκολίες, που λέει τα πράγματα με το όνομά τους, που υπηρετεί με σαφήνεια και ξεκάθαρα τον ρεαλισμό αλλά δεν έχει κανένα πρόβλημα να μιλήσει και για το υπερβατικό. Μια ταινία με τη δυναμική του κισλοφσκικού Μικρή ιστορία για έναν φόνο και τον ρομαντισμό του σαιξπηρικού Ρωμαίος και Ιουλιέτα.


Οι δημιουργοί πετυχαίνουν να πουν πάρα πολλά πράγματα με έναν υπέροχο τρόπο, που κρύβει πολύ δουλειά πίσω του κι εντέλει έρχεται στον θεατή και φαίνεται ως το ό,τι πιο απλό μπορεί να φανταστεί. Παθαίνεις πλάκα με το πώς εξελίσσεται το ειδύλλιο. Παθαίνεις πλάκα με το πώς μια κοινωνία που ζει στο φόβο, σωπαίνει όταν κάτι κακό συμβαίνει. Παθαίνεις πλάκα με την επιμονή της κοπέλας: μόνη εναντίον όλων! Παθαίνεις πλάκα με τη διεύθυνση φωτογραφίας: σε ταξιδεύει κανονικά.

Από την αρχική σκηνή καταλαβαίνεις ότι αυτό που θα δεις είναι σπουδαίο: από τα βάθη μιας σπηλιάς παρακολουθούμε τη διαδρομή του νερού μέχρι το στόμα του Τζιουζέπε. Νερό στο οποίο θα ριχτούν εντέλει τα απομεινάρια του. Γενικώς, το νερό και η φύση λειτουργούν ως πανίσχυρα σύμβολα. Είναι καταπληκτικό το πώς οι δύο συνδημιουργοί κινηματογραφούν το υπερβατικό χωρίς να εκτεθούν, ίσα ίσα κατορθώνουν και μαγεύουν! Στα χέρια λιγότερο ταλαντούχων συναδέλφων τους θα είχαμε σκηνές όπου αναγκαστικά θα εκτρέπονταν προς το γέλιο, χωρίς απαραίτητα να είναι αστείες.

Το γεγονός ότι η σκηνοθεσία μπολιάζει την αληθινή ιστορία με μυθοπλαστικά στοιχεία κάνει το όλον να ξεφεύγει (ευτυχώς!) από τη σφαίρα του ντοκιμαντέρ. Στην πραγματική ιστορία της ομηρίας και της δολοφονίας του Τζουζέπε δεν υπήρχε καμία Λούνα. Κι όμως, τι ωραία μπαίνει στην ιστορία και μας δίνει αυτό το κάτι παραπάνω, το ξεχωριστό, το υπέροχο. Μια ιστορία αγάπης που ενδεχομένως να μην βίωσε ποτέ ο Τζουζέπε, αλλά τι συγκλονιστικό να του δίνεται αυτή η χαρά μεταθανάτια! Ο καιρός περνάει γρήγορα στην ταινία και οι δημιουργοί δεν μας δίνουν ημερομηνίες κτλ. Δεν γράφουν τρεις και λίγο «τρεις βδομάδες μετά, δύο μήνες μετά, ενάμιση χρόνο μετά».

Ο χρόνος είναι ρευστός, είναι μια συνιστώσα που έχει ρόλο στην αφήγηση αλλά δεν χρησιμοποιείται για να δραματοποιηθούν οι καταστάσεις. Κι όμως, παρά την έλλειψη δραματοποίησης, δεν γίνεται να μην συγκλονιστείτε στην τόσο απλά κινηματογραφημένη σκηνή του φόνου! Δεν γίνεται να μην συγκλονιστείτε στις σκηνές όπου ο φυλακισμένος Τζουζέπε διαβάζει το γράμμα που του είχε γράψει η Λούνα. Δεν γίνεται να μην συγκλονιστείτε στο φινάλε, με τον παραθαλάσσιο αρχαίο ελληνικό ναό, την τετράδα των νεαρών παιδιών στην παραλία και τα πνεύματα (!) να χοροπηδούν μέσα στα κύματα. Σινεμά, υπέροχο σινεμά.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑