Reviews Sweet Movie (1974)

3 Απριλίου 2023 |

0

Sweet Movie (1974)

Σκηνοθεσία: Ντούσαν Μακαβέγιεφ

Πρωταγωνιστούν: Άννα Προύκναλ, Κάρολ Λορ

Διάρκεια: 99′

Η γέφυρα στο κανάλι του Άμστερνταμ ανοίγει θριαμβευτικά, σχεδόν ιπποτικά, για να διαβεί το καράβι της Ιστορίας. Στην πλώρη του είναι επιβλητικά σκαλισμένη η δακρυσμένη μορφή του Καρλ Μαρξ, ενώ ακριβώς από πάνω του διακρίνεται η Άννα Πλανέτα, με βλέμμα καθαρό σαν μια γυναίκα σε αποστολή, έτοιμη να ανάψει τη σπίθα της επανάστασης σε όλη την οικουμένη. Συνεπιβάτης της ένας ναύτης που ξέμεινε από το πλήρωμα του θρυλικού Ποτέμκιν˙ οι δυο μαζί φαντάσματα, φορείς ενός προ πολλού χαμένου ιδεώδους, απομεινάρια της αγωνιστικής σοσιαλιστικής ουτοπίας που η πραγματικότητα αποκαθήλωσε με κρότο.

Στην άλλη άκρη του κόσμου, λίγο νωρίτερα, ένας ζάμπλουτος μεγιστάνας διεξάγει καλλιστεία παρθενίας, όπου νεαρές πανέμορφες παρθένες διαγωνίζονται για τη θέση της συζύγου του, περνώντας από λεπτομερή εξέταση από γυναικολόγο. Νικήτρια η Μις Καναδάς, τα γεννητικά όργανα της οποίας ακτινοβολούν. Σε μία σπαρταριστή σεκάνς, ο Μακαβέγιεφ εξαπολύει μία επιθετική ρητορική έναντι των θαυμάτων του ελεύθερου κόσμου, των δικών του αρρωστημένων θεσμών, μίας κουλτούρας όπου τα πάντα επιτρέπονται αρκεί να αποδοθεί το κατάλληλο αντίτιμο, όπου αυτό που σήμερα αποκαλούμε εύσχημα αντικειμενοποίηση του γυναικείου σώματος αποκτά τις πιο κυριολεκτικές του διαστάσεις.

Αμέσως μόλις κυκλοφόρησε, το Sweet Movie προκάλεσε κατακλυσμιαίες αντιδράσεις, λογοκρίθηκε και απαγορεύτηκε σε πολλές χώρες. Η πρωταγωνίστρια Άννα Προύκναλ στερήθηκε το διαβατήριό της και δεν μπόρεσε να επιστρέψει στην Πολωνία για χρόνια. Λοιδορήθηκε ως κοπροφιλικό, εμετοφιλικό και πορνογραφικό, ενώ ο τρόπος που επιτίθεται σαρκαστικά στις κυρίαρχες ιδεολογίες το κατέστησε αντιπαθές σε κάθε πιθανό στρατόπεδο. Φανταζόμαστε τον προβοκάτορα Ντούσαν Μακαβέγιεφ να διασκεδάζει με το σαρωτικό κύμα αποδοκιμασίας που εισέπραξε η ταινία του˙ το έργο του είναι απερίφραστα προκλητικό, γεμάτο ευθείες επιθέσεις στην κρατούσα αισθητική και ηθική της κινηματογραφικής εικόνας του καιρού του. Παρά την αναμφίβολη αμετροέπειά του, όμως, διαθέτει τόσο πλούσιο συμβολισμό που όταν καταλαγιάζει η αρχική αποστροφή που προξενεί το αλλοπρόσαλλο θέαμα, η παιγνιώδης διάθεσή του αφήνει έντονο το κυνικό της αποτύπωμα.

Κινηματογραφώντας πρόωρα αυτό που αργότερα θα αποκαλούνταν το τέλος της ιστορίας του «σύντομου» εικοστού αιώνα, ο Μακαβέγιεφ θέτει στη μία όψη του νομίσματος τον «ελεύθερο κόσμο» σε πλήρη αποσύνθεση, παραδομένο στην καταναλωτική μανία σε σημείο τελειωτικής αποβλάκωσης. Στην άλλη όψη τοποθετεί το σοσιαλιστικό ιδεώδες που κουβαλά ένας περιφερόμενος πλωτός θίασος, ερωτευμένος με τα σύμβολα και το ένδοξο παρελθόν του, με τις σημαίνουσες φιγούρες του, σαν φαρσοκωμική παρωδία του εαυτού του. Η διαπάλη των ιδεολογιών, ο πόλεμος των δύο κοσμοθεωριών που κυριάρχησε στον πλανήτη για δεκαετίες, βαίνει προς ένα μεγάλο φινάλε, με τις αντιμαχόμενες δυνάμεις να έχουν διολοσθήσει στην πλήρη αλλοτρίωση, ανοίγοντας την πόρτα σε ασύλληπτες φρικαλεότητες. Παίρνοντας από το πρώτο πλάνο αμετάκλητο διαζύγιο από τον ρεαλισμό και τους κανόνες της γραμμικής αφήγησης, ο Σέρβος δημιουργός χρησιμοποιεί ποικίλα μέσα για να επιτεθεί στις αισθήσεις του κοινού. Τα γελοία καμώματα των χαρακτήρων εναλλάσσονται με αληθινά πλάνα από τα θύματα της σφαγής του Κατίν, ενώ ο Μάνος Χατζιδάκις σιγοντάρει με πανέμορφες μελωδίες τα ετερόκλητα τεκταινόμενα, διαμορφώνοντας ελεγειακές αντιθέσεις στην οργασμική και πολύπλοκη κινηματογράφηση του Μακαβέγιεφ.

Άναρχο και αινιγματικό, το Σουήτ Μούβι ξεγλιστρά από τα χέρια μας κάθε στιγμή που πιστέψαμε ότι μπορούμε να το δαμάσουμε, βγάζοντας συνεχώς  έναν ακόμα απίθανο άσο από το μανίκι του. Το κείμενό του φαντάζει σε σημεία αδιανόητα πυκνό, γεμάτο ανεξίτηλες συμβολικές εικόνες που κομίζουν χωρίς την παραμικρή λέξη ωκεανούς μηνυμάτων, ενώ σε άλλα μοιάζει εμμονικά προσηλωμένο στην πρόκληση και την εξαγρίωση του κοινού του. Μοιάζει να κινείται σε ένα δυστοπικό no man’s land του πολιτικού φάσματος, όπου κυριαρχεί μία φονική τρυφηλότητα στην πιο διεστραμμένη της μορφή, οι ιδεολογίες διατυπώνονται σαν τραγελαφικοί αστεϊσμοί και οι θιασώτες τους μοιάζουν με νεκροζώντανοι που πασχίζουν να ικανοποιούν αλόγιστα τις ανάγκες τους.

Μέσα από μια αποκρουστική σουρεαλιστική εικονογραφία, ο Μακαβέγιεφ κινηματογραφεί υπερσεξουαλικοποιημένα ανεξέλεγκτα σώματα που λικνίζονται αισθαντικά, λουσμένα με κάθε λογής σωματικά υγρά, και χορογραφεί μία φιέστα απορρύθμισης και τελετουργικής φρίκης. Ωστόσο, ο κυνισμός που σαρώνει το φιλμ δέχεται ένα σοβαρό πλήγμα στην τελευταία σεκάνς: «τα παιδιά κάτω στον κάμπο», θύματα της επαναστάτριας Άννα που νομίζαμε νεκρά, σηκώνονται αίφνης και μας κοιτούν κατάματα μέσα από την κάμερα, ενώ πίσω τους διαφαίνεται το τρένο (της προόδου). Αυτή η εικόνα, αμφίσημη φυσικά όπως και ολόκληρη η ταινία, χαρίζει μία νότα ελπίδας στο δημιούργημα του Μακαβέγιεφ που μέχρι εκείνο το σημείο έμοιαζε κατάμαυρο μέσα στην πολυχρωμία του και θεόπικρο μέσα στη «γλύκα» του, αφήνοντάς μας να ψελλίζουμε μουδιασμένοι το πανέμορφα μυστηριώδες τραγούδι του Χατζιδάκι.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑