Reviews Mayhem

2 Απριλίου 2020 |

0

Mayhem


Η κωμωδία τρόμου ήταν για δεκαετίες ένα είδος περιφρονημένο, εξορισμένο στο περιθώριο της κινηματογραφικής διανομής, είτε στο εναλλακτικό δίκτυο (των μεταμεσονύκτιων προβολών, διάφορων φεστιβάλ, σινεφίλ λεσχών και καλτ αφιερωμάτων) είτε απευθείας στην κατ’ οίκον προβολή.

Τα τελευταία χρόνια έχει αποκατασταθεί στις συνειδήσεις του κοινού σε βαθμό που φτάνει με αξιώσεις μέχρι και στο υψηλότερο επίπεδο αναγνώρισης, όπως τα βραβεία Όσκαρ. Κυρίως επειδή η μεταμοντέρνα κινηματογραφική θεωρία ώθησε την κριτική στην επαναξιολόγηση μεγάλου όγκου φιλμικού κειμένου “β’ διαλογής” του παρελθόντος με νέα ερμηνευτικά εργαλεία κι απενοχοποιημένη ματιά, και νεότεροι δημιουργοί χρησιμοποίησαν τις συμβάσεις και τις φόρμες του είδους για να ασκήσουν κοινωνικοπολιτική κριτική, να σατιρίσουν την ποπ κουλτούρα της εποχής και τα είδωλά της, ή απλώς για να αποτίσουν φόρο τιμής στους αδικημένους προκατόχους τους.

Τα παραδείγματα αμέτρητα: από την οξύτατη ματιά γύρω από επίκαιρα κοινωνικά ζητήματα όπως ο ρατσισμός (Get out, Attack the Block, Sorry to Bother You), ζητήματα φύλου (The Cabin in the Woods, Jennifer’s Body, Final Girls) ή και τα δύο (Us), μέχρι την διακωμώδηση του κινηματογραφικού τρόμου ως παρωδία (Scary Movie saga, What We Do In The Shadows, Tucker & Dale vs Evil) κ.α.

Μια ταινία της πρόσφατης παραγωγής που συνδυάζει ταιριαστά τόσο την κριτική σε πτυχές του σύγχρονου κόσμου όσο και την κωμική απεικόνιση της φρίκης, είναι και το Mayhem του Joe Lynch. Επιπλέον, είναι και ειρωνικά επίκαιρη στις μέρες καραντίνας που διανύουμε…

Ο Derek είναι ένα νεαρό στέλεχος σε μια αδίστακτη εταιρική δικηγορική φίρμα. Όπως κάθε πιτσιρίκι που τελειώνει τη Nομική,  ξεκινά την καριέρα του με ιδεαλισμό, όνειρα και φιλοδοξίες, μέχρι να τον καταπιεί το απάνθρωπο corporate περιβάλλον όπου το αφεντικό είναι ένας εξουσιομανής και φιλάργυρος παρανοϊκός, το Διοικητικό Συμβούλιο αντιμετωπίζει τους ανθρώπους αποκλειστικά σαν νούμερα και μεταβλητές, ανάξιοι προϊστάμενοι επιβιώνουν πατώντας επί πτωμάτων άξιων εργαζόμενων γλείφοντας την διοίκηση, και γενικότερα το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό επειδή μπορεί.

Λογικό κι επόμενο ο ήρωάς μας να μισεί τη ζωή του που περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από τη δουλειά. Μια δουλειά που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει καθήκοντα που κλωνίζουν το ηθικό και αξιακό του σύστημα, όπως π.χ. το να ανακοινώνει σε μια νεαρή κοπέλα, όπως η Melanie, ότι η οικογένειά της θα μείνει στον δρόμο επειδή προέχει το συμφέρον του πελάτη, μιας εξίσου αδίστακτης τράπεζας.

Σα να μην έφταναν όλα αυτά, η ανθρωπότητα μαστίζεται από την πανδημία του ID-7. Πρόκειται για έναν ιό που επιτίθεται στον εγκέφαλο και χακάρει το συναισθηματικό του κέντρο, οδηγώντας τα θύματα σε μια κατάσταση όπου κυριαρχούν ανεξέλεγκτα οι παρορμήσεις και τα ένστικτά τους χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό. Ευτυχώς υπάρχει θεραπεία και ο ιός δεν είναι θανατηφόρος. Τουλάχιστον καθαυτός, μιας και οι νοσούντες μπορεί να προβούν σε ιδιαίτερα βίαιες πράξεις, ανάλογα με το τι συναισθήματα καταπιέζουν.

Και μπορεί ο Derek να είναι ικανότατος δικηγόρος, καθώς χάρη σε αυτόν αθωώθηκε ο πρώτος δολοφόνος λόγω του ιού με το επιχείρημα ότι οι ασθενείς δεν ευθύνονται για τις πράξεις τους, αλλά του χρεώνεται άδικα μια υπόθεση που πήγε κατά διαόλου κι έτσι το αμείλικτο HR της εταιρείας τον πετάει στον δρόμο, όπως ακριβώς ο ίδιος είχε πετάξει προηγουμένως την Melanie.

Για καλή τους τύχη, ο ιός παρεισφρέει στα γραφεία της εταιρείας κι έτσι όλο το κτίριο μπαίνει σε αυστηρή καραντίνα μέχρι να χορηγηθεί η θεραπεία. Ο Derek και η Melanie ενώνουν τις δυνάμεις τους και αποφασίζουν να τιμωρήσουν τα αφεντικά προτού λήξει η καραντίνα και ξαναγίνουν, νομικά τουλάχιστον, υπόλογοι για τις πράξεις τους…

Γνωστός για το video game ύφος του, ο Lynch παίρνει μια ανεκδιήγητη συνθήκη και της αλλάζει τα φώτα∙ παντρεύοντας δομικά στοιχεία από άλλα υποείδη του κινηματογραφικού τρόμου, όπως τα survival και revenge films, επιτυγχάνει στο έπακρο τα δυο βασικότερα ζητούμενα μιας σωστής splatter κωμωδίας: τη φρίκη και το γέλιο.

Σε αντίθεση με την συντριπτική πλειοψηφία του κανόνα, όπου η επιβίωση, η θεραπεία ή η εξουδετέρωση της απειλής αποτελεί τον στόχο, το Mayhem παίρνει ξεκάθαρη θέση υπέρ της αρρώστιας: όταν ο Derek και η Melanie παίρνουν τα όπλα δεν υπακούν απλά ως άβουλα όντα στις παρορμήσεις που διογκώνει αυτή η παράλογη ασθένεια, τουναντίον, διεκδικούν συνειδητά το δίκιο τους με την αρρώστια σαν απρόσμενο σύμμαχο, που παρεμβαίνει σαν από μηχανής θεός και τους δίνει την ευκαιρία που χρειάζονται για να πάρουν την εκδίκησή τους.

Κι αυτό γιατί στο στόχαστρο βρίσκεται η νοσηρή, corporate νοοτροπία του τομέα παροχής υπηρεσιών που εγκλωβίζει τον εργαζόμενο σε μια ζωή δίχως νόημα και η αναλγησία του σύγχρονου κόσμου που επιτάσσει πάντα την επικράτηση του ισχυρού απέναντι στους αδύναμους. Ακόμη κι αν αποτυπώνεται επιφανειακά. Όταν χάνουν κάθε (κυρίως κοινωνικά επιβαλλόμενη) ηθική αναστολή, αυτό που βιώνουν είναι οργή. Και είναι τόσο καταπιεσμένη εκεί μέσα, που το μακελειό που ακολουθεί κατά την διάρκεια της καραντίνας είναι αναπόφευκτο.

Εκεί οδηγεί νομοτελειακά αυτό το καθεστώς. Σε μια από τις απολαυστικότερες σκηνές της ταινίας, όπου ένας “υγιής” ψυχίατρος απ’ έξω προσπαθεί να ηρεμήσει τον Derek και να τον αποτρέψει από τη βία, τον ρωτάει πώς νιώθει. Ο Derek, με πάσα ειλικρίνεια, του απαντάει ότι νιώθει πως θέλει να γδυθεί, να σπάσει και να ρημάξει, να ουρλιάξει, να γαμήσει και να σακατέψει κόσμο. “Νιώθω υπέροχα!”, αναφωνεί ο Derek, λίγο πριν αυτός και η Melanie συνεχίσουν να ανεβαίνουν έναν-έναν τους ορόφους μέχρι τα γραφεία της διοίκησης πετσοκόβοντας με ψαλίδια, σφυριά, τανάλιες και συρραπτικά όποιον σταθεί στο διάβα τους.  

Ωστόσο, η ταινία δεν είναι μονάχα μια σοβαροφανής ψυχαναλυτική καταγγελία με κωμικό περίβλημα. Το Mayhem είναι αληθινά αστείο. Ενώ παρόμοιες ταινίες επιδιώκουν το γέλιο με κατάχρηση του gore στοιχείου, ο Lynch επιλέγει εύστοχα να μην το παρακάνει με το αίμα και να δουλέψει άλλα αφηγηματικά μέσα.

Χορογραφεί τις σκηνές μάχης σαν σε ταινία δράσης και ενισχύει την κωμικότητα εκμεταλλευόμενος τους ηθοποιούς του σωματικά (εδώ βοηθάει η σχηματικότητα των χαρακτήρων, πχ ο παράφρων πρόεδρος, η αριβίστρια διευθύντρια κοκ) αλλά και κατασκευάζοντας μια εκ των πραγμάτων υπερβολική ατμόσφαιρα όπου οι κεντρικοί μας ήρωες αγωνιούν πραγματικά για το δράμα τους την ώρα που στο παρασκήνιο εξελίσσεται το απόλυτο πανηγύρι, ή με gags που σατιρίζουν ανελέητα μερικά ακόμη στερεότυπα της ζωής στο γραφείο: όπως όταν οι ειδικοί προειδοποιούν τους έγκλειστους ότι οποιοδήποτε διεγερτικό θα επιδεινώσει τα συμπτώματα της νόσου και έξαλλα μεγαλοστελέχη ουρλιάζουν στις γραμματείς τους για το νιοστό φλυτζάνι καφέ της ημέρας.

Κάποια σεναριακά ατοπήματα, όπως το εισαγωγικό exposition, παραβλέπονται εύκολα καθώς αποτελούν αναγκαία συνθήκη για να εισαχθεί το παράλογο της υπόθεσης χωρίς μακρηγορίες, δεδομένων και των ειδολογικών συμβάσεων του συγκεκριμένου genre, ενώ η ερωτική χημεία των πρωταγωνιστών δίδεται πειστικά, χωρίς γλυκανάλατες υπερβολές που θα υπονόμευαν ένα story όπου παροξυσμικοί χαρτογιακάδες αλληλοσφαγιάζονται σε καθεστώς καραντίνας.

Ο Steven Yeun (The Walking Dead, Burning) είναι εξαίρετος στον πρωταγωνιστικό ρόλο και αποφεύγει επιδέξια την ύπουλη παγίδα της γραφικότητας, το supporting cast κάνει έξοχη δουλειά (ειδικά ο Lynch, που κράτησε τον μικρό ρόλο του υπεύθυνου IT της εταιρείας για τον εαυτό του, είναι απολαυστικός), αλλά την παράσταση κλέβει η Samara Weaving στον ρόλο της Melanie, που προσδίδει στην ερμηνεία της μια απόκοσμη παραξενιά δίχως να χάνει σε πειστικότητα και χωρίς να καταφεύγει στην ευκολία του κλισέ ως sexy sidekick. Επίσης δείχνει να απολαμβάνει περισσότερο από κάθε άλλο μέλος του θιάσου την όλη εμπειρία, και με την πετυχημένη συμμετοχή της σε άλλα αξιόλογα comedy horror (The babysitter, Ready or Not) αναδεικνύεται στην αδιαφιλονίκητη scream queen της γενιάς μας.

Τι είναι, τελικά, το Mayhem; Μια ευτράπελη σάτιρα του εφιάλτη στο γραφείο ή μια αναπολογητικά διασκεδαστική σπλατεριά που θα ικανοποιήσει και τους πιο φανατικούς του είδους;

Σίγουρα δεν είναι άλλη μια δυσοίωνη ιστορία πανδημίας, εγκλεισμού και καραντίνας όπως τόσες και τόσες που κατακλύζουν τις οθόνες μας τελευταία. Εγγυάται πολύ γέλιο, άφθονη διασκέδαση (ειδικά όσοι/ες έχουν δουλέψει ποτέ σε δουλειά γραφείου θα ταυτιστούν σχεδόν ηδονικά με όσα εκτυλίσσονται) και υπόσχεται μια, μικρή έστω, νότα αισιοδοξίας που όλοι και όλες έχουμε ανάγκη τούτες τις παράξενες μέρες.

Έτσι γι’ αλλαγή.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑