Σκηνοθεσία: Μπραντ Άντερσον
Παίζουν: Χάλι Μπέρι, Άμπιγκεϊλ Μπρέσλιν, Μάικλ Έκλουντ, Μόρις Τσέστνατ
Διάρκεια: 94
Η Τζόρνταν (Χάλε Μπέρι) εργάζεται ως τηλεφωνήτρια στην «κυψέλη», το τηλεφωνικό κέντρο επείγουσας ανάγκης 911. Καθημερινά απαντά σε κλήσεις ανθρώπων που ουρλιάζουν διότι μπήκε νυχτερίδα στο σπίτι τους ή διότι μόλις έγιναν μάρτυρες κάποιου φρικτού φονικού ή ατυχήματος. Ο ρόλος της είναι να συγκεντρώσει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε ανάλογα να δώσει το σήμα στην αστυνομία, την πυροσβεστική, τις πρώτες βοήθειες και ό,τι άλλο χρειαστεί. Σε μια ατυχή στιγμή ο κακός χειρισμός της θα προκαλέσει το θάνατο μιας κοπέλας από έναν κατά συρροή ψυχοπαθή δολοφόνο. Μερικούς μήνες μετά και αντιμέτωπη με αδυσώπητες ενοχές θα έχει την ευκαιρία να πάρει το αίμα της πίσω, όταν θα δεχθεί μια κλήση από μια κοπέλα που βρίσκεται εγκλωβισμένη στο πορτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου του ίδιου ανισόρροπου δολοφόνου. Θα πρέπει να διατηρήσει την ψυχραιμία της κι εξ αποστάσεως όχι μόνο να ηρεμήσει την κοπέλα, αλλά ταυτόχρονα να της δώσει τις κατάλληλες οδηγίες προκειμένου να σωθεί από τα δόντια του λύκου.
Ακόμα μια φορά, λοιπόν, οι κοκκινοσκουφίτσες όλου του κόσμου πρέπει να μάθουν να προσέχουν, αφού εκεί έξω κρύβονται λύκοι με δόντια-μαχαίρια που θέλουν να τις ξεπαστρέψουν. Η χιλιοειπωμένη ιδέα βρίσκει μια νέα αφετηρία, καθώς δίνει τα ηνία στη 47χρονη Χάλε Μπέρι, μια από τις μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες που έχουν βρεθεί να πρωταγωνιστούν σε ταινία κυνηγητού, δράσης και σασπένς. Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, όμως, προκύπτει από τη φύση του επαγγέλματος της Τζόρνταν, αν και δεν είναι η πρώτη φορά που η τηλεφωνική γραμμή χρησιμοποιείται ως μοναδική δίαυλος επικοινωνίας (δείτε για παράδειγμα το εξαιρετικό κι άκρως αγχωτικό «Buried» και θα πάθετε πλάκα). Η μη οπτική επαφή των συνομιλητών και η προσπάθεια τα μάτια του ενός να γίνουν τα μάτια του άλλου μέσα από περιγραφές και ήχους δημιουργούν μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα ανημποριάς. Ο χώρος του ενός παύει να έχει σημασία, για την ακρίβεια συρρικνώνεται τόσο πολύ, όσο το μέγεθος του μικρού ακουστικού του τηλεφώνου.
Ναι, υπάρχει αρκετό σασπένς, γοργός ρυθμός και οι ερμηνείες του τριγώνου τηλεφωνήτρια-θύμα-θύτης σηκώνουν αρκετό από το βάρος της ταινίας χωρίς να πολυστηρίζονται στο σχηματικό σενάριο. Δυστυχώς, όμως, στις περιπτώσεις αυτών των ταινιών, δεν μπορείς να μη σταθείς στις ανεκμετάλλευτες ευκαιρίες. Ενώ, λοιπόν, θα μπορούσαμε να έχουμε ένα σκοτεινό αποτέλεσμα ενοχών, αποκατάστασης, λύτρωσης κι ενώ θα μπορούσαν τα κίνητρα του θύτη να βγάζουν λίγο περισσότερο νόημα (εντάξει, δεν είναι όλοι Χάνιμπαλ Λέκτερ), έχουμε αντιθέτως μονάχα μια ταινία σειράς. Κοινώς, μια ταινία καθαρά διασκεδαστική που όσο μπανάλ κι αν ακούγεται, δεν σου αφήνει τίποτα παραπάνω από τη μιάμιση ώρα διάρκειάς της.
Προβλέψιμες ανατροπές για τους εξοικειωμένους θεατές, ανταλλαγές βλεμμάτων αμερικάνικου τύπου με νόημα, σασπένς δοσμένο ακολουθώντας όλες τις συμβάσεις του είδους και προβλέψιμο όσο και ανόητο φινάλε που ακόμα και μες στην αφέλειά του, δεν καταβάλει καμιά προσπάθεια για να γίνει έστω και λίγο πιο οξύ.
Αλλά τώρα που το σκέφτομαι έμαθα και κάτι καινούριο. Σε αυτές τις εποχές κρίσης που ζούμε και οι άνθρωποι βρίσκουν ολοένα και περισσότερο αποκούμπι στις δεισιδαιμονίες και για παράδειγμα τα ζώδια από «κάτι για να περνάει η ώρα» έχουν μετατραπεί σε μπούσουλα για την ερμηνεία της ανθρώπινης συμπεριφοράς, έμαθα πως οι αιγόκεροι είναι μαχητές. Ο αβάσιμος αφορισμός της ημέρας, λοιπόν, είναι o εξής: Μην μπλέκεις με αιγόκερω, θα σου σπάσει τα μούτρα.