Milou en mai (1990)

Σκηνοθεσία: Λουί Μαλ

Παίζουν: Μισέλ Πικολί, Μπρουνό Καρέτ, Χάριετ Γουόλτερ

Διάρκεια: 107′

Η απόσταση κάθε είδους, γεωγραφική, νοητική, συναισθηματική, λειτουργεί άλλοτε ανακουφιστικά κι άλλοτε απειλητικά. Όταν στα αυτιά μας δεν φτάνει η οχλοβοή, αλλά ο μακρινός απόηχος, πολλά μπορεί να μεσολαβήσουν, πολλά μπορεί να διογκωθούν, πολλά μπορεί να αποσιωπηθούν. Ο Λουί Μαλ τοποθετεί μεν τον Μάη του ’68 σε ρόλο οδηγού και καταλύτη των εξελίξεων, αλλά συγχρόνως τον εντάσσει σε ένα πεδίο μακρινό κι ακαθόριστο. Σαν ένας μακρινός βόμβος, σαν ένα επίμονο τσίγκλισμα που δεν σε αφήνει να ησυχάσεις. Δεν θα αντικρίσουμε ποτέ τους φλεγόμενους παριζιάνικους δρόμους, αντιθέτως θα βυθιστούμε στην τρυφηλότητα και την υποτιθέμενη γαλήνη ενός βουκολικού τοπίου στο Μπορντό.

Όπως συμβαίνει πολύ συχνά στη ζωή, ένας θάνατος θα αποτελέσει την αφορμή για μία ολίγον απρόθυμη κι αμήχανη οικογενειακή συνάθροιση. Όλοι οι πρωταγωνιστές ενός μικρού και φαινομενικά ασήμαντου δράματος θα κληθούν να πάρουν θέση απέναντι σε ένα ευρύτερο δράμα, που ξάφνου τούς ζητά να διατυπώσουν άποψη. Η κυριότερη δίοδος επικοινωνίας για το απροσδιόριστο «εκεί» με το έκπληκτο «εδώ» είναι το ραδιόφωνο, το οποίο λειτουργεί ως πύλη και δίοδος προς έναν άλλο κόσμο. Κανείς δεν ξεφεύγει από τη συγκυρία, κανείς δεν μπορεί να σωπάσει όταν η Ιστορία ανοίγει συζήτηση μαζί του: σε τέτοιες στιγμές, ακόμη και η σιωπή είναι λαλίστατη.

Η απόσταση, λοιπόν, μοιάζει ολοένα να εκμηδενίζεται, καθώς η νέα πραγματικότητα καταφθάνει με βήμα ταχύ. Σταδιακά, οικοδομείται μία εξοικείωση, μια αποδαιμονοποίηση. Την αρχική απειλή, το ασαφές χάος, τη θολή αναμετάδοση, τις συγκεχυμένες πληροφορίες και φήμες, διαδέχονται τα λόγια ενός αυτόπτη μάρτυρα. Το «εκεί» έχει τρυπώσει στο «εδώ» και δεν δείχνει πια και τόσο τρομακτικό ή απωθητικό. Ο αποκαμωμένος (και κατα φαντασίαν) επαναστάτης έχει φροντίσει να αυτό-παρασημοφορηθεί και αμέσως μετά να αποστρατευτεί, προτού ζορίσουν τα πράγματα. Αναρρώνοντας από τις γρατσουνιές που βαφτίζει ουλές, απολαμβάνει λαίμαργα τη δόξα του μπαρουτοκαπνισμένου στη μάχη. Επιβεβαιώνει πως συμβαίνουν αλλόκοτα, πρωτοφανή και συγκλονιστικά πράγματα «εκεί», αλλά δεν θα πει όχι και στη ράθυμη γλύκα του «εδώ». Και θα παρασύρει τους πάντες σε μια μεγαλόστομη, όσο και σύντομη, έκρηξη θάρρους και παρρησίας.

Μέσα στη λαμπρότητα και τη μεγαλοπρέπεια της ανοιξιάτικης φύσης, μακριά από το σπίτι που αποπνέει επιφυλακτικότητα και μυρίζει θάνατο, όλα θα μοιάσουν για μια στιγμή λίγο πιο ανέμελα, φωτεινά και αισιόδοξα. Η ονειροπόληση θα φουντώσει πλάι σε μια φύση ολάνθιστη και οργιαστική, δείχνοντας πέρα για πέρα -και ετυμολογικά θα έλεγε κανείς- «φυσιολογική». Η απελευθέρωση από τα συντηρητικά δεσμά, ο έρωτας, το φλερτ, το γέλιο, το τραγούδι, η ζάλη από το κρασί, η ευφορία και η χαλαρότητα θα κυριαρχήσουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Και εξίσου απότομα θα νικηθούν από την ντροπή και άγχος. όταν οι παραισθήσεις της ουτοπίας συγκρουστούν όχι ακριβώς με την πραγματικότητα, αλλά με τον φόβο ότι μπορεί και να γίνουν πραγματικότητα.

Οι νεόκοποι επαναστάτες θα βρεθούν να τρέχουν πανικόβλητοι κι αλαφιασμένοι, κυνηγημένοι από μια ανύπαρκτη απειλή. Όταν ο -έξοχος όπως πάντα- Μισέλ Πικολί χορέψει τον τελευταίο χορό με το φάντασμα της μητέρας του, στην πραγματικότητα χορεύει με το φάντασμα μιας άλλης ζωής. Οι δρόμοι έχουν ανοίξει, οι φωτιές έχουν σβήσει, η ατμόσφαιρα σιγά σιγά καθαρίζει. Και η παραζάλη του μαγιάτικου τοπίου αφήνει μια γλυκόπικρη αίσθηση μέθης στο στόμα και την καρδιά.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑