Reviews Des Hommes et des Dieux (Of Gods and Men)

22 Απριλίου 2019 |

0

Des Hommes et des Dieux (Of Gods and Men)

Σκηνοθεσία: Ξαβιέ Μποβουά

Παίζουν: Λαμπέρ Γουίλσον, Μάικλ Λόνσντεϊλ, Ολιβιέ Ραμπουρντάν

Διάρκεια: 120′

Μεταφρασμένος τίτλος: “Ενώπιον θεών και ανθρώπων”

Εμπνευσμένος από την αληθινή ιστορία 8 Γάλλων κιστερκιανών μοναχών σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό της Αλγερίας, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, ο Ξαβιέ Μποβουά προσφέρει μία εμπειρία σχεδόν μεταφυσική. Ακόμη για έναν ολότελα άθρησκο. Kυρίως για έναν ολότελα άθρησκο, υπό μία έννοια. Βρισκόμαστε σε μία ταραγμένη περίοδο, σε ένα χιλιοβασανισμένο τόπο. Είναι αναμενόμενο κι αναπόφευκτο ότι η μέχρι τότε αρμονική συμβίωση μεταξύ του γηγενούς μουσουλμανικού πληθυσμού και των απάτριδων και αυτοεξόριστων χριστιανών μοναχών θα διαταραχτεί.

Πολλά και βασανιστικά θεμελιώδη ερωτήματα ξάφνου ζητούν αμείλικτα μία χειροπιαστή λύση – απάντηση. Μέχρι τότε, περιορίζονταν αυστηρά στη σφαίρα της θεωρίας και της εξ ορισμού άυλης πίστης. Ποια είναι τα όρια του καθήκοντος και της αποστολής; Πόσο αξίζει και πώς αποτιμάται μία φαινομενικά άσκοπη θυσία; Πώς ορθώνει κανείς ανάστημα απέναντι σε μία υπαρξιακή απελπισία; Πώς στέκει γενναίος μπροστά στη σαρωτική επέλαση του φόβου και των αμφιβολιών;

Στην ουσία, έχουμε να κάνουμε με μία ταινία ανδρικής αλληλεγγύης, μόνο που οι κώδικες τιμής, περιθωρίου, φιλίας και συντροφικότητας έχουν αντικατασταθεί με αυτούς της αγιοσύνης. Το περίστροφο έχει μεταμορφωθεί σε ροζάριο. Οι ρουφηξιές καπνού έχουν δώσει τη θέση τους στις χαμηλόφωνες προσευχές. Τα βλέμματα αυτή τη φορά δεν συγκρούονται μετωπικά, αλλά στρέφονται είτε σε έναν ασκεπή ουρανό είτε σε ένα αβαθές έδαφος. Ο φόβος φυλά τα έρμα, ο φόβος τρώει τα σωθικά, η αποδοχή, όμως, του φόβου δίνει φτερά. Εξυψώνει, εξαϋλώνει, πυροδοτεί την πιο αυθεντική προσευχή. Αυτή που απευθύνεται στα μύχιά μας. Στα ενδότερα. Στα έγκατα της ψυχής όπου φωλιάζει το Θείο που δεν έχει ανάγκη από κανένα Θεό ή τέλος πάντων υπερβαίνει τον κάθε Θεό.

Προσηλωμένος και μεθοδικός, σε πλήρη αντίστιξη με τον δωρικό βίο των πρωταγωνιστών του, ο Μποβουά διακοσμεί και ραίνει τη γύμνια. Την καθιστά μεγαλοπρεπή και αυτάρκη, αγγίζοντας τον πιο σκληρό πυρήνα της μυσταγωγίας. Από τη μια, ο εξωτερικός κόσμος που πληροφορεί, προκαλεί ανησυχία, επιτείνει το αδιέξοδο και δίνει το στίγμα της επερχόμενης απειλής. Από την άλλη, ο εσωτερικός κόσμος της ανείπωτης πάλης, των εξαντλητικών διαβουλεύσεων, των επώδυνων διλημμάτων, της περισυλλογής και αναζήτησης νοήματος. Στη συνισταμένη που προκύπτει, μία πραγματεία για την έννοια της (οποιαδήποτε) πίστης, για τον αγώνα της αληθινής ανιδιοτέλειας.

Παράλληλα, ο Μποβουά διατηρεί μία «πνευματική» ισορροπία, όπως αποτυπώνεται στην «ισότιμη» κινηματογράφηση των πρωταγωνιστών του αρχικού μουσουλμανικού τελετουργικού, προσδίδοντας μία χροιά οικουμενική στην αντίληψη της θρησκευτικότητας. Εντάσσει μεν τα γεγονότα και το παρελθόν στον προβληματισμό του, αλλά ταυτόχρονα εξυψώνει τα ερωτήματά του σε μία σφαίρα υπερβατική, που μοιάζει να προϋπάρχει και να επικαλύπτει στοργικά τα μελλούμενα.

Οι χτύποι ανεβαίνουν σταδιακά χάρη στο βραδυφλεγές τετ-α-τετ με το πεπρωμένο. Από το οποίο είναι όντως φυγείν αδύνατον. Αλλά με το οποίο είναι πέρα για δυνατό να συνδιαλλαγείς. Κι εμείς θα γίνουμε μάρτυρες -με σχεδόν ενοχλητική ακρίβεια- όλων τις μεταπτώσεων, παλινδρομήσεων και εσωτερικών μαχών, για όσο διαρκεί το τικ-τακ. Το χέρι θα μας κρατούν προστατευτικά το φως που τρυπώνει από κάθε σχισμή και μετατρέπει το απόκοσμο πάλλευκο του χώρου και των ενδυμάτων σε ανθρώπινο λευκό.

Η σκακιστική εναλλαγή θέσεων των σωμάτων στον χώρο, οι γωνίες λήψης που αποτυπώνουν την τραμπάλα αποφασιστικότητας και τρόμου, η απόκοσμη -και ανά στιγμές ανατριχιαστική- ψαλμωδία. Οι σκέψεις οπτικοποιούνται ευλαβικά και ασκητικά, χωρίς να φαίνονται απόμακρες κι αυστηρές, αλλά αντιθέτως εκπέμποντας τρυφερότητα. Η βασιλεία του Ανθρώπου είναι εδώ. Είναι ταπεινή, λιτή και πέρα για πέρα προσβάσιμη. Σε τούτη εδώ τη ζωή, κι όχι σε μία μεταθανάτια μαύρη τρύπα.

Σε μία εκπληκτικής δομής σκηνή, η θυσία θα επισφραγιστεί σε μία βερσιόν του Μυστικού Δείπνου. Με τη μουσική να αποπνέει το συγκερασμό της μεγαλοπρέπειας και της ψυχικής ηρεμίας. Με τα εντεινόμενα και ολοένα κοντινότερα πλάνα να φτάνουν στο μεδούλι της οριστικής απόφασης. Οι φορείς της θυσίας, πάντως, δεν θα θεωρηθούν ούτε για μία στιγμή αμνοί προς σφαγή, δίχως κρίση και λογική.

Ένα τελικό υστερόγραφο, παρέα με τη σιωπή των νεκρών πλάνων απουσίας και εγκατάλειψης, είναι ό,τι θα μείνει από αυτή την ιστορία πίστης, θυσίας κι αμφιβολίας. Ένα μικρό χνάρι σε ένα φινάλε καλυμμένο από ομίχλη. Μία φευγαλέα αίσθηση αύρας σε ένα σκληρό κόσμο φτιαγμένο από χώμα και αίμα. Μία υπέρβαση άξια για αιωνιότητα, καταδικασμένη, όμως, να υποπέσει στη λήθη που καλύπτει τα πάντα από την αρχή των πάντων κι ακόμη πιο νωρίς.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑