What's On Mother!

20 Οκτωβρίου 2017 |

0

Mother!

Σκηνοθεσία: Ντάρεν Αρονόφσκι

Παίζουν: Τζένιφερ Λόρενς, Χαβιέρ Μπαρδέμ, Εντ Χάρις, Μισέλ Φάιφερ, Ντόμναλ Γκλίσον, Μπράιαν Γκλίσον, Κρίστεν Γουίγκ

Διάρκεια: 121′

«Και εφύτευσεν ο Θεός παράδεισον εν Εδέμ κατά ανατολάς και έθετο εκεί τον άνθρωπον, ον έπλασε.»

Ένα ονειρικό σπίτι καταμεσής ενός άχρονου, ουτοπικού παραδείσου.  Ένα ζευγάρι που απολαμβάνει τη νηνεμία του τοπίου. Η «Μητέρα» και «Εκείνος», όπως χαρακτηρίζονται στους τίτλους τέλους, μοιράζονται έναν έρωτα που μοιάζει ολάνθιστος. Κάποια στιγμή ένας περαστικός χτυπάει την πόρτα, διαταράσσοντας την ηρεμία τους.  Η άφιξη του σηματοδοτεί και την αρχή της κατάρρευσης του επίγειου (;) Παραδείσου.

Εκείνος καλοδέχεται τον ξένο, ενώ η Μητέρα τον αντιμετωπίζει καχύποπτα. Σύντομα, καταφτάνει και η γυναίκα του, ύπαρξη επιθετική που μοιάζει να αγνοεί κάθε έννοια διακριτικότητας και εισβάλλει με θράσος στην προσωπική ζωή της Μητέρας. Η υπέρ το δέον φιλική στάση του συντρόφου της εκθέτει τη Μητέρα, η οποία στέκει ανυπεράσπιστη και διερωτώμενη για την ύποπτη συμπεριφορά του. Η γυναίκα επιμένει ενοχλητικά να ρωτά γιατί δεν κάνουν παιδιά. Η κατάσταση ξεφεύγει εντελώς του ελέγχου της όταν καταφτάνουν και τα δύο αρσενικά τέκνα των φιλοξενουμένων, που επιδίδονται σε έντονες λογομαχίες, δημιουργώντας πια ένα αφόρητο κλίμα.

Ο Αρονόφσκι μοιάζει να ξεκινά την αφήγησή του in medias res. Από τα πρώτα κιόλας λεπτά κυριαρχεί μια δυσβάσταχτη ένταση, που σκοπό έχει να μαγνητίσει το θεατή. Το φιλμ ντύνεται τον  –γνώριμο για τον σκηνοθέτη– μανδύα του θρίλερ και προκαλεί με άνεση την αίσθηση του επικείμενου κακού, που διαπερνά όλη την πρώτη πράξη. Και μόλις αυτό γίνει κτήμα της ταινίας, ο χαρακτήρας του θρίλερ ατονεί και δίνει τη θέση του σε μια αληθινά sui generis ατμόσφαιρα  που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως θεολογικά εφιαλτική.

Το παρείσακτο ζεύγος, μια διεστραμμένη μορφή του Αδάμ και της Εύας, μαζί με τα παιδιά τους, που δεν είναι άλλοι από τους Κάιν και Άβελ, δε διαθέτουν τίποτα το αγνό. Τούτοι εδώ οι πρωτόπλαστοι έχουν αποβληθεί προ πολλού από την Εδέμ, αν υπήρξαν ποτέ διαβάτες της.  Όμως, ο Αρονόσφκσι δεν εξαντλείται στη θρησκευτική παραβολή. Το νήμα της σκέψης του απλώς έχει εκεί την αφετηρία του. Καθώς ξετυλίγεται, συνθέτει έναν νοητικό λαβύρινθο γεμάτο συμβολισμούς, που αν τον αποκρυπτογραφήσει κανείς θα ανακαλύψει αυτό που πραγματικά στοιχειώνει τον Αμερικανό auteur: Τη θλιβερή διαπίστωση ότι ο άνθρωπος είναι ένα απολύτως αδιέξοδο ον, πλασμένο από έναν δημιουργό εγωιστή και ελλειμματικό.

«Εκείνος», λοιπόν, είναι ένας Θεός καθ’ εικόνα και ομοίωση του ανθρώπου. Ένας ποιητής που έχει ανάγκη από οπαδούς και αποζητά την έμπνευση με μανία, δίχως να λογαριάζει το κόστος που έχουν οι πράξεις του. Ο Αρονόφσκι τολμά να αφορίσει Θεό και άνθρωπο μαζί, καθώς επίσης και τη μέθοδο επικοινωνίας τους, τη θρησκεία. Αντλώντας το υλικό του ευθέως από την Παλαιά Διαθήκη, ο δημιουργός επιχειρεί μια ακόμα μετάφρασή της, από τις πολλές που έχει αυτή γνωρίσει. Μόνο που στη συγκεκριμένη, ο Θεός τρέφεται από το φόβο και τις ενοχές των ανθρώπων και δε τους χαρίζει ούτε ίχνος φωτός.

Η «Μητέρα» δημιούργησε το ησυχαστήριο στο οποίο διαμένει με «Εκείνον» με προσωπικό της κόπο, γι’ αυτό και είναι ακόμα πιο οδυνηρό να το βλέπει να χάνει τον χαρακτήρα του με το που έρχεται σε επαφή με τους μολυσματικούς πρωτόπλαστους. Ο Παράδεισος της μετατρέπεται τελικά σε φρικώδες καθαρτήριο και αυτή αφήνεται άναυδη και ανήμπορη. Η Παναγία του Αρονόφσκι είναι η απόλυτη τραγική φιγούρα. Εναποθέτει όλες τις ελπίδες της για λύτρωση στο τέκνο που τόσο πολύ θέλει να συλλάβει. Στο πρόσωπο του παιδιού της βλέπει το Σωτήρα της σχέσης της και κατ’ επέκταση αυτόν που θα της επιτρέψει να παραμείνει στην δική της Εδέμ.  Γι’ αυτό άλλωστε, η μητρότητα είναι αυτή που ορίζει το χαρακτήρα.

Τεχνικά, ο Αρονόφσκι παραθέτει ένα αριστούργημα. Η εξ αρχής υψηλή ένταση κορυφώνεται εφιαλτικά μέσα σε αυτό το κλειστοφοβικό σύνολο, παίρνοντας και τις απαραίτητες μικρές ανάσες που γλυτώνουν την ταινία από τον κίνδυνο της ασθματικής εικόνας, και οδηγεί το όλο έργο με μαθηματική ακρίβεια στο παραληρηματικό του φινάλε. Η πολυσχιδής αφηγηματική γλώσσα καταφέρνει να χωρέσει όλες τις προβληματικές που θίγονται σε αυτό το φρενήρες φιλμ. Παράλληλα, είναι εντυπωσιακή η παντελής απουσία μουσικής, που αποτελεί μια τολμηρή και απολύτως επιτυχημένη σκηνοθετική επιλογή.

Στα μάτια του Αρονόφσκι, οι ανακουφιστικές διδαχές των θρησκειών ανατρέπονται και διαλύονται εις τα εξ ων συνετέθησαν. Ο άνθρωπος εξορίζεται αιώνια από τον παράδεισο, αφού ακόμα και ο ίδιος ο Θεός είναι ανάξιος αυτού. Σε αυτό το βλάσφημο μανιφέστο, ο Αμερικανός δημιουργός παρουσιάζει τη θεολογική πίστη ως την απόλυτη εκτροπή της ανθρώπινης σκέψης και την απορρίπτει συλλήβδην.  Οι εικόνες στις οποίες επέλεξε να ενσωματώσει το μεγαλεπήβολο όραμά του είναι τουλάχιστον σαρωτικές, αλλά καταφέρνουν να περάσουν στο θεατή με ικανοποιητική σαφήνεια την κεντρική του ιδέα. Υπό αυτή την έννοια, η εν λόγω ταινία συνιστά έναν ολοσκότεινο και εξοντωτικά πεσιμιστικό καλλιτεχνικό θρίαμβο.

Είναι το  «Mother!» μια κινηματογραφική κατάθεση ψυχής ενός δημιουργού που βλέπει τον εαυτό του στοιχειωμένο από την θεϊκή απουσία και με αυτόν τον τρόπο εκδικείται για το ανυπέρβλητο πνευματικό του κενό; Μαζί με πολλά άλλα, ναι. Ο Ντάρεν Αρονόφσκι ουρλιάζει το “απεταξάμην” στο πρόσωπο του Θεού, όπως τον αντιλαμβάνεται. Είναι όμως και μια παραβολή εσχατολογικών προεκτάσεων που μαρτυρά την οπτική του πάνω στον άνθρωπο, που του δόθηκε ο Παράδεισος (υπό αυτή τη σκοπιά η «Μητέρα» συμβολίζει και τη μητέρα φύση) αλλά αυτός προβαίνει σε συστηματική κακοποίησή του. Μια παραβολή που φορτώνεται με εκφραστικά μέσα, αγγίζει τα όρια της αλλοφροσύνης αλλά παραμένει τελικά μεγαλοφυής.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑