YOU WILL MEET A TALL DARK STRANGER

Σκηνοθεσία: Γούντι Άλεν

Παίζουν: Ναόμι Γουότς, Φρίντα Πίντο, Αντόνιο Μπαντέρας, Τζος Μπρόλιν, Άντονι Χόπκινς.

Διάρκεια: 98′

Μεταφρασμένος τίτλος: “Θα συναντήσεις ένα ψηλό μελαχρινό άνδρα”

Μετά από ένα διάλειμμα μίας καλοδεχούμενης αναπαλαίωσης με το «Whatever Works», σε σενάριο και υφολογία 70’s και με τον ίδιο επί της ουσίας πρωταγωνιστή, μέσω του Λάρι Ντέιβιντ και ενός καταλανικού ξεστρατίσματος με το «Vicky, Christina, Barcelona», ο αγαπημένος Γούντι επιστρέφει στο Λονδίνο για τέταρτη φορά. Πέρα όμως από το γεωγραφικό χαρακτήρα της επιστροφής, στην ταινία του παρατηρούμε και μία επάνοδο στη φόρμα και το στυλ των υπόλοιπων λονδρέζικων πονημάτων του (εξαιρείται το «Scoop» φυσικά), με μία ροπή και αφηγηματική δομή εφάμιλλη, όχι όμως ισοϋψής, του «Match Point». Το σχήμα παρουσιάζει μία αυστηρή συμμετρία με 4 νυν και πρώην έγγαμους πρωταγωνιστές να δέχονται τη σαρωτική εισβολή ισάριθμων παρεμβολών. Για τα δομικά υλικά της κατασκευής βεβαίως, πρέπει να ανατρέξουμε στις εδώ και 35 χρόνια ευδοκιμούσες και καθόλα γνώριμες φοβίες, ψυχώσεις και εμμονές αυτού του ιδιόμορφου και ξεχωριστού σκηνοθετικού σύμπαντος.

Μία περιδίνηση γύρω από αδιέξοδους και εφήμερους έρωτες, η ψευδαίσθηση του ρομαντισμού, τα πλάνα και σχέδια αιθεροβασίας που κατεδαφίζονται σαν τραπουλόχαρτα, η απελπισμένη αναζήτηση καλλιτεχνικής και γενικότερης αναγνώρισης, ο αθεράπευτος φόβος της μοναξιάς. Εύκολα και εύλογα θα μπορούσε να αντιταχθεί το επιχείρημα πως όλες αυτές οι ιδέες, κάθε μοτίβο και σύλληψη, κάθε εύρημα και ανατροπή, μοιάζει να έχει απεικονιστεί ευστοχότερα και πληρέστερα στο παρελθόν, από την ίδια σκηνοθετική παλέτα. Το επιχείρημα ως ένα βαθμό φυσικά και ευσταθεί, καθώς κανείς δεν ξεφεύγει από την παραμορφωτική διάθλαση του χρόνου που περνά αμείλικτα. Δύο μικρές παράμετροι όμως καθιστούν την παραπάνω διαπίστωση ημιτελή και υπέρμετρα αυστηρή.

Εν πρώτοις, μία ευχαρίστηση μπορεί να εγκαθιδρυθεί ενίοτε και μέσα από την προβλεψιμότητά της, δίχως να έχει ανάγκη από το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού, κάτι σαν αγαπημένη συνήθεια που ακόμη και αν ξεθωριάσει ελαφρώς, είναι αδύνατο να κοπεί οριστικά. Εν δευτέροις, είναι ανακριβές να ειπωθεί ότι ο Άλεν δεν έχει προσθέσει κανένα νέο συστατικό στην πατροπαράδοτη συνταγή. Στην πιο πρόσφατη περίοδο και καμπή του έργου του, η οποία σηματοδοτείται και από τη μη ανάληψη πρωταγωνιστικών ρόλων, η κατανομή της τύχης και των επιλογών στην ανθρώπινη ζυγαριά, σαν μία απόπειρα αυτοκριτικής και απολογισμού, εντάσσεται στην κλίμακα του προβληματισμού, άλλοτε επιτυχημένα («Match Point») άλλοτε τελείως αποτυχημένα («Cassandra’s Dream»). Επιπροσθέτως, δεν πρέπει να λησμονούμε πως ο αξιαγάπητος διοπτροφόρος μας θα σβήσει σε 24 ακριβώς ημέρες, 75 κεράκια στην τούρτα, οπότε νιώθει πλέον πως πρέπει να αντιμετωπίσει κατάφατσα την προοπτική του θανάτου ή έστω τον πανικό ενώπιον αυτής, ως μία καλπάζουσα πραγματικότητα και όχι ως μία αόριστη υπαρξιακή φοβία.

Η ψυχανάλυση και η εκλογίκευση της ανθρώπινης αβύσσου, άρα και του προδιαγεγραμμένου τέλους, μοιάζει ο ιδανικότερος τρόπος για να αποδεχτεί κανείς το αναπόφευκτο. Μία άλλη διαχρονική μέθοδος ψευδαισθησιακής αθανασίας αποτελεί και η χροιά της διαχρονικότητας, του κληροδοτήματος –τέχνης ή φυσικού- μέσω του οποίου ο καθένας συνεχίζει να (αυταπατάται πως) επιβιώνει, παρά το βιολογικό θάνατο. Μπροστά όμως στο σκοτάδι της ανυπαρξίας, τα πάντα μοιάζουν ανίσχυρα, μοιάζει να μας λέει ο Άλεν, κλείνοντάς μας πονηρά το μάτι, μέσα από το εύρημα της χαρτορίχτρας που προβλέπει το μέλλον. Το οποίο μέλλον εξάλλου, δεν δείχνει να είναι τίποτα πιο πολύπλοκο από τις ήδη προϋπάρχουσες και μόνιμα ανοιχτές πληγές μας, από τις ανάγκες μας, από τη ρότα που ίσως και να έχουμε προ πολλού επιλέξει. Η ζωή φέρει το εκ γεννετής μειονέκτημα του τέλους της και ενδέχεται να είναι τόσο υπερφορτωμένη με τσακισμένα όνειρα, διαψευσμένες προσδοκίες, απογοητεύσεις και απορρίψεις που να δείχνει απελπιστικά σύντομη και ανεπαρκής. Ενόσω όλοι οι υπόλοιποι θα αφεθούν σε μία κατάσταση βασανιστικής αιώρησης, προσμένωντας σε μία μορφή ολοκλήρωσης ή τεχνητής αθανασίας (τεκνοποιία, έργο τέχνης) για την οποία ουδεμία βεβαιότητα τους παρέχεται, οι μόνοι που θα βαδίσουν στο τέλος του προορισμού με ένα χαμόγελο είναι εκείνοι που θα έχουν πάρει το ισχυρότερο και πλέον άμεσο παυσίπονο, ακόμη και αν καταρρίπτουν κάθε έννοια λογικής και πραγματικότητας…

Δείτε σχετικά: εδώ.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑