What's On Girl

16 Νοεμβρίου 2018 |

0

Girl

Σκηνοθεσία: Λούκας Ντοντ

Παίζουν: Βίκτορ Πόλστερ, Νέλε Χάρντιμαν

Διάρκεια: 100′

H 15χρονη Λάρα τρέχει σε μια φρενήρη κούρσα με μόνο αντίπαλο τον εαυτό της, ενώ η γραμμή του τερματισμού την περιμένει με ανοιχτές αγκάλες. Λαχταρά όχι απλώς να γίνει το Κορίτσι του τίτλου, αλλά προσπαθεί με λύσσα και μανία να περάσει απευθείας στο στάδιο της γυναίκας. Η Λάρα, σε πρώτο επίπεδο ανάγνωσης, είναι εγκλωβισμένη στο εκ γενετής αγορίστικο σώμα της, από το οποίο θα απαλλαγεί πολύ σύντομα μέσω εγχείρησης αλλαγής φύλου. Αυτός ο εγκλωβισμός, λοιπόν, τον οποίο βιώνει σε ακραίες τιμές, πέρα από το έχει ημερομηνία λήξης, υφίσταται αποκλειστικά εντός της, καθώς η ίδια (όπως της υποδεικνύει και ο ειδυλλιακά υποστηρικτικός πατέρας της) «είναι ήδη αυτό που πρόκειται να γίνει».

Η Λάρα δεν βιώνει στην καθημερινότητά της οποιαδήποτε μεταιχμιακή κατάσταση συγκεχυμένου ερμαφροδιτισμού, ικανή να την οδηγήσει σε ένα καθεστώς πνιγηρής περιθωριοποίησης. Η Λάρα συστήνεται ως κορίτσι, γίνεται αντιληπτή ως κορίτσι, προβάλλει με αβίαστη άνεση την εικόνα μιας καθόλα θελκτικής και ευπαρουσίαστης νεαρής κοπέλας και όχι ενός ασουλούπωτου θηλυπρεπούς αγοριού. Η Λάρα αυτοπροσδιορίζεται, ευθύς εξαρχής, τόσο εμφατικά, ώστε καθιστά σχεδόν τεχνητή και πλεονάζουσα τη στεντόρεια διακήρυξη ταυτότητας που εκκολάπτεται στα σπλάχνα της ταινίας.

Πέρα από τη δική της ξεκάθαρη στάση, η Λάρα δεν έχει να αντιμετωπίσει αντίρροπες ή αναχαιτιστικές δυνάμεις από τον περίγυρό της. Ο πατέρας της δεν έχει επ’ ουδενί μετατρέψει τον δικό της καημό σε δικό του, δεν υποδύεται σε καμία στιγμή τον ψυχικά αποκαμωμένο γονιό που νιώθει αδικημένος από τα καμώματα και τα καπρίτσια του παιδιού του. Αντιθέτως, ακούει ευλαβικά, αφουγκράζεται υπομονετικά, ανησυχεί συνετά και όχι πανικόβλητα και ασφυκτικά.

Τα οικογενειακά τραπεζώματα δεν υπονοούν, μέσα από την κινηματογράφησή τους, ούτε για ένα δευτερόλεπτο οποιαδήποτε πλάγια ή έμμεση χλεύη. Κανείς δεν τοποθετεί τη Λάρα στην άβολη θέση του περίεργου και αλλοπρόσαλλου εκθέματος, κανείς δεν την αφήνει ανυπεράσπιστη βορά στις ορέξεις ενός δηλητηριώδους κουτσομπολιού. Παράλληλα, το ενδιαφέρον και η στήριξη που λαμβάνει από ολόκληρο το ιατρικό επιτελείο που την παρακολουθεί (ψυχολόγος και γιατρός που χειρίζεται τα της επέμβασης) είναι υποδειγματική, προσεγμένη και τρυφερή.

Η Λάρα, πέρα από την επικείμενη αλλαγή φύλου, την οποία πεισματικά και επίμονα παλεύει να επισπεύσει πριν τη δρομολογημένη ώρα της, βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι όσον αφορά το όνειρό της να γίνει μπαλαρίνα. Ένα όνειρο, το οποίο σταδιακά λαμβάνει τη μορφή μιας μαζοχιστικής εμμονής. Η Λάρα θα αλλάξει φύλο κι επίσημα, θα γίνει κορίτσι, αλλά δεν μπορεί να ξεφορτωθεί τα ανδρικά της πέλματα, τα οποία δεν είναι φτιαγμένα για πουέντ και πα-ντε-μπουρέ.

Η Λάρα, θολωμένη από την αδυναμία της να σταθεί ως χορεύτρια επιπέδου πρωταθλητισμού (καθώς δεν αρκείται σε μια απλή ενασχόληση, έστω σε υψηλό επίπεδο, αλλά στοχεύει μόνο μια απρόσιτη κορυφή) και ψυχαναγκαστικά ασθμαίνουσα υπό το βάρος μιας ανυπομονησίας που ποτέ δεν μας διατυπώνεται επαρκώς –είτε ρητά είτε σιωπηρά, αυτό δεν θα είχε σημασία- είναι διατεθειμένη να καταστρέψει τον πρότερο εαυτό της, για να βρεθεί μια ώρα αρχύτερα κοντά στο πεπρωμένο της.

Το Girl του μόλις 27χρονου Φλαμανδού Λούκας Ντοντ έφυγε με τις αποσκευές του φορτωμένες από το τελευταίο Φεστιβάλ των Καννών: Χρυσή Κάμερα για Πρωτοεμφανιζόμενο Σκηνοθέτη, Queer Φοίνικας και Βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας, στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα», για τον -όντως εντυπωσιακό- Βέλγο χορευτή Βίκτορ Πόλστερ, που ενσαρκώνει τη Λάρα. Ο Ντοντ, κινούμενος στα εκφραστικά μονοπάτια των συμπατριωτών του αδερφών Νταρντέν, ρίχνει συνειδητά τους τόνους του δράματος, αποπνέει μια καλοδεχούμενη νατουραλιστική αμεσότητα άνευ εξάρσεων, λούζει με ζεστούς χρωματικούς τόνους την ψυχική ενδοσκόπηση της Λάρα και με γυάλινους παγωμένους φωτισμούς τις στιγμές απόγνωσης και πανικού. Καταλήγει, όμως, και πολύ δυστυχώς, να υποκύπτει ολοκληρωτικά στον πειρασμό ενός πρωθύστερου σχήματος, που ανταλλάσσει θέσεις ανάμεσα στη ψυχολογική αντίδραση και τη φιλμική δράση.

Πατώντας με χέρια και πόδια στα ζητήματα έμφυλης ταυτότητας που έχουν βρει τη θέση που τους αξίζει στην ατζέντα της εποχής μας, αντιμετωπίζει ίζει το ζήτημα που πραγματεύεται με μια σημαιοστολισμένη «τόλμη», η οποία, τουλάχιστον στο δικό μου μυαλό, μεταδίδει την αίσθηση μιας χειριστικής προχειρότητας. Και προκρίνει ένα φινάλε υποτιθέμενης λύτρωσης, το οποίο αποζητά με εκβιαστική πρεμούρα το θέλγητρο της πρόκλησης.

Η οποία, αποδεικνύεται κενή περιεχομένου, όχι επειδή τάχα μου σοκάρει υπέρμετρα (έχουμε δει αδιανόητα πιο σοκαριστικά φινάλε), αλλά επειδή φαντάζει τεχνητή και ξέπνοη. Το καταληκτικό πλάνο του Girl βάζει τα δυνατά του να μας μεταδώσει ένα κλίμα πανηγυρικής απελευθέρωσης, παλεύοντας να δικαιώσει όχι την ηρωίδα του, την οποία αγαπά ως συμβολική σημαδούρα και όχι ως αληθινή οντότητα, αλλά το δικό του ατελές σύμπαν.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑