What's On What Will People Say (Hva Vil Folk Si)

2 Οκτωβρίου 2018 |

0

What Will People Say (Hva Vil Folk Si)

Σκηνοθεσία: Ιράμ Χακ

Παίζουν: Μαρία Μοζχντάχ, Αντίλ Χουσεΐν

Διάρκεια: 105′

Ελληνικός τίτλος: “Τι θα Πει ο Κόσμος”

Η 16χρονη Νίσα, κόρη Πακιστανών μεταναστών στη Νορβηγία, ζει αναγκαστικά μια διπλή ζωή. Κινείται μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο που ορίζουν οι οικογενειακές συνθήκες της, διάγοντας το κατά δύναμιν τον ιδιωτικό βίο μίας έφηβης του σύγχρονου δυτικού κόσμου. Όταν όμως ένα πρώιμο ερωτικό της σκίρτημα γίνεται αντιληπτό από τον περίγυρό της, έρχεται αντιμέτωπη με την οργή του στενού της κύκλου και εν τέλει η ποινή που της απαγγέλλεται είναι εξαντλητική: εξορία στη γη των προγόνων, προκειμένου να συνετιστεί. Εκεί, η Νίσα έρχεται σε επαφή με μία κουλτούρα με την οποία, παρά την καταγωγή της, δεν έχει καμία επαφή και καλείται να αποδιώξει την πηγαία ανάγκη της για ελευθερία.

Μεταφέροντας εν πολλοίς στην οθόνη προσωπικά της βιώματα, η πακιστανικής καταγωγής  Νορβηγίδα σκηνοθέτιδα Ιράμ Χακ δημιουργεί ένα φιλμ το οποίο φέρει τα σημάδια της αυθεντικότητάς του σε όλη του τη διάρκεια. Κανένα σημείο της ιστορίας που αφηγείται δε μοιάζει να προέκυψε από προκατ ιστορίες καταπίεσης. Αντιθέτως, η ταινία σφύζει από ζωή, εν μέρει χάρη στη σπουδαία ερμηνεία της πρωτοεμφανιζόμενης πρωταγωνίστριας Μαρία Μοζντάχ, αλλά κυρίως γιατί δεν τίθεται στο κέντρο μία αδίκως πάσχουσα βασανισμένη ψυχή που αποζητά τη λύπηση, αλλά μία γνήσια τραγική φιγούρα. Η Νίσα είναι ένας άνθρωπος καταδικασμένος να ορίζεται από αλλότριες απαιτήσεις, παγιδευμένη σε μία διαμάχη που την εξαντλεί και την υπερβαίνει. Τοποθετημένη στο μάτι του κυκλώνα μίας σύγκρουσης πολιτισμών και ηθών, τις οποίες η Χακ μπορεί να μην παρουσιάζει ισομερώς, αλλά φροντίζει να αποφύγει την προφανή δαιμονοποίηση της μίας οπτικής.

Ως καταλύτης της πλοκής χρησιμοποιείται η σεξουαλική επιθυμία, και αυτό διότι αυτό είναι το πεδίο στο οποίο ξεδιπλώνονται ολότελα τα ανθρώπινα συμπλέγματα. Τίποτα δεν αποκαλύπτει τη «γύμνια» μία κοινωνική ηθικής στάσης καλύτερα από ένα γυμνό σώμα και ως εκ τούτου οι περιπέτειες της Νίσα δεν πηγάζουν από την καταδικασμένη ερωτική επιθυμία και τον απαγορευμένο σύντροφο, αλλά από τη σεξουαλική φλόγα που αρχίζει να καίει μέσα της και ψάχνει διέξοδο. Μία πρωτογενής έκφραση ελευθερίας ενός κοριτσιού που ψάχνει τον εαυτό του με τον πλέον υγιή τρόπο, μεγαλώνοντας σ’ ένα διφυές περιβάλλον. Ο οίκος, το μέρος όπου καθένας θεωρητικά μπορεί να αισθάνεται ασφαλής, είναι για τη Νίσα μία φυλακή, γιατί της εξαντλεί την (υπό σχηματισμό ακόμα) προσωπικότητα και κατ’ επέκταση το δικαίωμα του να έχει μία δική της προσωπικότητα.

Πάνω από όλα, αυτό που επιζητά από το περιβάλλον της η νεαρή ηρωίδα, είναι ο ελάχιστος εκείνος αναγκαίος χώρος για να ανακαλύψει τον ίδιο της τον εαυτό, την αληθινή της ταυτότητα. Έχοντας βρεθεί στη θέση του ατόμου που μοιάζει ολότελα διαφορετικό από όλους και όμως βρίσκει τη θέση του ανάμεσά τους, οδηγείται βιαίως σε μία κοινωνία που μοιάζει με όλους αλλά εντός της ασφυκτιά. Γνωρίζει ότι θα κουβαλά όλη της τη ζωή τα σημάδια από το εσωτερικό δίπολο, αρνείται πεισματικά να δεχτεί ότι η ζωή της ορίζεται αποκλειστικά και μόνο από αυτό. Δεν είναι απλώς ένα κορίτσι που μεγαλώνει στη Νορβηγία από Πακιστανούς γονείς. Είναι η Νίσα και μάχεται εναντίον όλων όσων επιθυμούν να της προσδέσουν στο άρμα των δικών τους συμπλεγμάτων για να κερδίσει το δικαίωμα στα δικά της καινούρια αδιέξοδα, γιατί η προκαθορισμένη μοίρα της δεν της αρκεί.

Η πιο ενδιαφέρουσα φιγούρα στην ταινία, βέβαια, είναι ο πατέρας της Νίσα. Παρότι είναι ένας χαρακτήρας που συχνά οδηγείται σε ακραία ξεσπάσματα που συνιστούν δραματικές παραφωνίες σε σχέση με τη συνολική εικόνα του φιλμ, είναι ένας άνθρωπος βαθιά ηττημένος που πασχίζει να διατηρήσει της παρωπίδες του στη θέση τους, ενώ ο κόσμος μπροστά του έχει αλλάζει. Στο βλέμμα του συγκλονιστικού στο ρόλο Αντίλ Χουσαΐν αντικρίζει κανείς έναν άνθρωπο που αισθάνεται υποχρεωμένος από κάποια αόρατη δύναμη να συνεχίσει να μάχεται. Στο μυαλό του, ο σκοπός του αγώνα του είναι στο χείλος του γκρεμού, ωστόσο έχει προσδέσει τόσο έντονα την ύπαρξή του με τον ίδιο τον αγώνα που του είναι αδύνατο να φανταστεί τη ζωή του αλλιώς. Η διατήρηση των ηθών για τον οικογενειάρχη Μίρζα είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Μίας ζωής που ο ίδιος αισθάνεται ότι εγκλώβισε σε αυτή την ηθική κατασκευή, αλλά αδυνατεί να το αποδεχτεί. Εκπροσωπεί έναν κόσμο που κρέμεται από τα ακροδάχτυλα, με όση δύναμη του έχει απομείνει, γιατί το μέλλον του τον αρνήθηκε.

Δίχως να είναι εντελώς απαλλαγμένη συναισθηματισμών και μίας σε σημεία υπερβολικής χρήσης των εκφραστικών της μέσων, η ταινία της Ιράμ Χακ φιλοξενεί μία γνήσια ανθρώπινη ματιά πάνω σε μία εξαντλητική συνθήκη. Διαθέτει ένα θεσπέσιο τέλος, το οποίο μοιάζει σαν φυσική απόληξη της ιστορίας. Κυρίως όμως, παρέχει τη δυνατότητα στο θεατή να καλύψει τη –συναισθηματικά– τεράστια απόσταση που τον χωρίζει από έναν άνθρωπο που έχει δύο χώρες καταγωγής και καμία πατρίδα, χωρίς να αποζητά τη λύπησή του. Αυτό και μόνο αρκεί για να την καταστήσει αξιοσημείωτη.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑