What's On La Vérité (The Truth)

27 Ιανουαρίου 2020 |

0

La Vérité (The Truth)

Σκηνοθεσία: Χιροκάζου Κόρε-έντα

Παίζουν: Κατρίν Ντενέβ, Ζιλιέτ Μπινός, Ίθαν Χοκ, Λουντιβίν Σανιέ

Διάρκεια: 106′

Ελληνικός τίτλος: “Η Αλήθεια”

Η Φαμπιέν είναι μία Γαλλίδα ντίβα του κινηματογράφου που διανύει την όγδοη δεκαετία της ζωής της και εξακολουθεί να δουλεύει άοκνα, απολαμβάνοντας τη φήμη και τον σεβασμό του καλλιτεχνικού κόσμου. Επί τη ευκαιρία της έκδοσης των απομνημονευμάτων της δέχεται επίσκεψη από την κόρη της Λουμίρ, σεναριογράφο, που καταφθάνει στο Παρίσι μαζί με τον σύζυγό της, δευτεροκλασάτο Αμερικανό τηλεοπτικό ηθοποιό, και την κόρη της. Οι δύο γυναίκες είχαν να βρεθούν από τον γάμο της Λουμίρ, καθώς αυτή ζει με την οικογένειά της στη Νέα Υόρκη. Η κυκλοφορία όμως της αυτοβιογραφίας της Φαμπιέν φέρνει στην επιφάνεια ψέματα, παγιωμένες τύψεις και πεπιεσμένες αντιδράσεις που σημαδεύουν θεμελιωδώς τη σχέση τους.

Η μετάβαση στην γηραιά ήπειρο δεν είναι ποτέ εύκολη υπόθεση για έναν σκηνοθέτη της Ανατολής. Εν προκειμένω, όμως, ο Κόρε-έντα αποφεύγει τον σκόπελο με άνεση, δίνοντας ακόμα πιο προσωπικό τόνο στο πρώτο αλλόγλωσσο εγχείρημά του. Εκεί λοιπόν που λοιποί ομότεχνοί του (φερ’ ειπείν ο Ασγκάρ Φαραντί), μεταφέροντας την αισθητική τους εκτός συνόρων καταλήγουν να παραδίδουν έργα με αλλοιωμένο όραμα, ο Κόρε-έντα σφραγίζει φαρδιά πλατιά την «Αλήθεια», και όχι μόνο επειδή κρατά τη σκηνοθεσία, το σενάριο και το μοντάζ για τον εαυτό του, αλλά γιατί χρησιμοποιεί αυτή την προσωρινή μετεγκατάσταση ως ευκαιρία για να καταθέσει στον κινηματογραφικό κόσμο κάτι που δε θα μπορούσε να δημιουργήσει στη φυσική του έδρα.

Δεν πρόκειται φυσικά για κάποια κορωνίδα της φιλμογραφίας του Ιάπωνα δημιουργού, και αυτό γιατί η βασική ιστορία, κινούμενη επί του συνολικού αφηγηματικού άξονα του έργου του που είναι οι οικογενειακή δεσμοί (αίματος ή μη), δεν εκτίθεται με το σφρίγος που έχει παρουσιάσει ο ίδιος στο παρελθόν. Η σχέση μητέρα κόρης, μία χαλαρή (σε τέμπο, σε βάρος και σε διάθεση) ανάγνωση της μπεργκμανικής «Φθινοπωρινής Σονάτας», βασίζεται περισσότερο στις θεσπέσιες ερμηνείες των Ντενέβ και Μπινός παρά στην αφηγηματική της δύναμη. Με άλλα λόγια, το δράμα των γυναικών δε γίνεται ποτέ πλήρως κτήμα του θεατή, ενώ το τρικ της ταινίας μέσα στην ταινία (η οποία έχει πλοκή Interstellar!) δεν προσδίδει ιδιαίτερη χάρη ούτε κομίζει με οικονομία κάτι το πραγματικά πολύτιμο στο σύνολο του έργου.

Αυτή όμως η εμφανής χαλαρότητα του Κόρε-έντα, η οποία αποδυναμώνει την εξέλιξη της βασικής ιστορίας, του επιτρέπει να ελιχθεί με χάρη στους υπόλοιπους, σαφώς πιο παιγνιώδεις (!) άξονες του έργου, που αποτελούν και την πραγματική αρετή της ταινίας. Ο πρώτος, κυρίαρχος σε βάρος, χρόνο και σημασία, είναι ο φόρος τιμής στο ευρωπαϊκό σινεμά, μέσα από την εξωαφηγηματική αξιοποίηση της παρουσίας ενός τιτάνιου εν ζωή κεφαλαίου του. Η Κατρίν Ντενέβ -εδώ σε έναν ρόλο που στέκει δίπλα στους κολοσσιαίους της καριέρας της- δεν είναι απλώς η Φαμπιέν της εμφανούς πλοκής, αλλά και ένα καθρέφτισμα του εαυτού της, μία ντίβα που μιλά με τη γνωστή παγερή της όψη ευθέως στους μυριάδες οπαδούς της, καταργώντας τα όρια της κινηματογραφικής αφήγησης. Όλο αυτό όμως δεν είναι δείγμα μίας χαριτωμενιάς, όπως θα ήταν αμερικανιστί, αλλά μίας υπόκλισης ενός νέου (ο Κόρε-έντα αισθάνεται μικρός σε ηλικία και όχι μόνο απέναντι σε όσα κουβαλά η Ντενέβ), μίας ομολογίας δέους.

Είναι σαφέστατα κινηματογραφικά μορφωμένος δημιουργός ο Ιάπωνας, αλλά καταφέρνει να χωρέσει της εκδηλώσεις της υψηλής παιδείας του δίχως να επιφορτίζει το έργο με ακαδημαϊκές διαθέσεις και αχρείαστες επιδείξεις. Από αυτή την μόρφωση εκπορεύεται και η δυνατότητα του να εκφράσει τις σκέψεις του σχετικά με την ευρωπαϊκή κουλτούρα (ο δεύτερος περιφερειακός μα πολύτιμος άξονας του έργου), την οποία βλέπει ως ενεργός παρατηρητής, λίγο αφού έχει εισπράξει το τοτέμ της κινηματογραφικής βιομηχανίας της (ο χρυσός φοίνικας του «Shoplifters»). Βλέπει ανθρώπους επιτυχημένους αλλά μόνους, μεγάλα πολυτελή σπίτια που φιλοξενούν μικρά καταπιεσμένα πνεύματα. Ανθρώπους που θα ψάξουν το καλύτερο δυνατό πιάτο, το ακριβότερο, το φανταχτερό, αλλά δε θα έχουν με ποιον να δειπνήσουν, τους οποίους μάλιστα αντιπαραθέτει σε μία καταπληκτική σκηνή με τους Απωανατολίτες και τη δική τους εντελώς διαφορετική φιλοσοφία (η Ντενέβ τρώει μόνη σε ένα γιαπωνέζικο εστιατόριο και απέναντί της μία ευτυχισμένη οικογένεια).

Ως αναζήτηση της αλήθειας και του ειδικού της βάρους, όπως φαίνεται να ορίζει ο τίτλος της, η ταινία του Κόρε-έντα δε διεκδικεί δάφνες ανάμεσα στις υπόλοιπες συναφείς της εργογραφίας του, καθώς στερείται κορύφωσης. Η αλήθεια για τον Κόρε-έντα είναι ο, τι αντέχει ο καθένας να είναι, εν προκειμένω ο, τι μπορεί να νιώσει σε μία μοναχική απογευματινή βόλτα στη γαλλική πρωτεύουσα, αλλά το πραγματικό κατόρθωμα βρίσκεται αλλού. Στην απόδοση ενός μακρά οφειλόμενου φόρου τιμής η οποία δεν καπελώνει το συνολικό έργο, αλλά καταφέρνει να ενταχθεί στην αφήγηση, αποτελώντας μάλιστα στοιχείο της πλοκής.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑