Ο αρχικός ενθουσιασμός, που προκάλεσε η πρώτη πεντάδα ταινιών, υποχωρεί σταδιακά, καθώς η συνέχεια δεν ανταποκρίνεται στις αυξημένες προσδοκίες μας. Δύο ντοκιμαντέρ, το ένα μάλιστα γαλλόφωνο, μια ταινία για την τρίτη ηλικία, μια για το δράμα του προσφυγικού, ένα νοσταλγικό ασπρόμαυρο παιδικής ηλικίας και ένας διόλου ευωδιαστός Δυόσμος συνέθεσαν τη χθεσινή εξάδα, όπου δύσκολα διαλέγει κανείς ταινία της ημέρας…
Τείχη
Tου Χρήστου Σαρρή
Ο Χρήστος Σαρρής σκηνοθετεί ένα ντοκιμαντέρ για τον εγκλεισμό στις φυλακές, με κέντρο της αφήγησης τη Νιγρίτα, όπου μετέβη για να μεταδώσει στους εκεί τροφίμους τις βασικές αρχές του κινηματογράφου, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Αυτό πληροφορούμαστε από το Ίδρυμα Ωνάση που έχει χρέη παραγωγού στα Τείχη. Καμιά δεκαριά άτομα που βρίσκονται μέσα στα τέσσερα ντουβάρια αφηγούνται πολύ λιτά εμπειρίες τους, τι τους οδήγησε εκεί, παράπονα και ελπίδες τους. Κάπου μπλέκει το ύφος της ταινίας τεκμηρίωσης με το βιντεοκλίπ, ενώ εντάσσεται και το ομώνυμο καβαφικό ποίημα όπως το συλλαμβάνει ηχητικά η -άλλοτε υποψήφια για Emmy- Λόρα Τζέιν Γκρέις. Τελικά, ωστόσο, δεν ευτυχεί στη σύντομη διάρκειά του να μας κερδίσει.
Πλευρά
Tου Παναγιώτη Φαφούτη
Ένα δωμάτιο νοσοκομείου. Απ’ έξω, ωσότου φτάσεις σ’ αυτό, είναι γεμάτο μπαλόνια. Ο λόγος; Βρισκόμαστε μέσα στη μαιευτική κλινική. Όμως, όταν η ηλικιωμένη κυρία ανοίγει την πόρτα του δωματίου, βλέπουμε ξαπλωμένο στο κρεβάτι του πόνου έναν υπέργηρο κύριο, αλλά και μια άλλη μεγάλης ηλικίας κυρία πλάι του, να τον φροντίζει. Με τη βοήθεια των τριών εξαιρετικών πρωταγωνιστών του, ο Παναγιώτης Φαφούτης εκπλήσσει, στήνοντας ένα ερωτικό τρίγωνο που στο άθροισμα των πλευρών του γράφει περίπου… 250! Τόσα πρέπει να είναι όλα μαζί τα χρόνια των τριών προσώπων: του τραυματισμένου άνδρα και των δύο γυναικών που τον διεκδικούν, της νυν και της πρώην, της ερωμένης και της συζύγου, της «παράνομης» και της «νόμιμης» που μάχονται για το έπαθλο, την καρδιά του αντικειμένου του πόθου. Η ερωτική επιθυμία δεν σβήνει εύκολα, δεν συνταξιοδοτείται. Οι αντιμαχόμενες πλευρές θα αναγκαστούν να συνεργαστούν πριν παρθεί η τελική απόφαση. Πριν διαλέξει πλευρά αυτός με τα σπασμένα πλευρά… Παίζοντας πολύ και με την ερμηνεία του τίτλου της ταινίας του, ο σκηνοθέτης επισημαίνει μέσα στα 12-13 λεπτά του φιλμ ότι η ζωή, όσο κυλά, διατηρεί όλα τα στοιχεία. Αυτά δεν ξεθωριάζουν ποτέ, δεν σβήνουν, δεν ξεχνιούνται. Όμως, κάποτε πρέπει να επιλέξεις το… παγωτό που προτιμάς!
Α Deux Voix
Tης Μάρθας Μπουζιούρη
A deux voix σημαίνει «με δυο φωνές». Η Ελληνίδα Μάρθα Μπουζιούρη ειδικεύεται στο ντοκιμαντέρ, μάλιστα στο θεατρικό ντοκιμαντέρ, είδος που δεν μας είναι ιδιαίτερα γνωστό. Με χρήση προϋπάρχοντος υλικού τεκμηρίωσης, αναπλάθει επί σκηνής ιστορίες. Εδώ, λοιπόν, περνά στο κινηματογραφικό (δημιουργικό;) ντοκιμαντέρ, πληροφορούμενη την αληθινή ιστορία της Σοφί, που έχασε την κόρη της σε τρομοκρατική επίθεση στο Βέλγιο, και της Φατιμά, που ο γιος της έφυγε για να πολεμήσει στο πλευρό του ISIS και τελικά να σκοτωθεί κι αυτός. Δύο γυναίκες στα άκρα: μία που το παιδί της υπήρξε θύμα και μία που το δικό της υπήρξε θύτης μιας κατάστασης. Κι όμως, πλησίασαν η μία την άλλη, ένιωσαν να έλκονται από την αντίθεσή τους, συνεργάστηκαν για να απαλύνουν τον πόνο εκάστης και τελικά να γράψουν με δυο φωνές ένα βιβλίο για τα βιώματά τους. Να αυτοψυχοθεραπευτούν δια της προσέγγισής τους, αυτό πέτυχαν. Επειδή όλο το γεγονός μοιάζει απίστευτο και συνάμα θαυμαστό, η προσπάθεια της Μπουζιούρη να μας το παρουσιάσει είναι από μόνη της πολύ ενδιαφέρουσα. Η υλοποίησή της δε, σε αυτό το γαλλόφωνο έργο, πείθει επαρκώς.
Παλίρροια
Tου Γιώργου Μπουγιούκου
Γυρισμένη στην παραλία Φονέας της Μάνης, τοποθεσία ιδανική (και ως όνομα), η ταινία του Γιώργου Μπουγιούκου αγγίζει -με αρκετές υπερβολές στην αφήγηση- ένα πολύ δύσκολο θέμα, το προσφυγικό, από μια διαφορετική οπτική. Πώς αντιδρά ο μέσος Έλληνας, ο μέσος πολιτισμένος Ευρωπαίος αν θέλετε, μπροστά σε μια τραγωδία, μπροστά σε δύο κουφάρια που ξεβράζονται σε μιαν ακτή όπου υπάρχουν λουόμενοι; Οι ηρωίδες του, μια νεαρή κοπέλα και… η σκυλίτσα της, σοκάρονται και τρέχουν πάνω-κάτω προσπαθώντας να κάνουν την όποια δυνατή ενέργεια στο πλαίσιο του ανθρωπισμού. Γύρω τους, όμως, οι λοιπές κινήσεις είναι άλλοτε φυγής (είτε οφείλεται στο φόβο να αντικρίσουν το θάνατο είτε στην απέχθεια της δημοσιότητας και των ερωταπαντήσεων που απαιτούνται), άλλοτε αδιαφορίας (πολλοί συνεχίζουν αμέριμνοι να ρεμβάζουν με τα ξεβρασμένα από τη θάλασσα κορμιά πλάι τους), άλλοτε χυδαίας καταγραφής (φωτογραφίες για να τις μοιραστούν στα social media ή να τις μοστράρουν στους φίλους τους ως αξιοπερίεργο που τους έλαχε), άλλοτε ίσως ακόμα και εκμετάλλευσης της κατάστασης στο όνομα ενός φλερτ ή αποφυγής περαιτέρω ζημιάς σε τουριστικό επίπεδο. Όλα αυτά δεν φαντάζουν διόλου αδιανόητα, έτσι δεν είναι; Πιο σοκαριστική είναι ίσως η παραμονή της Έλλης, της κοπέλας στην οποία επικεντρώνεται η σύντομη ιστορία, να ατενίζει τα πέρατα του ορίζοντα, το άγνωστο, προσμένοντας υπομονετικά πότε κάποιος του κρατικού μηχανισμού ή ιδιώτης θα νοιαστεί. Τι ξεβράζει μια Παλίρροια…
Δυόσμος
Tου Αλέξανδρου Γεωργίου Σωτηρόπουλου
Ο δυόσμος κανονικά είναι ένα φυτό χωρίς άνθη, που μπορείς να το συναντήσεις (όπως συμβαίνει και στην ταινία του Αλέξανδρου Σωτηρόπουλου) ακόμα και στις λαϊκές αγορές, μια που ναι μεν δεν έχει την πιο εντυπωσιακή εμφάνιση, όμως διαθέτει υπέροχη μυρωδιά και πάμπολλες χρήσεις, πέραν της καλλωπιστικής. Όντας μοναχικό στη διαφορετικότητά του, κοντά στις πλούσιες στο μάτι λοιπές γλάστρες, απαιτεί τον κατάλληλο άνθρωπο για να του συμπεριφερθεί όπως του αξίζει, ώστε να μοσχομυρίσει. Κάπως έτσι φαίνεται ότι είναι και ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, πνιγμένος στη μοναξιά του, για την οποία έχει και ο ίδιος ευθύνη (σε αντίθεση με το… φυτό δυόσμο). Όμως: Το τέχνασμα να μονολογεί με γυναικεία φωνή ο Δυόσμος δεν λειτουργεί παρά μόνο ανεκδοτολογικά, τα φλας μπακ είναι αποτυχημένα, οι λοιποί χαρακτήρες, της κοπέλας-φίλης συμπεριλαμβανομένης, φαντάζουν διακοσμητικοί και φτιαχτοί εντελώς, ενώ η τελική σκηνή προκαλεί δυστυχώς το μειδίαμα.
Τέλη Αυγούστου
Tης Αντζελίκας Κατσά
Γυρίζοντας σε ασπρόμαυρο, προκειμένου να πολλαπλασιάσει ίσως και τη νοσταλγία, η Αντζελίκα Κατσά αφηγείται την ιστορία του πρώτου, παιδικού και πλατωνικού έρωτα. Ενός έρωτα ενός κοριτσιού για ένα αγόρι (και αντίστροφα), ο οποίος εκδηλώνεται την ίδια στιγμή που και τα δυο παιδιά βιώνουν άσχημες εμπειρίες στα σπίτια τους. Ο μικρός δεν ζει καν με τους γονείς του, λόγω προβλημάτων τόσο στη σχέση τους όσο και στην υγεία τους, αλλά και η 12χρονη πρωταγωνίστριά μας βλέπει τον χωρισμό των γονιών της ως βέβαιο, ενώ δεν λείπουν και οι πονηροί εναγκαλισμοί της μαμάς με τον γείτονα στο χωριό. Όλος ο κόσμος δείχνει διαφορετικός το καλοκαίρι, αλλά τα πάντα αλλάζουν οριστικά στα Τέλη Αυγούστου, δεν είναι έτσι; Συμβαίνει σχεδόν σε όλους μας, συνέβη και στην Αμέλια και τον Επαμεινώνδα. Μια ανάμνηση από ένα αθώο φιλί, ένα αυτοκίνητο που φεύγει, the end of the world as they knew it, για να θυμηθούμε και τους R.E.M. Χωρίς να απογειώνεται ποτέ, η μικρού μήκους της σκηνοθέτιδος ακολουθεί χαμηλότονα άλλη μια περίπτωση πρόωρης ενηλικίωσης, αλλά και χάνει κατά κράτος από το παρόμοιας θεματικής Το καλοκαίρι που παρατήρησα για πρώτη φορά τον ήλιο να δύει.