Σκηνοθεσία: Μπεν Άφλεκ
Παίζουν: Μπεν Άφλεκ, Άλαν Άρκιν, Τζον Γκούντμαν, Μπράιαν Κράνστον
Διάρκεια: 120’
Μεταφρασμένος τίτλος: “Επιχείρηση: Argo”
Τεχεράνη, 4 Νοεμβρίου 1979. Ιρανοί φοιτητές καταλαμβάνουν την αμερικανική πρεσβεία και κρατούν 52 Αμερικανούς σε καθεστώς ομηρίας μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 1980. Επτά μήνες νωρίτερα, το Ιράν έχει ήδη καταστεί και επίσημα Ισλαμική Δημοκρατία, μετά την επικράτηση της θεοκρατικής επανάσταση του Αγιατολάχ Χομεϊνί, η οποία ανέτρεψε το καθεστώς του Σάχη Μοχάμεντ Ρεζά Παχλαβί που βασίλευσε στο Ιράν από το 1941 μέχρι το 1979. Το μοναδικό του διάλειμμα από την εξουσία όλο αυτόν τον καιρό υπήρξε η διετία 1951 – 1953, όταν διετέλεσε πρωθυπουργός ο Μοχάμεντ Μοσαντέκ, με τον οποίο συγκρούστηκε πολιτικά και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα.
Η επάνοδος του Σάχη στην εξουσία ενορχηστρώθηκε μέσα το πραξικόπημα με την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Αίας», του οποίου την οργάνωση έχουν αναγνωρίσει δημοσίως οι ΗΠΑ και η Βρετανία. Ο κυριότερος λόγος για την εκπόνηση σχεδίου ανατροπής του Μοσαντέκ ήταν η εθνικοποίηση των ιρανικών πετρελαίων στην οποία είχε προβεί, γεγονός εξαιρετικά ζημιογόνο για τις βρετανικές και αμερικάνικες πετρελαϊκές εταιρίες. Παρά το γεγονός ότι η ομηρία έληξε χωρίς θύματα, το όλο συμβάν θεωρήθηκε διπλωματική ήττα του τότε Προέδρου των ΗΠΑ Τζον Κάρτερ, ο οποίος κατηγορήθηκε για έλλειμμα δυναμισμού στη διαχείριση της κρίσης.
Οι όμηροι, όπως αναφέρεται και λίγο πιο πάνω, ήταν 52. Το πιο πιπεράτο στην όλη ιστορία όμως είναι πως θα έπρεπε κανονικά να είναι 58 και αυτό διότι έξι από τους εργαζόμενους στην πρεσβεία διέφυγαν εν μέσω χάους και βρήκαν καταφύγιο στην οικία του Καναδού πρέσβη. Το σχέδιο διάσωσης που επελέγη από τις μυστικές αμερικάνικες υπηρεσίες είναι μοναδικό στο είδος του και κατά βάση στηρίχτηκε σε ένα πανίσχυρο όπλο: τη μαγεία του σινεμά.
Τα αρχεία που ρίχνουν φως στο όλο σκηνικό αποχαρακτηρίστηκαν από τον Κλίντον το 1997 και αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για την ιστορία που μετέφερε στη μεγάλη οθόνη ο Μπεν Άφλεκ, στην τρίτη του ταινία. Πιασάρικο το θέμα, προσεγμένοι οι σκηνοθετικοί χειρισμοί και τα οσκαρικά βραβεία ήρθαν έπεσαν σαν ώριμα φρούτα. Για να το θέσουμε απλά, έχουμε να κάνουμε με μία ταινία που, τουλάχιστον στην Αμερική, θα λατρευτεί ως δείγμα σκεπτόμενου κινηματογράφου που συνδυάζει το εμπορικό με το καλλιτεχνικό στοιχείο. Τι ισχύει τελικά στην περίπτωση του Argo;
Ο Άφλεκ καταρχήν στήνει ένα διασκεδαστικό παιχνίδι με πρωταγωνιστή το ίδιο το σινεμά, το οποίο διατρέχει ολόκληρο τον σκελετό της ταινίας και βρίσκει την κορύφωσή του περίπου στα μέσα της ταινίας. Το σινεμά ως δίοδος διαφυγής και έξοδος κινδύνου, το σινεμά ως κρυφό και έσχατο όπλο στα χέρια των μυστικών υπηρεσιών. Το σινεμά που κάνει τις αντιστάσεις να υποχωρούν ακόμη και στις πιο ακραίες συνθήκες. Το σινεμά, το πιο καλοφτιαγμένο και όμορφο ίσως ανθρώπινο ψέμα, τούτη τη φορά καλείται να βάλει τα δυνατά του.
Πρέπει να ξεγελάσει όχι μόνο ένα καθεστώς, αλλά και στην ουσία τον ίδιο του τον εαυτό. Μία υποτιθέμενη ταινία που πρέπει να φανεί ταινία, παραπλανώντας ακόμη και τους μετρ του ψέματος, τη χολιγουντιανή κλίκα. Το σημείο της πλοκής, όπου το επίκεντρο μετατοπίζεται από το πολιτικό φόντο και μεταφέρεται στην κατασκευή του ψέματος είναι το πιο ιντριγκαδόρικο. Οι Τζον Γκούντμαν και Άλαν Άρκιν βρίσκουν ανοιχτό γήπεδο μπροστά τους και απλώς παίζουν μπάλα. Το Χόλιγουντ ήταν ανέκαθεν η βαριά βιομηχανία ψευδαισθήσεων, μοιάζει να μας λέει ο Άφλεκ, επομένως ουδείς καταλληλότερος to get the job done.
Δεύτερο θετικό στοιχείο, το γεγονός ότι ο Άφλεκ επιχειρεί να αποδώσει, κατορθώνοντάς το μάλιστα σε ικανοποιητικό βαθμό, τον δέοντα σεβασμό στο πατροπαράδοτο αμερικάνικο πολιτικό φιλμ περασμένων δεκαετιών. Εικόνα και αισθητική που μοιάζουν με το αρχειακό υλικό που παρεμβάλλει για να αποδώσει το κλίμα της εποχής, χωρίς να ντοκιμαντερίζει ασύστολα. Συν τοις άλλοις, μια κλιμακούμενη ένταση που απορρέει κυρίως από την κατάσταση και τις συνθήκες και όχι από μεμονωμένα γεγονότα ή αιφνιδιαστικές εκπλήξεις.
Κι ενώ δεν υφίσταται η τσαπατσουλιά της ύπαρξης χαρακτήρων που να φέρνουν σε συμβολικές σημαδούρες, ο Άφλεκ αδυνατεί (ή ακόμη και αποφεύγει) να διεισδύσει, έστω και στα πεταχτά, στην ψυχολογία των ομήρων, παγιδευμένος στη φιλαυτία του δικού του ρόλου. Και φτιάχνει ένα γοητευτικά δομημένο κεντρικό χαρακτήρα, που γίνεται ο απόλυτος ήρωας χωρίς να δείρει, να σκοτώσει ή να απειλήσει κανέναν, τον οποίο, όμως αγαπά χωρίς κανένα μέτρο και του αποστερεί κάθε είδους συγκρούσεις, τόσο εξωτερικές όσο και εσωτερικές, καθώς δεν υπάρχει οποιαδήποτε υπόνοια αντιφάσεων, διφορούμενων, πλάγιων κινήτρων, αμφιβολιών κτλ.
Από εκεί και έπειτα, υπάρχουν διάφορες αστοχίες στην ταινία. Όπως το εναρκτήριο ταχύρρυθμο μάθημα ιρανικής ιστορία για αρχαρίους. Θα μου πείτε ότι και το κείμενο που διαβάζετε κάπως έτσι ξεκινά. Θα σας απαντήσω το προφανές, ότι άλλο ένα κείμενο που μιλάει για την ταινία και άλλο μία μεγαλεπήβολη καλλιτεχνική και εμπορική δημιουργία. Εφόσον θεωρείται αναγκαίο να διευκρινιστούν και να ειπωθούν κάποια πράγματα στην ταινία, το ζητούμενο είναι να ενταχθούν ή υπονοηθούν κατά τρόπο οργανικό και λειτουργικό στον κορμό της ταινίας. Όχι να ανακοινωθούν στα πεταχτά στην αρχή για να αποκλειστεί μία πιθανή έλλειψη σύγχυσης.
Δεύτερον, ένα φινάλε που ακυρώνει την κλεισοτοφοβική ατμόσφαιρα αγχωμένης στατικότητας, που έχει επιμελώς χτιστεί σε ολόκληρη την ταινία. Από ένα σκακιστικό παιχνίδι αναμονής, προσποίησης, φθοράς, υπομονής και αμφιβολίας, ξάφνου πηγαίνουμε σε ένα μπαράζ φτηνών κλιμακώσεων και προκάτ εντάσεων. Επίσης, ας ενημερώσει κάποιος τον συμπαθή Μπεν πως όταν θέλει ένα καθεστώς να εμποδίσει την απογείωση ενός αεροπλάνου, απλώς δίνει σήμα στον πύργο ελέγχου να μην δώσει το πράσινο φως για απογείωση (οι πιλότοι δεν είναι στο κόλπο), δεν κυνηγά το αεροπλάνο με αμάξια στον αεροδιάδρομο την ώρα που απογειώνεται…
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας: