What's On Smile (2022)

5 Οκτωβρίου 2022 |

0

Smile (2022)

Σκηνοθεσία: Πάρκερ Φιν

Παίζουν: Σόσι Μπέικον, Τζέσι Τ. Ασερ, Κάιλ Γκάλνερ, Κάιτλιν Στέισι, Καλ Πεν

Διάρκεια: 115′

Η Ρόουζ, ψυχίατρος σε νοσοκομείο που αντιμετωπίζει ακραία περιστατικά ψυχικής ασθένειας, υποδέχεται μία ασθενή που εμφανώς ταραγμένη νιώθει να απειλείται από μία οντότητα που αλλάζει μορφές. Λίγα λεπτά αργότερα, προτού καν ξεκινήσει η διαγνωστική διαδικασία, η κοπέλα αυτοκτονεί μπροστά στην εμβρόντητη γιατρό, φορώντας ένα ανατριχιαστικό χαμόγελο στο πρόσωπό της τη στιγμή που αφήνει την τελευταία της πνοή. Στο αμέσως επόμενο διάστημα, η Ρόουζ βιώνει τη δική της ψυχωτική διαταραχή, η οποία θα κορυφωθεί όταν θα ανακαλύψει ότι αντίστοιχα φαινόμενα φρικιαστικής αυτοχειρίας έχουν επαναληφθεί αρκετές φορές στο πρόσφατο παρελθόν.

Ο Πάρκερ Φιν χλευάζει εμφανώς το δόγμα της θετικότητας που κυριαρχεί στην εποχή. Καθημερινά βομβαρδιζόμαστε με ισχυρές δόσεις απόλυτης, γελαστής και αδιαπραγμάτευτης ικανοποίησης στα social media, κατά κύριο λόγο από ανθρώπους που στην καθημερινή ζωή τους βιώνουν συναισθήματα ανυπόφορου πλούτου και διαφημίζουν την ολοκλήρωσή τους με τέτοιο τρόπο που αναρωτιόμαστε πώς είναι άραγε εφικτή μία τέτοια πνευματική τελείωση. Για μερικά ζητήματα, όμως, χρειάζεται κάτι παραπάνω από ένα πεισμωμένο χαμόγελο ή, μάλλον, σε μερικές συγκυρίες, εάν το χαμόγελο είναι η μόνη απάντηση, τότε μπορεί να κρύβει πολύ περισσότερο πόνο από μία ενδεχόμενη έκρηξη οργής ή ψυχικής αποσταθεροποίησης. Και το πιο τρομακτικό είναι ότι όσο και να ψάξουμε κάποια προβλήματα δεν διαθέτουν οδηγίες λύσης, δεν υπάρχουν κλειδιά που να δουλεύουν σε όλους.

Το ψυχικό τραύμα, το οποίο αποτελεί το θεμέλιο της ταινίας, είναι ένα από αυτά. Απορρίπτοντας την κληρονομική εξήγηση και επιμένοντας σε μία εμφανώς επίκτητη διαδικασία ως γενεσιουργό αίτιο, ο Φιν μας θέτει ενώπιον ενός λεπτού ζητήματος που μας κάνει να αισθανόμαστε άβολα, όπως τα καλά θρίλερ ξέρουν να κάνουν. Ορισμένοι χρειάζονται τη συνδρομή των φίλων ή της οικογένειας, άλλοι την απομόνωση και την επιβολή των δικών τους όρων στη διαχείριση της πληγής, για μερικούς όμως μπορεί να μη δουλεύει τίποτα, να μην υπάρχει τρόπος να ξεφύγουν άπαξ και προσβληθούν. Αυτή η θέση μοιάζει νιχιλιστική, στην πραγματικότητα είναι αποτύπωση αυθεντικού τρόμου, που εκθέτει τον άνθρωπο ως ανυπεράσπιστο και αποτυπώνει τις περιορισμένες του δυνατότητες. Μπορεί να μην εντάσσεται σε μία ρητορική που επενδύει στην ελπίδα, που είναι αληθινά απαραίτητη και η ταινία μας τη στερεί με έναν αποτελεσματικό εμπαιγμό, αλλά η κινηματογραφική της τεκμηρίωση είναι το δίχως άλλο άρτια.

Η ιδέα της μη βιολογικώς μεταδιδόμενης κατάρας που ρημάζει τις ψυχές όσων συναντά φυσικά δεν είναι καινοφανής και αυτό δεν είναι το μόνο σημείο που η διαδρομή της ταινίας τέμνεται με τα δημοφιλή horror movies της πρόσφατης εποχής. Το genre διάγει μια περίοδο ποικιλόμορφης αναγέννησης, κανένα υπο-είδος του δεν κυριαρχεί ολοσχερώς, και στο Smile βρίσκουμε σημάδια απ’ όλα. Το Ring συναντά το μαρτυρικό χαμόγελο της Φλόρενς Πιου και τη φλεγόμενη εικονοποιία των δύο πρόσφατων folk horror τοτέμ του Άρι Άστερ, ενώ η συνολική αίσθηση είναι ότι η ταινία κινείται σε ράγες  παραγωγών τρόμου όπως τα Insidious ως προς την απλότητα της πρωτογενούς αφήγησης. Και όμως, αυτή η συλλογή ετερόκλητων αναφορών δουλεύει, τα πάντα είναι χωνεμένα επιτυχώς, τα jump scares αποτελεσματικά και ενταγμένα στο μοντάζ ώστε να μην πνίγουν το λόγο που αρθρώνει η ταινία και το ταξίδι της βασικής ηρωίδας δεν είναι απλώς μια τρομακτική ακολουθία λανθασμένων επιλογών.

Δυστυχώς, ο δημιουργός νιώθει την ανάγκη να εξηγήσει με λόγια όσα το φιλμικό κείμενο έχει υπονοήσει με εικόνες, θυσιάζοντας κάτι από την υπαινικτικότητά του για χάρη της προσβασιμότητας από οπαδούς του horror που δεν θέλουν να το πολυψάχνουν το πράγμα. Δεκτός ο συμβιβασμός, φέρνει εισιτήρια χωρίς να πληγώνει ανεπανόρθωτα την εικόνα της ταινίας ή να διακινδυνεύει τη συνολική της θέση. Τεχνικές ανορθογραφίες πάντως δεν υπάρχουν, ο ρυθμός είναι σφιχτός και εξαφανίζει τις ενστάσεις για τη μεγάλη διάρκεια, το εξαιρετικό sound design και η μουσική είναι στην υπηρεσία του τρόμου χωρίς υπερβολές, ενώ η κεντρική ερμηνεία από τη Σόσι Μπέικον είναι πολλές σκάλες πάνω από το επαρκές. Συμπερασματικά, όσο και αν η πετυχημένη διαφήμιση προσπαθεί να πείσει ότι το Smile είναι μία ταινία συγκεκριμένης και εύκολης αισθητικής, στην πραγματικότητα αποδεικνύεται ένα τολμηρό ρίσκο που απευθύνεται σε μία ευρύτατη μάζα θεατών, χωρίς να είναι απλώς «κάτι απ’ όλα». Ο Πάρκερ Φιν μπαίνει στον χορό του σινεμά τρόμου ως ένας μάλλον μορφωμένος νεαρός καλλιτέχνης παρά ως ένας δυναμικός στυλίστας και το όνομά του σημειώνεται με ανεπιφύλακτη χαρά για το μέλλον.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑