Reviews The Ballad of Buster Scruggs

29 Νοεμβρίου 2018 |

0

The Ballad of Buster Scruggs

Σκηνοθεσία: Αδερφοί Κοέν

Παίζουν: Τιμ Μπλέικ Νέλσον, Τζέιμς Φράνκο, Λίαμ Νίσον, Χάρι Μέλινγκ, Τομ Γουέιτς, Ζόι Καζάν, Μπρένταν Γκλίσον

Διάρκεια: 133′

Άγρια Δύση, 19ος αιώνας: το μέρος όπου η ανθρώπινη ζωή κοστίζει λιγότερο από οπουδήποτε. Το ευτελές του πολυτιμότερου αγαθού του ανθρώπου μοιάζει να ταιριάζει γάντι στη μυθοπλασία των αδερφών Κοέν και διόλου τυχαία το Φαρ Ουέστ αποτελεί τον τόπο που φιλοξενεί την πρώτη σπονδυλωτή τους ταινία. Η μπαλάντα τους αποτελείται από έξι ιστορίες διαφορετικών υφολογικών καταβολών, με κοινό γνώμονα την πάγκοινη ανθρώπινη μοίρα.

Οι ιστορίες των Κοέν εξετάζουν το ζήτημα της ζωής στην Άγρια Δύση –και το πόσο εύκολα αυτή τερματίζεται– υπό διαφορετική σκοπιά και με ποικίλες καταλήξεις. Αρχικά, με την εμφάνιση του γκροτέσκου Μπάστερ Σκραγκς ο θεατής αφήνεται να πιστέψει ότι πρόκειται να παρακολουθήσει μία ακόμα φάρσα των δαιμόνιων αδερφών που εξετάζει το παράλογο της ανθρώπινης ζωής. Όμως, αν κάτι αγαπούν ολόψυχα οι συγκεκριμένοι δημιουργοί είναι να ξεγελούν το κοινό τους και η συγκεκριμένη εισαγωγή αποτελεί περίτρανη απόδειξη αυτού. Έτσι, ο σαχλός λευκοφορεμένος φιγουρατζής τροβαδούρος που καλωσορίζει τον θεατή στο φιλμ δεν είναι τίποτα άλλο παρά η καρτουνίστικη προβολή του τρόπου που απεικονίζεται η Άγρια Δύση στον κινηματογράφο: ασυγχώρητα αφελής, επιτηδευμένα μονόπλευρος και γεμάτος από εξωπραγματικούς ήρωες που δεν απηχούν τίποτα άλλο παρά τις συναισθηματικές ανάγκες του κοινού. Το πρελούδιο των Κοέν είναι σαρκαστικά κεφάτο και πλημμυρισμένο από τη διάθεση τους για αποδόμηση.

Ο κωμικός τόνος κυριαρχεί και στην επόμενη ιστορία, η οποία παρότι μικρής εμβέλειας εμφορείται πλήρως από τον κεντρικό θεματικό άξονα του φιλμ, που δεν είναι άλλος από την κοενική ματαιότητα και την πρόσκληση για απολαυστική ανάγνωση του αναπόδραστου της ζωής. Ένας νταής ληστής τραπεζών βρίσκει τον μπελά του από έναν άψογα οχυρωμένο γέρο τραπεζίτη. Η αποτυχημένη ληστεία αποτελεί την αρχή μίας σειρά περιπετειών και παιχνιδιάρικων γυρισμάτων της τύχης, με την κατάληξη προ πολλού προδιαγεγραμμένη.

Με το πέρας της δεύτερης ιστορίας όμως, η ταινία αρχίζει να ψηλαφεί τις αληθινές της διαστάσεις. Τη σκυτάλη αναλαμβάνει ένας θιασάρχης που περιφέρει τον μοναδικό ερμηνευτή του, έναν ηθοποιό χωρίς άκρα αλλά με δυνατή φωνή, από το ένα άγονο τοπίο στο άλλο, με έναν θεσπέσιο ο Λίαμ Νίσον στο ρόλο του πρώτου και τον Χάρι Μέλινγκ αληθινή αποκάλυψη στο ρόλο του δεύτερου. Μία σπουδαία ιστορία που ακολουθεί κατά γράμμα τους κανόνες της αφηγηματικής οικονομίας και έρχεται να συμπληρώσει τις χρόνιες σκέψεις των Κοέν για τη φαυλότητα της βιομηχανίας του θεάματος. Λαμβάνοντας κανείς υπόψη ότι η ταινία αυτή γυρίστηκε για λογαριασμό του τηλεοπτικού Νέτφλιξ, η τρίτη ιστορία του έργου αποκτά διαστάσεις θλιβερού αποχαιρετισμού στον κινηματογράφο όπως τον ξέραμε, ενώ εύκολα μπορεί κανείς να ανιχνεύσει και μία ελαφριά αυτοκριτική διάθεση των αδερφών. Η λυσσαλέα αναζήτηση κέρδους που αποτέλεσε κινητήριο δύναμη του αμερικανικού σινεμά σημαίνει και το τέλος της αρχετυπικής μορφής του.

Ακολουθεί ο Τομ Γουέιτς ως αξιαγάπητος μοναχικός χρυσοθήρας, στην πιο φυσιολατρική ιστορία της ανθολογίας. Αληθινός πρωταγωνιστής σε αυτό το one man show του λατρεμένου τραγουδοποιού,ο οποίος δίνει την πιο αξιομνημόνευτη και ψυχωμένη ερμηνεία της καριέρας του και όλου του έργου, είναι η ίδια η φύση. Ένας καταπράσινος παράδεισος που τίθεται σε κραυγαλέα αντίθεση με όσα τοπία προηγήθηκαν και όσα έπονται. Μία γη της επαγγελίας στη μέση του πουθενά, όπως και όλα τα τοπία της ταινίας, που διαταράσσεται μόνο από την ανθρώπινη παρέμβαση. Μία βιβλικών καταβολών ιστορία, μία ανατροπή του μύθου του Κάιν και του Άβελ, μα κυρίως μία βαθιά υπόκλιση στο υπεράχρονο κάλλος της φύσης και την αντίθεση που αυτό δημιουργεί με το εφήμερο του ανθρώπου, που απειλεί να το διαταράξει, μέσα στην αδυναμία του να το κατανοήσει. Ο άνθρωπος ως έκπτωτος και εσαεί παράταιρος προς την φυσική τελειότητα.

Η πέμπτη ιστορία είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια και η μόνη προικισμένη με αφηγηματικό και δραματουργικό υλικό που θα μπορούσε να στοιχειοθετήσει με απόλυτη επάρκεια μία μεγάλου μήκους ταινία, διαθέτοντας μία Ζόι Καζάν κοενικότερη του αναμενομένου. Μία νεαρή γυναίκα ακολουθεί τον αδερφό της και ένα μεγάλο καραβάνι σ’ ένα μακρύ ταξίδι που θα την οδηγήσει σ’ έναν προκατασκευασμένο γάμο και ως εκ τούτου σ’ ένα ευοίωνο μέλλον. Σε αυτό το κεφάλαιο, το αναπάντεχο της ζωής και η πλήρης αβεβαιότητα παρουσιάζονται ως τα σημαντικότερα συστατικά στοιχεία της ζωής στην Άγρια Δύση, πολλώ δε μάλλον για μία γυναίκα. Ο πουριτανισμός που δολοφονεί τα όνειρα άμα τη δημιουργία τους, ένας τραγικά δύσκαμπτος ηθικός κώδικας που αποστρέφεται τις συναισθηματικές ανάγκες των βαπτισμένων στη μοιρολατρία Αμερικανών, αποτελεί το προσφορότερο έδαφος για να αναπτυχθεί η τραγωδία, που δεν είναι άλλη από την εμφατική διάλυση κάθε ελπίδας. Εδώ οι Κοέν παραθέτουν και ένα κομψό, πικρό μα όχι πικρόχολο, πάντως εκ του ασφαλούς ορμώμενο σχόλιο πάνω στη γυναικεία χειραφέτηση.

Πριν γίνει λόγος για την έκτη ιστορία, που έχει άλλωστε χαρακτήρα αφηρημένης σύνοψης, χρήσιμο είναι να γίνουν κάποιες συνολικές παρατηρήσεις. Παρότι λοιπόν όλα τα στοιχεία που θυμίζουν τον κινηματογράφου του μάτσο Γουέστερν είναι εδώ, οι Κοέν αρνούνται να προβούν σε μία στείρα κανιβαλιστικού τύπου διαπόμπευση του είδους. Απομακρύνονται νωρίς από την γραφική απεικόνιση των χαρακτήρων τους που εισάγει τον θεατή στο κλίμα της ταινίας και αναζητούν πιο εσωτερικά και μεστά αφηγηματικά μονοπάτια. Όλα τα στερεότυπα είναι εδώ ˙ σπιρούνια, περίστροφα, άμαξες, Ινδιάνικες απειλές και πλείστα όσα, όλα ενταγμένα στο δυσοίωνο υπαρξιακό σύνδρομο της ματαιότητας. Η σύνδεση των Κοέν με τα κλισέ άλλωστε υπήρξε ανέκαθεν μοναδική. Από το Blood Simple έως και σήμερα, κανένας άλλος δημιουργός δεν έχει καταφέρει να στοχαστεί τόσο βαθιά πάνω στην ίδια την έννοια του στερεοτύπου.

Αυτή η σχέση αγάπης των δημιουργών με τις κοινοτοπίες, από τις οποίες βέβαια το γουέστερν ως είδος είναι υπερπλήρες, εδώ έρχεται να απογειωθεί. Τι νόημα έχει να ξεφύγεις από τα κλισέ, όταν η ζωή είναι ένα άθροισμα συμπτώσεων; Για τους Κοέν, το νόημα που αναζητά ο άνθρωπος σαν φάρο στο υπαρξιακό του κενό είναι η μεγαλύτερη αυταπάτη. Τόσο μεγάλη που οριοθετεί κάθε ανθρώπινο κατασκεύασμα σαν προσπάθεια άρνησης της παγερής αλήθειας ότι η ζωή δεν διαπνέεται από κάτι το συνεχές που φωτίζει τις πράξεις του ανθρώπου. Θρησκεία, ερωτικές επαφές, χρήμα και οι υπόλοιπες εμμονές των κοενικών χαρακτήρων υπάρχουν επειδή δεν μπορούν να αποδεχτούν την απουσία της νοηματοδοτούσας πνοής στα πράγματα. Ως εκ τούτου, εύκολα μπορεί κανείς να θεωρήσει ότι η ηθική στάση του δημιουργικού ντουέτου είναι μηδενιστική, χωρίς όμως αυτό να είναι ακριβές. Οι στιγμές, ατάκτως ερριμένες και ασύνδετες, διαθέτουν τη δική τους αρμονία, η οποία διαταράσσεται από την απόπειρα του ανθρώπου να τις ενώσει με όσα μπορεί να χωρέσει ο λογισμός του.

Σε μία άγρια Δύση που όπως την κινηματογραφούν σταθερά οι Κοέν αποτελεί γόνιμο έδαφος για την ηθικολογία, αυτοί επιλέγουν να σατιρίσουν, ακόμα και βάναυσα όπου κρίνουν απαραίτητο, και ταυτόχρονα να αφουγκραστούν την εποχή. Καθ’ όλη τη διάρκεια του φιλμ διακρίνει κανείς κάτι το οργιωδώς παλιομοδίτικο, σαν ένα διαρκές αστείο που στρέφεται κατ’ αρχήν προς τους ίδιους. Η μπαλάντα τους μοιάζει με ειρωνική ερωτική εξομολόγηση και με σύνοψη της φιλοσοφίας τους. Δεν ρεφορμίζουν, μένουν πιστοί στα διδάγματά τους, αλλά δεν γνωρίζουν ιερές αγελάδες. Το χαρακτηριστικό κοενικό χιούμορ βρίσκει έναν απίθανο τρόπο να συνυπάρξει με τη Φορντική αύρα του φιλμ.

Ο αληθινός ήρωας πάντως πίσω από τη συγκεκριμένη δημιουργία είναι ο εξαιρετικός διευθυντής φωτογραφίας Μπρουνό Ντελμπονέλ, τον οποίο εμπιστεύονται εκ νέου οι αδερφοί μετά τη συγκλονιστική δουλειά του στο αριστουργηματικό Inside Llewyn Davis. Τα τοπία είναι απαστράπτοντα και απολύτως διακριτά, ενώ τα συνέχει η απόλυτη αίσθηση ερημιάς, χρωματισμένη ανάλογα με τις συναισθηματικές διακυμάνσεις των χαρακτήρων. Η απεραντοσύνη του φυσικού τοπίου κρύβει και την απέραντη μοναχικότητα των ηρώων, που διαθέτουν μία αίσθηση συνεχούς άσκοπης περιπλάνησης η οποία με τη σειρά της αντανακλά τη στάση των Κοέν περί ματαιότητας. Ο Γάλλος οδηγεί το φιλμ από το πνιγηρό σκοτάδι στο άπλετο φως με απίθανη φυσικότητα και κάδρα που μοιάζουν απέραντα. Ιδανικός αρωγός στέκει βέβαια και ο σταθερός κοενικός συνεργάτης μουσικός Κάρτερ Μπάργουελ, που εισφέρει μία σειρά από ευφάνταστες μελωδίες που σέβονται πλήρως τον επικουρικό τους χαρακτήρα.

Μετά από πέντε πολύ διαφορετικές υφολογικά ιστορίες, η έκτη και τελευταία έρχεται να παραθέσει ποιητικά την κεντρική ιδέα των Κοέν. Τρεις άγνωστοι βρίσκονται μέσα σε μία άμαξα και οδεύουν προς κοινό προορισμό. Περνούν την ώρα τους μιλώντας, κυρίως διαφωνώντας, εκφράζοντας απόψεις που απηχούν τις ταξικές τους -και όχι μόνο- διαφορές. Απέναντι τους εντός της αμάξης, ένας Άγγλος και ένας Ιρλανδός, συνεργαζόμενοι κυνηγοί επικηρυγμένων. Τούτη εδώ η μακάβρια εκδήλωση λατρείας προς το αρχετυπικό Stagecoach του 1939 μοιάζει ταυτόχρονα ασταμάτητα κινούμενη και στατική. Μόνη βεβαιότητα της είναι ο τελικός προορισμός.

Ο θάνατος είναι εκεί και περιμένει. Το μόνο σίγουρο μέλλον όλων θα έρθει δίχως διακρίσεις, ανεξάρτητα από το πώς έζησε ο καθένας τη ζωή του. Πουριτανός ή ελευθέρων ηθών, προσηνής ή βλοσυρός, ιδεολόγος ή κυνικός αποδομητής. Το μόνο που δύναται  στην πραγματικότητα να κάνει είναι να αποδεχθεί το αναπόδραστο φινάλε του και να ζήσει το ταξίδι του μέχρι εκεί με τον τρόπο που αυτός προκρίνει, κρατώντας μία τελευταία υπόκλιση για την αυλαία. Την τελευταία από τις μεγάλες συμπτώσεις που ορίζει ουσιαστικά την ύπαρξη. Η ζωή είναι ένα διάλειμμα από τον αιώνιο θάνατο και είναι ιδιαιτέρως σύντομο. Οι αδιάσειστες απόψεις περί της αληθούς φύσης του ανθρώπινου όντoς και οι πανανθρώπινες αξιακές κρίσεις δίκην Θεού το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να κοστίσουν πολύτιμο χρόνο. Οι Κοέν είναι οπαδοί μίας ουσιωδέστερης χρησιμοποίησής του και, βλέποντας κανείς την καλοφτιαγμένη μπαλάντα τους, είναι δύσκολο να διαφωνήσει.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑