Μεταφρασμένος τίτλος: Αφεντικά για σκότωμα 2
Σκηνοθεσία: Σον Άντερς
Παίζουν: Τζέισον Μπέιτμαν, Τσάρλι Ντέι, Τζέισον Σουντεΐκις, Κρις Πάιν, Κριστόφ Βαλτζ, Τζένιφερ Άνιστον, Τζέιμι Φοξ, Κέβιν Σπέισι
Διάρκεια: 108΄
Ο Νικ, ο Κερτ και ο Ντέιλ έχουν βαρεθεί να δουλεύουν για άλλους (όσοι είδατε την πρώτη ταινία της σειράς θα θυμάστε γιατί) και αποφασίζουν να κάνουν τη δική τους μπίζνα, διότι στο αμερικάνικο όνειρο υπάρχει χώρος για όλους. Η φοβερή ιδέα που έχουν είναι για ένα προϊόν το οποίο ενσωματώνεται στην ντουζιέρα και βγάζει αυτόματα το σαμπουάν, ώστε το ντους να γίνεται πιο εύκολο. Ένας μεγιστάνας εντυπωσιάζεται τόσο πολύ από την ιδέα που τους παραγγέλνει 100.000 κομμάτια, μόνο που οι τρεις φίλοι είναι τόσο πρωτάρηδες που την πατάνε για τα καλά. Διότι μόλις ετοιμάζουν την παραγγελία, ο μεγιστάνας αρνείται να αγοράσει το προϊόν, καθώς έτσι θα τους εξαναγκάσει σε χρεοκοπία και μετά ο ίδιος θα μπορέσει μέσω πλειστηριασμού να αγοράσει την εταιρία για ένα καρβέλι ψωμί. Οι τρεις φίλοι βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο και αποφασίζουν πως η μοναδική λύση είναι να απαγάγουν τον γιο του μεγιστάνα και να ζητήσουν λύτρα, ώστε να ξεχρεώσουν. Και φυσικά όλα πάνε κατά διαόλου και περιπλέκονται ακόμα περισσότερο όταν ο γιος αποφασίζει και αυτός να μπει στο κόλπο με απρόβλεπτες εξελίξεις.
Τρεις καθημερινοί άνθρωποι, λοιπόν, από αυτούς που δεν αντέχουν να είναι θύματα εκμετάλλευσης, θέλουν να δοκιμάσουν την τύχη τους, πεπεισμένοι για κάποιον περίεργο λόγο πως έχουν αυτό που χρειάζεται προκειμένου να πετύχουν. Τι χρειάζεται; Σίγουρα όχι σκληρή δουλειά, σύμφωνα με την ταινία, αλλά θράσος και τον κυνισμό του να φτιάχνεις οικονομικά πτώματα, ώστε μετά να μπορέσει να περπατήσεις πάνω τους. Από το μηδέν δύσκολα φτάνεις στο εκατό, αλλά αν βρίσκεσαι ήδη στο 100, τότε το 200 είναι σαφώς πιο εύκολο, διότι ως γνωστόν τα λεφτά στα λεφτά πάνε, οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι, οι φτωχοί παραμένουν εκεί που βρίσκονται και η ψαλίδα ολοένα και μεγαλώνει. Βέβαια, η ταινία δεν είναι ακριβώς τόσο ρομαντική και ιδεαλιστική, αλλά έστω και με χιούμορ και τελείως επιδερμικά αποπειράται να θίξει μερικές από τις παθογένειες του οικονομικού συστήματος του δυτικού κόσμου.
Το θέμα το οποίο κατά κύριο λόγο μας ενδιαφέρει εδώ, όμως, δεν είναι κατά πόσο έχουμε μπροστά μας μια οικονομική κριτική, αλλά μέχρι ποιο βαθμό λειτουργεί η κωμωδία. Εξάλλου, ήδη από την πρώτη σκηνή καθίσταται σαφές πως αυτό που απασχολεί τους δημιουργούς είναι η πρόκληση γέλιου, δηλαδή οι θεατές να κάνουν ηχηρά «χα, χα» μέσα στην αίθουσα. Τα βασικά συστατικά του χιούμορ της ταινίας είναι η χημεία μεταξύ των τριών πρωταγωνιστών, η παρέλαση διάσημων ηθοποιών σε δεύτερους ασυνήθιστους ρόλους, η σειρά ανεκδιήγητων παρεξηγήσεων και μια σειρά από σεξουαλικά αστεία.
Η αλήθεια είναι πως οι τρεις πρωταγωνιστές δένουν μια χαρά μεταξύ τους, αλλά προσωπικά κουράστηκα από ένα σημείο και μετά από τους 2 (ο Τζέισον Μπέιτμαν κρατάει τη σημαία ψηλά), των οποίων οι χαρακτήρες είναι τόσο ηλίθιοι και δίχως το παραμικρό ίχνος στοιχειώδους λογικής. Αντιλαμβάνομαι πως για πολλούς αυτό μπορεί να φαίνεται αστείο, αλλά από αυτό το τσάι δεν πίνω, ευχαριστώ. Από εκεί και πέρα οι Κέβιν Σπέισι, Τζέιμι Φοξ, Τζένιφερ Άνιστον μπορεί να έχουν μικρούς ρόλους, αλλά όποτε εμφανίζονται δίνουν αυτό το κάτι παραπάνω που μπορεί να απογειώσει μια κωμωδία, ενώ ο Κρις Πάιν στο ρόλο του γιου του μεγιστάνα είναι το λιγότερο απολαυστικός. Τα ευτράπελα δίνουν και παίρνουν με καταιγιστικό ρυθμό, ενώ τα περισσότερα από τα σεξουαλικά (και ενίοτε σεξιστικά) αστεία, απευθύνονται σε ένα κοινό που γελάει ακόμα με τις υπόνοιες πως κάποιος από τους χαρακτήρες ίσως είναι ομοφυλόφιλος.
Ναι, η ώρα θα κυλήσει ευχάριστα και εξάλλου όσοι είστε έτοιμοι να δείτε μια ταινία με τον αριθμό «2», προφανώς είστε και προετοιμασμένοι για να δείτε αυτό που θα δείτε.