Σκηνοθεσία: Λάσλο Νέμες
Διάρκεια: 107′
Μεταφρασμένος τίτλος: “Ο γιος του Σαούλ”
Εχθρός του καλού δεν είναι το καλύτερο, αλλά οι τεράστιες προσδοκίες που το συνοδεύουν. Ο Γιος του Σαούλ κατέφτασε από τις Κάννες με το Mεγάλο Bραβείο της Eπιτροπής, και κυριότερα, με εκατοντάδες δημοσιεύματα περί ενός ακόμα Χρυσού Φοίνικα που δεν κατέληξε στα σωστά χέρια. Το δημιούργημα του Λάσλο Νέμες, εκτός από τοn σκόπελο που έθεσε ο θόρυβος της παγκόσμιας σινεφίλ κοινότητας γύρω από αυτό, είχε να ξεπεράσει και το τετριμμένο της θεματικής του. Η φρικωδία του Ολοκαυτώματος κατά πολλούς έχει καλυφθεί, με ταινίες σκληρές ή τρυφερές, ρεαλιστικές ή ωραιοποιημένες, περιπετειώδεις ή δραματικές. Ο Μαγυάρος σκηνοθέτης όμως δεν έφτιαξε τίποτα συναφές· ο Γιος του Σαούλ είναι αληθινό σινεμά ή αλλιώς σινεμά της αλήθειας.
Ο πρώην βοηθός του Μπέλα Ταρ μας εισάγει άμεσα στο ζοφερό πλαίσιο του Άουσβιτς του 1944 και μας παρουσιάζει τον Σαούλ, έναν Ούγγρο Eβραίο που είναι μέλος των Ζοντερκομμάντο, ενός «τάγματος» εβραίων το οποίο οι Ναζί χρησιμοποιούν στα κρεματόρια, βάζοντας τους να στοιβάζουν τα πτώματα των ομοθρήσκων τους, αφού έχουν αφαιρέσει οτιδήποτε έχει έστω και ελάχιστη αξία. Όταν ο Σαούλ αντικρίζει ανάμεσα στα υπόλοιπα άψυχα σώματα το πτώμα του γιου του, αποφασίζει πάση θυσία να του χαρίσει μία κανονική νεκρώσιμο ακολουθία και να μην επιτρέψει να τυλιχθεί στις φλόγες. Έτσι, και εν μέσω αναταράξεων της ομάδας, αναζητά επιτακτικά έναν ραβίνο, για να μπορέσει να αποτίσει τον ελάχιστο φόρο τιμής στο νεαρότατο θύμα του ολέθρου.
Ο Νέμες, με ιδανικούς συμπαραστάτες την εκπληκτική φωτογραφία του Ματίας Ερντέλι και την μεστή και εκφραστική ερμηνεία του Γκέζα Ρέριγκ, πετυχαίνει τη δημιουργία μίας καινούριας κινηματογραφικής γλώσσας. Με την διαρκώς κινούμενη, όχι όμως καταχρηστικά, κάμερά του τοποθετεί το θεατή μέσα στη φρίκη της ναζιστικής θηριωδίας, οι πράξεις της οποίας συμβαίνουν πάντα στο γκρίζο φόντο της κύριας ιστορίας. Ο εξευτελισμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, οι σκηνές ονείδους, όλες συμβαίνουν στο βάθος της αναζήτησης του πρωταγωνιστή για την υπερβατική του δικαίωση.
Ο θεατής νιώθει ότι στέκεται κάθε στιγμή πίσω από το Σαούλ και διαβάζει στο σκυθρωπό του πρόσωπο όλη την οδύνη. Αισθάνεται ο ίδιος μια αναλώσιμη ύπαρξη, σαν αυτές που βλέπει να περνάνε συνεχώς μπροστά από τα μάτια του. Οι περισσότεροι χαρακτήρες δεν παρουσιάζονται ποτέ ολοκληρωμένα, γιατί υπό τη χείριστη μορφή του ναζιστικού ολοκληρωτισμού στο στρατόπεδο συγκέντρωσης δεν μπορούν να διατηρήσουν καμιά έννοια προσωπικότητας ή ατομικότητας. Αντιθέτως, τοποθετημένοι στο κατάμαυρο σκηνικό που πλάθει αριστοτεχνικά ο Νέμες, οδεύουν ως μάζα και όχι άτομα προς τη θνησιγένεια, εξαντλημένοι και νεκροί πολύ προτού επέλθει ο φυσικός τους θάνατος.
Ο Σαούλ, μελλοθάνατος ανάμεσα στους μελλοθάνατους, δεν διαφέρει αρχικά από τον κανόνα του στρατοπέδου· όταν όμως αντικρίζει το άψυχο σώμα του τέκνου, μέσω της πιο σκοτεινής οδού βρίσκει τον λόγο να διατηρηθεί στη ζωή. Το κορμί του παιδιού είναι γι’ αυτόν ένας λόγος αντίστασης, το σημείο στο οποίο έπαψαν οι αντοχές του στην όψη του Τέρατος. Η ταφή του παιδιού είναι για το Σαούλ μια πράξη αθανασίας, μία υπενθύμιση ότι δεν έχει ακόμα πεθάνει ο ίδιος, υπό το εντελώς σχηματικό πρίσμα της τήρησης του θρησκευτικού εθίμου. Ο αναξιοπαθών πρωταγωνιστής ομοιάζει με την Αντιγόνη του Σοφοκλή, καθώς μάχεται μέσα από τις φλόγες το καθεστώς, όχι υπό τη μορφή της τυπικής εξέγερσης, αλλά βρίσκοντας το εφαλτήριό του στη μνήμη των τεθνεώτων.
Όταν η ζωή καθίσταται αβίωτη, τότε ο θάνατος πρέπει να είναι αξιοπρεπής και η μάχη γι’ αυτόν ανένδοτη. Όλα αυτά ο Νέμες τα φανερώνει με δεξιοτεχνία που σπανίζει στην κινηματογραφική παρουσίαση του πολέμου, καθώς η ταινία είναι λιτή σε διάλογο, απαλλαγμένη υπερβολών, πλούσια σε εκφραστικά μέσα και η εκτεταμένη χρήση των μονοπλάνων της δίνει τη φυσικότητα που καθιστά το θεατή ανεπιτήδευτα κοινωνό των βασάνων που υπομένουν τα θύματα του ναζιστικού ολοκληρωτισμού.
Σε μια εποχή όπου οι θεράποντες του Ναζισμού παγκοσμίως πληθαίνουν, ταινίες σαν την προκείμενη είναι αδύνατο να καταστούν περιττές. Πέραν όμως της πολιτικής του διάστασης, το έργο του Νέμες στέκει ακέραιο κινηματογραφικά, καθώς παρουσιάζει την απλή και δυνατή ιστορία του με τρόπο που της δίνει τη διαχρονικότητα και την παγκοσμιότητα που της αρμόζει.
Φυσικά, δεν πρόκειται για μια εύκολη ταινία που θα φιλήσει τα δακρυσμένα μάτια του κοινού και θα ησυχάσει τις ένοχες συνειδήσεις. Γι’ αυτό, έχουμε την εξαιρετική Λίστα του Σίντλερ. Είναι μια ειλικρινής ιστορία για την αναγέννηση της ελπίδας μέσα στη φρίκη και αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί με καλλωπισμούς. Παραφράζοντας τον Κόπολα, θα λέγαμε ότι ο Γιος του Σαούλ δεν είναι μια ταινία για το Άουσβιτς. Ο Γιος του Σαούλ είναι το Άουσβιτς.