Reviews Whiplash

21 Δεκεμβρίου 2016 |

0

Whiplash

Σκηνοθεσία: Ντέιμιεν Σαζέλ

Παίζουν: Μάϊλς Τέλερ, Τζ. Κ. Σίμονς, Όστιν Στόγουελ, Μελίσα Μπενόιστ, Πολ Ράιζερ

Διάρκεια: 107’

Το Whiplash, κόντρα στα φαινόμενα, δεν είναι απλώς μια ταινία για έναν νεαρό, φιλόδοξο drummer που θέλει να γίνει σπουδαίος και τον μαέστρο που θα τον φέρει στο χείλος της αβύσσου προκειμένου να έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτό ισχύει σε μια πρώτη, επιδερμική ανάγνωση. Στην ουσία, το θέμα της είναι η υπέρβαση εαυτού. Με ό,τι συνεπάγεται κάτι τέτοιο. Κι αν έχουμε δει άπειρες φορές το αμερικάνικο σινεμά να καταπιάνεται με το συγκεκριμένο ζήτημα, αναπαριστώντας τα καθοριστικά στάδια της επίμοχθης πορείας προς την τελειότητα, σπάνια μας δίνεται η δυνατότητα να κοιτάξουμε, από τόσο κοντά, το σκοτάδι μιας κοινωνικά αποδεκτής μονομανίας (τι άλλο είναι, άραγε, η επιθυμία να τελειοποιηθείς, σε οποιοδήποτε επίπεδο;), ανόθευτο από ωραιοποιήσεις σε σχέση με αυτό που είναι πραγματικά: σκοτάδι και μόνο σκοτάδι.

Πόλεμος (με τον Εαυτό και τους άλλους ταυτόχρονα), μίσος, αναίδεια, σαδιστική και μαζοχιστική απόλαυση του ξεπεράσματος κάθε ανθρώπινης αδυναμίας ή ανάγκης, όπως η τρυφερότητα, η εγγύτητα, η αγάπη, η συντροφικότητα. Ο πρωταθλητής είναι ένα πλάσμα τραγικό, ακατάδεκτο, βαθιά μόνο, όχι απλώς μοναχικό, πληγωμένο (εδώ κυριολεκτικά και μεταφορικά), με βλέμμα σκληρό, στραμμένο προς ένα και μόνο ιδεατό αντικείμενο: τη νίκη. Ένας μαχητής, μια φονική μηχανή. Κι αν ο ήρωας του Whiplash είναι μουσικός κι όχι αθλητής ή στρατιώτης, δεν αλλάζει τίποτα. Για την ακρίβεια, σ’ αυτή τη μετατροπή βρίσκεται η σκανδαλιστική ιδιοτυπία του.

Whiplash

Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε σκληροτράχηλους αξιωματικούς (ο εμβληματικός, αθυρόστομος λοχίας του Full Metal Jacket αναμφίβολα έδωσε τις αδρές γραμμές πάνω στις οποίες πάτησε ο Chazelle προκειμένου να σκιαγραφήσει τον ρόλο που με ανεπανάληπτη μαεστρία ενσαρκώνει εδώ ο J.K. Simmons) ή απαιτητικούς προπονητές, να «ξεζουμίζουν» επίδοξους commandos και πρωταθλητές, αλλά για πρώτη φορά πέφτουμε πάνω σ’ έναν σαρκοβόρο μαέστρο με καρδιά από πέτρα. Το σοκ που μας προκαλεί η θέα του, εύλογο: νομίζουμε πως ο χώρος της Μουσικής υπνωτίζει, δαμάζει τα κτηνώδη ένστικτα, προάγει τον πολιτισμό και αντλεί απ’ την ψυχή, το λάφυρο μιας ευτυχισμένης πραότητας.

Φανταζόμαστε τα ωδεία σαν οργανισμούς πνευματικής εξημέρωσης, κατοικημένα από γλυκανάλατους μύστες και βιρτουόζους σπασίκλες με σβησμένες ορμές. Η ωμή ψυχολογική βία που μας περιμένει στην αίθουσα προβών όπου εκκολάπτεται η καλύτερη jazz ορχήστρα της Νέας Υόρκης, εξαιτίας αυτής της άγνοιας, πέφτει πάνω μας με την αιφνιδιαστική μανία ενός κατακλυσμού. Μαστιγώνει αλύπητα τα στερεότυπα μας. Συνερχόμαστε για να γίνουμε δεκτικοί σε μια άλλη αλήθεια, ίσως τη μόνη αλήθεια: η μουσική τελειότητα, όπως κάθε τελειότητα, κατακτάται με τίμημα την προσωπική καταστροφή. Είναι ένας προορισμός που τον φτάνει κανείς, περνώντας, κατευθείαν μέσα από την κόλαση. Και για να βγεις ζωντανός από την κόλαση, πρέπει να γίνεις δαίμονας.

Whiplash 2

Εμμένουν οι περισσότεροι στην αγριότητα του μαέστρου αλλά ο κεντρικός ήρωας είναι αυτός που επιφυλάσσει στον εαυτό του την πιο αδυσώπητη κακομεταχείριση. Ο διευθυντής ορχήστρας του Simmons, ζητά από τον μαθητή του μόνο όσα πιστεύει ότι ο δεύτερος αντέχει να του δώσει. Όπως ο ανάλγητος θεός της παλαιάς διαθήκης, υπέβαλλε σε εξοντωτικά μαρτύρια τους πιστούς του για να εξακριβώσει τη δύναμη της πίστης τους, έτσι κι εδώ ο «Πατέρας» είναι σκληρός αλλά δίκαιος. Βασανίζει με απώτερο σκοπό να δημιουργήσει «αγίους». Έχοντας κατά νου τον Charlie Parker που έγινε Bird επειδή ένα στροβιλιζόμενο πιατίνι, εκτοξευμένο με απύθμενη οργή απ’ τον drummer του, λίγο έλειψε κάποιο βράδυ να του πάρει το κεφάλι, θεωρεί ότι οι μεγάλες μορφές όχι μόνο αντέχουν, αλλά έχουν ανάγκη την απόρριψη για να πεισμώσουν κι έπειτα να θεριέψουν και να βροντήξουν.

Για να υψωθείς πάνω απ’ το πλήθος, για να σε καταδεχτεί στους κόλπους της η Τέχνη που αψηφά τον χρόνο, απαιτείται η θυσία (το πλάνα με το αίμα πάνω στο drum-kit μπορεί να κουβαλούν έναν «εύκολο» συμβολισμό αλλά επανακτούν όλη την αξία τους όταν συνειδητοποιείς την ηχηρή αντίθεση που δημιουργείται όταν ένα σημάδι βίας μαρκάρει ένα μουσικό όργανο, δηλαδή ένα εργαλείο πολιτισμού που είναι το αντίθετο κάθε βίας). Ο μαθητής, όμως, οδηγώντας τον εαυτό του ως τα όρια της ψυχικής και σωματικής αντοχής, συνεπαρμένος εντελώς απ’ το όνειρο της θέωσης, παρουσιάζεται ακόμα πιο απάνθρωπος.

Whiplash 3

Απομακρύνεται απ’ όσους θα μπορούσαν να απαλύνουν τον πόνο του, διακόπτει μια σχέση με συνομήλική του πριν ακόμα την ξεκινήσει καλά-καλά, περιφρονεί τους ανθρώπους που δεν αφιερώνονται ολοκληρωτικά σ’ έναν σκοπό, που δέχονται απλώς να επαρκούν, «να κάνουν καλά τη δουλειά τους» και τίποτα παραπάνω, υποτιμάει την μικροαστική σωφροσύνη της ζωής του πατέρα του, αφήνει τις μέτριες, εγκόσμιες ικανοποιήσεις για τους άλλους. Είναι ένας μοντέρνος ασκητής που στη θέση του θεού, έχει τοποθετήσει την τέχνη του. Ταγμένος με αυταπάρνηση στην αναζήτηση της υστεροφημίας και τη φαντασίωση μιας διάρκειας που εκτείνεται πέρα απ’ τον εφήμερο βίο, με μοναδική επιθυμία να σταθεί στο ύψος των μουσικών του ειδώλων, ο πιτσιρικάς αυτός απορρίπτει συλλήβδην την κοινωνία.

Σχεδόν αποζητά την σκληρότητα γιατί συναισθάνεται την ανάγκη να υπερβεί ό,τι τον κάνει άνθρωπο. Στη σχέση του με τον καθηγητή του, υπάρχει ένα είδος αμοιβαίας κατανόησης. Εμείς, ως θεατές, είναι που αντιδράμε, ενοχλούμαστε, επικρίνουμε. Ίσως γιατί δεν μας κατατρώει το ίδιο σαράκι. Οι δυο τους, όμως, συνεννοούνται μια χαρά κι ας φαίνονται συνεχώς έτοιμοι να αλληλοσκοτωθούν. Έχουν ανάγκη ο ένας τον άλλο, οργανώνονται για να πλησιάσουν εκείνο το σημείο όπου η οδύνη δεν έχει πια καμιά σημασία. Το σημείο που απ’ το πολύ συσσωρευμένο σκοτάδι, γεννιέται το φως. Και δεν υπάρχει γέννα χωρίς πόνο.

Whiplash 4

Το Whiplash είναι το χρονικό αυτής της ματωμένης, πολύπαθης διαλεκτικής διαδικασίας που συμβατικά θα μπορούσε κανείς να περιγράψει ως εκπαίδευση για το μεγαλείο. Δεν έχει τίποτα κοινό με τα χλιαρά feel-good χολιγουντιανά προϊόντα που μας παρουσιάζουν ως σοφολογιότατους μέντορες κάτι καλοκάγαθους παππούδες, στοργικούς, γεμάτους κατανόηση και πατρική συγκαταβατικότητα, καταδικασμένους να «δείχνουν τον δρόμο» και να εμπνέουν αποπροσανατολισμένα μα χαρισματικά παιδάκια, εκτοξεύοντας γλυκανάλατα τσιτάτα.

Δεν λειτουργεί ως ευχάριστη αναπαράσταση μιας ανορθόδοξης φιλίας που προκύπτει μέσα από τον αλληλοσεβασμό. Εδώ δεν υπάρχουν θετικοί ήρωες, υπάρχουν πλάσματα τραυματισμένα, συμπλεγματικά, μονόχνοτα και πωρωμένα σε βαθμό υστερίας. Υπάρχουν σύγχρονοι αναχωρητές, γεμάτοι από αηδία για οτιδήποτε μέτριο, καλόβολο, απλώς ικανοποιητικό. Κι αυτό εδώ είναι το συναρπαστικό θρίλερ του υπαρξιακού λαχανιάσματος τους, που μόνο για να το μικρύνει κανείς θα μπορούσε να το αποκαλέσει «ζωή». Η επιλογή τους δεν συμπεριλαμβάνει, ούτε την ηρεμία, ούτε την μετρημένη σύνεση κι ας ασχολούνται διαρκώς με μουσικά μέτρα.

WHIPLASH

Ο ταλαντούχος, νεαρός σκηνοθέτης Damien Chazelle φιλμάρει την αγωνιώδη κατάβαση στον Άδη της εμμονής τους και δεν χάνει το τέμπο ποτέ. Δεν υπάρχει ούτε μια περιττή στιγμή, ούτε ένα τόσο δα, πληκτικό λεπτό. Μ’ ένα μοντάζ κοφτό, νευρικό, ακριβέστατο, που εμπνέεται από τους jazz ρυθμούς (ο Αντόρνο υποστήριζε ότι η Jazz μετουσιώνει σε μουσική, το νευρωτικό άγχος του σύγχρονου ανθρώπου και παρωδεί την καρδιακή προσβολή –μοιραία κατάληξη αυτού του πανικόβλητου, καθημερινού τρεχαλητού για το χρήμα, που επιβάλει ο μεταπολεμικός τρόπος ζωής- με τον ρυθμό της, της κομμένης ανάσας), το Whiplash δομείται σαν μουσική σύνθεση σε μια άνευ προηγουμένου ταύτιση μορφής- περιεχομένου, την οποία και δεν μπορείς παρά να χειροκροτήσεις. Ο Chazelle έχει «κουρδίσει» το οπτικό του όργανο, τόσο καλά που ο επί της οθόνης ακραίος περφεξιονισμός, αντανακλάται ευκρινώς και στη φόρμα του έργου. Σε επίπεδο κατασκευής, έχει αγγίξει το τέλειο.

Whiplash 6

Το συναίσθημα, απ’ την άλλη μεριά, δίνεται κι αυτό σε χειμαρρώδεις δόσεις. Δεν είναι μόνο οι εκπληκτικές ερμηνείες. Μέσα απ’ την αντιπαράθεση των σημείων, λεκτικών και οπτικών (οι ευφάνταστες προσβολές, οι λέξεις που περικλείουν διττές σημασίες –ενθαρρύνουν κι αποθαρρύνουν συγχρόνως- το αιμόφυρτο χέρι μέσα στον πάγο, ο ιδρώτας πάνω στα τεντωμένα δέρματα των τυμπάνων, οι κλειστοί χώροι), η δυσοίωνη προβληματική του φιλμ, ξεδιπλώνεται κινούμενη σε δύο παράλληλες διαδρομές, μια εσωτερική και μια εξωτερική. Η κορύφωσή της, στο εκρηκτικό και απόλυτα εντυπωσιακό, φινάλε, συγκλονίζει αλλά αφήνει ερωτηματικά ως προς το ιδεολογικό επιστέγασμα της, απίστευτα έντονης, κινηματογραφικής εμπειρίας που είναι το Whiplash.

Whiplash-6053.cr2

Αν το μεγαλείο, περνάει πάντα μέσα απ’ τον αμοραλισμό του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», τότε ακόμα κι ο φασισμός μπορεί να δικαιολογηθεί στα μάτια της αιωνιότητας; Ο ήρωας του Simmons είναι, απροκάλυπτα, φασίστας στις μεθόδους και την εκπαιδευτική του προσέγγιση, αλλά κι ένας ρομαντικός ιδεαλιστής που θέλει να ανασύρει (με το ζόρι και αδιαφορώντας για τις συνέπειες σε ψυχολογικό επίπεδο) το άγαλμα μέσα απ’ τον νεκρό όγκο του μαρμάρου. Ένας θολωμένος αριστοτελικός, θα μπορούσε να πει κανείς, στρατευμένος στην απόδειξη της θεωρίας της ενδελέχειας. Είναι, πράγματι, όλα ανεκτά, όταν ζητάς τον υπεράνθρωπο; Τον σπουδαίο καλλιτέχνη, τον ακαταπόνητο εργάτη της Ομορφιάς; Ακόμα και η καταθλιπτική ασχήμια της βίας;

Σ’ αυτό ο Chazelle δεν αποκρίνεται με σαφήνεια. Ίσως επιθυμεί να το αφήσει να αιωρείται για να διατηρήσει την επίγευση της υπέροχης ταινίας του, μέσα στο ημίφως της αμφισημίας, γνωρίζοντας ίσως ότι το μυστήριο γοητεύει πολύ περισσότερο απ’ τις ξεκάθαρες απαντήσεις. Έτσι, όμως, δικαιούται κι ο θεατής να στέκει καχύποπτος απέναντι σε αυτό που λέει τελικά η ταινία. Είναι πράγματι το Whiplash ένα αντιδραστικό αριστούργημα; Ας δώσει ο καθένας τη δική του ερμηνεία. Εκτός απ’ αυτήν που κλείνει με ένα άψυχο, πλαδαρό, καταστροφικό «good job» φυσικά…




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑