Σκηνοθεσία: Σαμ Πέκινπα
Παίζουν: Γουόρεν Όουτς (ναι, αυτός μόνο)
Διάρκεια: 112′
Έτος παραγωγής: 1974
Ο κεντρικός ήρωας σε κάθε σχεδόν ταινία του Σαμ Πέκινπα είναι φύσει και θέσει μοναχικός και περιθωριακός. Κατοικεί σε ένα κόσμο ανοίκειο και εχθρικό, τον οποίο προκαλεί ασταμάτητα σε ένα άνισο μπρα-ντε-φερ. Καθ’ έξιν ηττημένος και ερωτευμένος από το μεγαλείο της συντριβής του, επωμίζεται με προθυμία την ταμπέλα του «ξένου». Ο πεκινπαϊκός ήρωας είναι ευάλωτος απέναντι στην αλλαγή των καιρών, ανίσχυρος μπροστά στην έλευση του (κάθε) θαυμαστού καινούργιου κόσμου. Ξεροκέφαλος και πεισματάρης, ο πεκινπαϊκός loner τηρεί ευλαβικά έναν κώδικα αξιών, όπου δεσπόζει η άνευ όρων αφοσίωση. Σε ανθρώπους, σε χαμένους έρωτες, σε έναν τρόπο ζωής, σε θύμησες του παρελθόντος.
Ο περιβάλλων χώρος σύντομα μετατρέπεται σε πεδίο μάχης, όπου φυτρώνει ένα συνεχές δίλημμα. Συμβιβασμός και Επιβίωση vs. Περηφάνια και Αφανισμός. Ο θάνατος, ακόμη και αν επέλθει με τρομακτική βιαιότητα, είναι πολύ συχνά η μόνη διέξοδος που οδηγεί σε μια κάποια γαλήνη και ανακούφιση. Ο Γουόρεν Όουτς, με τη σακουλιασμένη μούρη που κινδυνεύει να πατήσει καθώς περπατά και τη φωνή που βγαίνει από το κέντρο της γης, είναι ο πιο πεκινπαϊκός ήρωας σε ολόκληρη την πεκινπαϊκή φιλμογραφία. Είναι ο Μπένι κι έχει αναλάβει μία ανίερη αποστολή. Να φέρει το κεφάλι του Αλφρέδο Γκαρσία.
Γυρισμένο με ελάχιστα χρήματα και εκ προοιμίου καταδικασμένο σε περιορισμένη διανομή, το Bring me the Head of Alfredo Garcia αποτελεί μία από τις ελάχιστες φορές που παραχωρήθηκε στον Πέκινπα ένα μίνιμουμ καλλιτεχνικής ελευθερίας. Ο Πέκινπα λούζει το Μεξικό σε ιδιόρρυθμους και παιχνιδιάρικους τόνους και φωτισμούς, αλλά κρατά τη βάση του βρόμικη, πνιγμένη σε μία τρισάθλια αντηλιά, στερημένη από κάθε ελπίδα. Ο Πέκινπα «ζωγραφίζει» την πορεία του ήρωά του δίχως περιστροφές, με την εναλλαγή των αρχικών πλάνων να δίνει τον χρησμό. Από το ιμπρεσιονιστικό ηλιόλουστο και ράθυμο τοπίο, μεταφερόμαστε σε ένα μπαρόκ τελετουργικό από σκιές, που θυμίζει πίνακα του Ρούμπενς ή του Βελάσκεθ. Η νέα εικόνα αποπνέει πατριαρχία, πνιγηρότητα, εξουσία και -κατά βάση- θάνατο. Η πορεία θα είναι άλλοτε φρενήρης άλλοτε αργή, αλλά σε κάθε στιγμή προδιαγεγραμμένη και αναπόδραστη.
Ωστόσο, ακόμη και η πιο βαθιά συντριβή έχει ανάγκη την ελπίδα, που βρίσκει διέξοδο σε ένα φτηνό κι όμως τόσο πολύτιμο love story. Ας επιστρέψουμε, όμως, στον τίτλο και το περίφημο αυτό κεφάλι, το οποίο δεν θα δούμε ποτέ στην οθόνη, σε μια αδιανόητη παραδοξότητα. Ο στόχος δεν είναι πλέον η αφαίρεση μιας ζωής, αλλά διατήρηση στη ζωή ενός πτώματος. Κάπως έτσι, ο Μπένι θα βεβηλώσει δίχως τύψεις ένα τάφο, θα ατιμάσει το νεκρό σώμα χωρίς ενδοιασμούς. Ούτως ή άλλως, δεν βρίσκει τίποτα ιερό στην ανθρώπινη υπόσταση, την οποία εξισώνει με έναν οποιοδήποτε σωρό από χώμα και κόκαλα.
Μια ασώματος κεφαλή, λοιπόν, η οποία ταξιδεύει πάνω από ζωντανά κεφάλια και τα εποπτεύει, ένας άνθρωπος που έχει πολλαπλασιάσει την αξία του ως νεκρός, ένα κεφάλι που ζέχνει, τραβάει τις μύγες, σαπίζει σε ένα σακούλι, αλλάζει συνεχώς χέρια. Αυτό το κεφάλι θα προσφέρει στον Μπένι τον προσωπικό θησαυρό της αφορμής και του σκοπού, ώστε να υψώσει τη μιζέρια του πάνω από τα στενά όρια της επιβίωσης. Θα τα βάλει με θεούς και δαίμονες, μα πάνω απ᾽όλα με ανθρώπους. Δεν έχει τίποτα να χάσει, μονάχα να βρει μία στάλα ακεραιότητας και νοήματος για τον ίδιο.
Έχοντας στερηθεί άδικα το όνειρό του, καταφεύγει στο μόνο πρόσφορο μέσο: την αδιαπραγμάτευτη και ανεξέλεγκτη βία. Ανακτά την Τίμια Κάρα, ξεπαστρεύει τους κυνηγούς επικηρυγμένων (head hunters στην κυριολεξία, σε μια ειρωνική αποθέωση, χώρια που μόνο ο Πέκινπα θα είχε ένα gay ζευγάρι ως ντούετο δολοφόνων). Ο θάνατος στις ταινίες του Πέκινπα, όπως προείπαμε, δεν είναι ποτέ μία απλή υπόθεση, ούτε ως εικόνα ούτε ως συμβολική έννοια. Είναι μία αισθητική κορύφωση που δικαιώνει την επιλογή του χαμού, ένα κατευόδιο αξιοπρέπειας που ωθεί τον Μπένι να αλλάξει γνώμη έστω και την ύστατη στιγμή. Τελικά, ο άνθρωπος ίσως και να είναι κάτι πολύ περισσότερο από χώμα και κόκαλα.