Μεταφρασμένος τίτλος: «Οι άθλιοι»
Σκηνοθεσία: Τομ Χούπερ
Παίζουν: Χιου Τζάκμαν, Ράσελ Κρόου, Αν Χάθαγουεϊ, Αμάντα Σάιφριντ, Έλενα Μπόναμ Κάρτερ, Σάσα Μπάρον Κοέν
Διάρκεια: 158΄
«Οι άθλιοι» του Βίκτωρος Ουγκώ είναι ένα από αυτά τα μυθιστορήματα-μνημεία της παγκόσμιας λογοτεχνίας που όλοι γνωρίζουν, αλλά ελάχιστοι έχουν διαβάσει στην πρωτότυπη μορφή τους ή στην ολοκληρωμένη μετάφραση. Άλλο κλασικό παράδειγμα που μου έρχεται στο μυαλό αυτή τη στιγμή είναι ο Δον Κιχώτης του Θερβάντες κι όχι, δεν το λέω αυτό για να απενεχοποιήσω το γεγονός ότι δεν έχω διαβάσει το μυθιστόρημα του Ουγκώ (ούτε του Θερβάντες). Είμαι πλήρως ενήμερος για την ιστορία, όμως. Τη διάβασα μικρός σε προσαρμοσμένη για παιδιά εκδοχή, τη διάβασα σε κόμιξ (αυτά τα κλασσικά εικονογραφημένα έσωσαν ζωές… Μάλιστα «Οι άθλιοι» ήταν το πρώτο της εν λόγω σειράς που εκδόθηκε στην Ελλάδα το 1951!), την είδα σε κινούμενα σχέδια, αλλά και σε ταινία (με Λίαμ Νίσον και Ούμα Θέρμαν). Κι αν δεν μας έφτασαν όλα αυτά, πλέον έχουμε και την κινηματογραφική μεταφορά του δημοφιλούς στο Λονδίνο και στο Μπρόντγουεϊ μιούζικαλ.
Ανέκαθεν με συνάρπαζε η ιστορία του Γιάννη Αγιάννη, που για ένα καρβέλι ψωμί βρέθηκε 19 χρόνια στη φυλακή. Αποφυλακίστηκε, αλλά το χαρτί της αποφυλάκισης που κουβαλούσε, του στερούσε κάθε δικαίωμα αληθινής απελευθέρωσης. Άλλαξε ταυτότητα, λοιπόν, με κόπο και ιδρώτα έγινε ευυπόληπτος πολίτης, αλλά στα χνάρια του για χρόνια βρισκόταν ο Ιαβέρης, η μαύρη σκιά, το αντίπαλο δέος, η τυπολατρική προσωποποίηση του νόμου, ο οποίος δεν θα ησύχαζε ποτέ αν δεν τον έφερνε πίσω στη φυλακή.
Όταν ήμουν μικρός είχα τη ψευδαίσθηση, μια ψευδαίσθηση με την οποία μεγαλώνουν όλα τα παιδιά, πως η τήρηση των νόμων σε καθιστά ενάρετο άνθρωπο. Μεγαλώνοντας έμαθα πως κάποια πράγματα δεν έχουν αναλογική συσχέτιση. Η τυπολατρική και αστόχαστη τήρηση των κανόνων, των νόμων και του καθήκοντος μπορούν να σε καθιστούν άβουλο ον, άψυχο σώμα, θύμα, τυφλό άνθρωπο κι ενίοτε μέχρι και συνένοχο εγκληματία (πού αλλού στηρίζεται η θεσμοθετημένη βία αν όχι στην ανοχή, την υπακοή, το εθνικό χρέος και την πίστη στη σημαία;) Η περσόνα του Ιαβέρη, για μένα σαφώς πιο ενδιαφέρουσα από την αντίστοιχη του Αγιάννη, δίνει και μια άλλη διάσταση που τη βιώνουμε και στις μέρες μας σε καθημερινή βάση: Δεν υπάρχει ασφαλέστερος τρόπος για να κρύψεις τα κόμπλεξ σου, τη μικρότητά σου, τη βία σου, το μίσος σου, το ρατσισμό σου, το αίσθημα κατωτερότητάς σου, το μισογυνισμό σου και τον προβληματικό ανδρισμό σου από το να τηρείς, να εφαρμόζεις και να επιβάλλεις με ευλάβεια το γράμμα του νόμου. Ως προστάτης του νόμου, μάλιστα, έχεις την αφροδίσια εξουσία να τυραννάς, να κάνεις τους ανθρώπους να δυστυχούν, να απολαμβάνεις τη μιζέρια τους και να μεγαλώνει το δήθεν ενάρετο εγώ σου.
Πάμε τώρα στην ταινία, γιατί ξεφύγαμε. Όπως προανέφερα, πρόκειται για κινηματογραφική μεταφορά του μιούζικαλ που βασίστηκε στο πολυσέλιδο μυθιστόρημα του Ουγκώ. Μιλάμε για ούτε λίγο ούτε πολύ πενήντα τραγούδια, οπότε αν αποφασίσετε να δείτε την ταινία, προετοιμαστείτε ψυχολογικά. Κάποια είναι επικά κι εντυπωσιακά, άλλα σύντομα σαν ψίθυροι, κάποια ολίγον δακρύβρεχτα και μελοδραματικά, και κάνα δυο καυστικά και σατιρικά, αφού στην πλειάδα εξαίρετων ηθοποιών με απροσδόκητα καλές φωνητικές ικανότητες, συμπεριλαμβάνεται και ο Σάσα Μπάρον Κοέν (βλέπε «Μπόρατ»).
Η ταινία έχει προταθεί για οχτώ όσκαρ, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει η υποψηφιότητα για καλύτερη ταινία της χρονιάς και η υποψηφιότητα του Χιου Τζάκμαν για την ερμηνεία του στο ρόλο του Γιάννη Αγιάννη. Έκοψε πολλά εισιτήρια στις Η.Π.Α. και απευθύνεται, κακά τα ψέματα, κυρίως στους θιασώτες του μιούζικαλ, οι οποίοι, επίσης κακά τα ψέματα, δεν θα απογοητευτούν.