The Voyager

Σκηνοθεσία: Φόλκερ Σλέντορφ

Παίζουν: Σαμ Σέπαρντ, Ζουλί Ντελπί

Διάρκεια: 117′ 

Ο βετεράνος (και εκτός φόρμας εδώ και μπόλικα χρόνια) Γερμανός σκηνοθέτης Φόλκερ Σλέντορφ, εκ των πρωτεργατών του Neuer Deutscher Film που άλλαξε άρδην το τοπίο του γερμανικού σινεμά στα 60s και στα 70s, μπορεί να περηφανεύεται για μια διαχρονική αρετή που τον συνόδευσε σε ολόκληρη την καριέρα του: σπανίως συναντά κανείς σκηνοθέτη που έχει μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη τέτοιο αριθμό λογοτεχνικών διαμαντιών.

Από το The Lost Honor of Katharina Blum (1975) του Χάινριχ Μπελ ώς το The Handmaid’s Tale (1990) της Μάργκαρετ Άτγουντ (ναι, το συγκλονιστικό αυτό μυθιστόρημα είχε «ανακαλυφθεί» και πολύ πριν το τσιμπήσει το HBO) κι από The Tin Drum (1979) του Γκίντερ Γκρας (που χάρισε στον Σλέντορφ έναν Χρυσό Φοίνικα εξ ημισείας με τον Κόπολα) ώς το Return to Montauk (2017) του Μαξ Φρις, ο Σλέντορφ έχει επισκεφτεί ορισμένα από τα πιο εμβληματικά μνημεία της λογοτεχνίας του 20ού αιώνα.

Το Voyager του Σλέντορφ αντλεί έμπνευση από το θρυλικό μυθιστόρημα Homo Faber (1957) του γερμανόφωνου Ελβετού συγγραφέα Μαξ Φρις, ο τίτλος του οποίου παραπέμπει σε μια φιλοσοφική έννοια που κάνει την εμφάνισή της ήδη από τον 14ο αιώνα και την Αναγέννηση, ενώ στον 20ο αιώνα γίνεται μνεία στον συγκεκριμένο όρο τόσο από τον Ανρί Μπερξόν όσο και από τη Χάνα Άρεντ. Ο homo faber, λοιπόν, είναι ο άνθρωπος – κατασκευαστής, ο άνθρωπος – δημιουργός, ερχόμενος σε σταθερή αντιπαραβολή με δύο όρους προς τους οποίους λειτουργεί αντιθετικά και παραπληρωματικά.

Αρχικά με τον όρο deus faber, σε μια σύγκρουση που υποδηλώνει την εξύψωση του ανθρώπου, ο οποίος διεκδικεί πλέον το προνόμιο του θεού να δημιουργεί, να είναι φορέας της ζωογόνου πνοής. Δευτερευόντως, με τον όρο homo adorandus, σε μία σύγκριση που και πάλι ρίχνει το βάρος στη διαδικασία αποδέσμευσης του ανθρώπου από τα ασφυκτικά δεσμά του παρελθόντος. Ο άνθρωπος παύει να αρκείται στη λατρεία του θεού, αλλά αναλαμβάνει να ορίσει και κυρίως να κατασκευάσει τον δικό του κόσμο.

Ο κεντρικός ήρωας της ταινίας (και του βιβλίου) ονομάζεται διόλου τυχαία Φάμπερ και βρίσκεται σε ένα μόνιμο καθεστώς ολικής συναισθηματικής απεμπλοκής από οτιδήποτε τον περιβάλλει. Ο Σαμ Σέπαρντ, μια δωρική χαρακωμένη φιγούρα, ενσαρκώνει έναν άνθρωπο που θα λαχταρούσε να μεταμορφωθεί σε μηχανή, που αναλύει κάθε συναίσθημα στα εξ ων συντίθεται, κατακρεουργώντας το αληθινό του φορτίο.

Ο Φάμπερ, ένας υποδειγματικός και ψυχαναγκαστικός γεωμέτρης, αδυνατεί να εγκαταλείψει τον χάρακά του ακόμη και όταν βιώνει μια near death εμπειρία, η οποία αντί να τον συγκλονίσει συθέμελα, τον ωθεί να αντιμετωπίσει ακόμη πιο φανατισμένα τη ζωή σαν μια τυχαία χημική διεργασία. Το Voyager μοιάζει να είναι αυστηρά προσηλωμένο σε μία ιδέα θανάτου και αναπόδραστου ντετερμινισμού, εξοβελίζοντας όμως την οποιαδήποτε υπόνοια θρήνου και μοιρολογιού. Ο θάνατος, ιδωμένος από μία πνευματική σκοπιά, δεν είναι παρά το αναγκαίο στάδιο για την οικοδόμηση μιας στοιχειώδους αίσθησης ταυτότητας.

Συνεχώς και αέναα μετακινούμενος, δίχως καμία σταθερά, χωρίς καμία μεταφορική ή κυριολεκτική πατρίδα, ο Φάμπερ είναι αχαρτογράφητος, έτοιμος να εξαϋλωθεί, βουτηγμένος σε ένα λελογισμένο παραλογισμό. Μέσα από μια ελλειπτική αφήγηση, σε ένα κόσμο θνήσκοντα και αποκαμωμένο, που βρίσκεται σε μόνιμη συνθήκη σούρουπου, γίνεται το σύμβολο των κραδασμών μιας αμήχανης γέννησης, το όχημά που γκρεμοτσακίζεται σχεδόν οικειοθελώς μπας και προκύψει μια νέα αρχή από τα συντρίμμια.

 

Το Voyager βρίθει από αντιθέσεις, οι οποίες γεννούν μονάχα την αμφιβολία και σε καμία περίπτωση, τη βεβαιότητα. Πίστη στην πρόοδο ή άφεση στις συμπτώσεις; Ορθολογιστικά κεκτημένα ή αρχέτυποι μύθοι; Δυσοίωνη απαισιοδοξία ή αποστασιοποιημένη αισιοδοξία; Ανθρώπινες επιλογές ή θεόσταλτο κισμέτ; Εξορθολογισμός της έλξης ή ονειροπόλος πίστη στη δύναμη της αγάπης; Το αμαρτωλό και (σχεδόν κυριολεκτικά) προπατορικό μυστικό που κυοφορείται (το οποίο είναι εύκολα προβλέψιμο από την πρώτη στιγμή, είναι η αλήθεια) αποκτά δραματική υπόσταση ακριβώς μέσα από την αποδραματοποίησή του.

Δυστυχώς, όσο βαδίζουμε προς το φινάλε, ο Σλέντορφ μελοδραματίζει και στρογγυλεύει τις αιχμηρές γωνίες του Φρις που κόβουν την ψυχή στα δύο: όσο κι αν απομακρυνθούμε από τον κόσμο και τη ζωή, σε κάποια στιγμή θα διαπιστώσουμε ότι βρισκόμαστε εκ νέου στην αφετηρία, μονάχα πολύ πιο εξαντλημένοι και απελπισμένοι σε σύγκριση με το ξεκίνημα.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑