Σκηνοθεσία: Φιλίντα Λόιντ
Παίζουν: Μέριλ Στριπ, Τζιμ Μπρόουντμπεντ, Άντονι Χεντ, Αλεξάντρα Ρόουτς.
Διάρκεια:105’
Μεταφρασμένος τίτλος: «Η Σιδηρά Κυρία»
Η Μάργκαρετ Χίλντα Θάτσερ γεννήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1925, εκλέχθηκε αρχηγός του βρετανικού Συντηρητικού Κόμματος το 1975 και διετέλεσε Πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας από το 1979 ως το 1990, όντας η πρώτη (και η μόνη ως τώρα) γυναίκα που κατείχε τα δύο αυτά αξιώματα. Στην εντεκάχρονη θητεία της, η αγαπητή Μάγκι πρόλαβε να πραγματοποιήσει πολλά και θαυμαστά έργα. Διέλυσε κάθε υπόνοια κοινωνικού κράτους. Έγινε η προσωποποίηση του άκρατου φιλελευθερισμού που θέρισε την παγκόσμια οικονομία. Παράλληλα, με αξιοθαύμαστη μεθοδικότητα, ρήμαξε τις μη προνομιούχες κοινωνικές τάξεις στη χώρα της, γεννώντας ένα πρωτόγνωρο και συνεχώς αναφλεγόμενο, κύμα κοινωνικής βίας. Σίγουρα θα έχετε ακούσει το όνομα της και στα βαρετά και νυσταλέα ευχολόγια των εγχώριων αθλητικογράφων σχετικά με το φαινόμενο της βίας στα γήπεδα της Ελλάδας. Εκεί που η επαγωγική μέθοδος σκαρφαλώνει σε νέες απάτητες κορυφές. «Η Θάτσερ σταμάτησε τον χουλιγκανισμό στην Αγγλία. Μία Θάτσερ χρειαζόμαστε». Πέρα από την ανακρίβεια της πρώτης φράσης και τη φρίκη της δεύτερης, η ασήμαντη λεπτομέρεια ότι ο «θατσερισμός» υπήρξε Λερναία Ύδρα βίας στην Αγγλία εκείνη την εποχή διαφεύγει από τους φωστήρες μας.
Θα αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένα από τα μεγάλα σουξέ που κοσμούν το παλμαρέ της Μάγκι: α) η άτεγκτη στάση της το 1981, στην απεργία πείνας των κρατούμενων του IRA στις φυλακές Maze της Βόρειας Ιρλανδίας. Οι απεργοί πείνας ζητούσαν τη βελτίωση των άθλιων συνθηκών κράτησής τους και τον αυτονόητο χαρακτηρισμό των αξιόποινων πράξεών τους ως «πολιτικών». Ο πρωτεργάτης της απεργίας πείνας, Bobby Sands, όπως και 9 συναγωνιστές του, απεβίωσαν λόγω της παρατεταμένης ασιτίας, δίχως όμως αποτέλεσμα. Δείτε οπωσδήποτε την εξαιρετική ταινία «Hunger» (2008) του Στηβ Μακ Κουίν που αναπαριστά τα δραματικά αυτά γεγονότα. β) στις 2 Απριλίου 1982, ο Αργεντίνος δικτάτορας Λεοπόλντο Γκαλτιέρι προσπάθησε να διεκδικήσει για λογαριασμό της Αργεντινής τα νησιά Φόκλαντ, τα οποία θεωρούνταν βρετανικό υπερπόντιο έδαφος. Η πολεμική σύρραξη που έμεινε γνωστή ως «Ο Πόλεμος των Φόκλαντ» διήρκησε 74 ημέρες, έληξε με την εύλογη επικράτηση των Βρετανών και ενίσχυσε κατά πολύ το γόητρο της Θάτσερ, χαρίζοντάς της ένα χρόνο αργότερα τη δεύτερη από τις τρεις εκλογικές της νίκες. γ) η νίκη απέναντι στον εξωτερικό εχθρό προσφέρει περηφάνια και κύρος, όπλα απαραίτητα για να αντιμετωπιστεί ο εσωτερικός εχθρός. Η Θάτσερ προκειμένου να εφαρμόσει τις βαμπιρικές πολιτικές της ήρθε σε ανελέητη σύγκρουση με σχεδόν τους πάντες. Κορωνίδα των συγκρούσεων η θρυλική απεργία των ανθρακωρύχων, η οποία διήρκησε έναν ολόκληρο χρόνο. Η Μάγκι δεν το κούνησε ρούπι από τις θέσεις της και έχοντας τον χρόνο σύμμαχό της, υπερίσχυσε. Παραπάνω από τα μισά ανθρακωρυχεία έκλεισαν αλλά αυτό είναι μάλλον μία άλλη ιστορία.
Η ανεργία κάλπασε σαν περήφανο περσικό άτι στη Βρετανία, οι ανισότητες διογκώθηκαν σε βαθμό ιλαρότητας, οι ταραχές ξεσπούσαν τακτικά. Μην σπάτε άδικα το κεφάλι σας αναρωτώμενοι πώς έμεινε στην εξουσία τόσο καιρό η Μάγκι. Να σας θυμίσω ότι ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι είχαν αμφότεροι αρχικά κερδίσει εκλογές για να αναρριχηθούν στην εξουσία. Το εκλογικό σώμα πολλές φορές στην ιστορία έχει αναζητήσει ένα πολιτικό σατράπη, ο οποίος θα του υπαγορεύσει με μαστίγιο και βέργα τι θα κάνει και θα τον κρατήσει φρόνιμο και πειθήνιο. Αυτή λοιπόν η πυγμή, σε συνδυασμό με το συνεχές τάισμα με εθνική ψευδό-υπερηφάνεια, αποτέλεσαν τα μυστικά της Μάγκι, η οποία έμεινε γνωστή με το προσωνύμιο «Σιδηρά Κυρία». Ένα προσωνύμιο, το οποίο ελάχιστοι θυμούνται πως της δόθηκε από τη σοβιετική εφημερίδα «Krasnaya Zvezda», όργανο του σοβιετικού Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, με αφορμή μία λεκτική επίθεση που εξαπέλυσε εναντίον της ΕΣΣΔ το 1976 .
Η σκηνοθέτις Φιλίντα Λόιντ και η Μέριλ Στριπ ενώνουν για δεύτερη φορά τις δυνάμεις τους, μετά το, προ τετραετίας, σαχλότατο «Mamma Mia!» για να παρουσιάσουν κάτι πιο σοβαροφανές αλλά επ’ ουδενί σοβαρό. Ένα biopic, ως είθισται εσχάτως να αποκαλείται, πορτρέτο της Θάτσερ, μία «επική βιογραφία προσώπου» για να το θέσουμε ελληνιστί, η οποία πηγαίνει καρφωτή για την επερχόμενη οσκαρική τελετή. Η ταινία έχει ως βατήρα ένα υποθετικό «τώρα», κατά το οποίο η πρώην «Σιδηρά Κυρία» περιφέρει την εύθραυστη ύπαρξή της σε τέσσερεις τοίχους, συνομιλώντας με φαντάσματα του παρελθόντος και αναπολώντας τις παλιές καλές μέρες της στυγνής εξουσίας. Το σκηνικό αυτό έχει την πρόθεση να παραπέμψει στην τρέχουσα κατάσταση της 86χρονης Θάτσερ, η οποία αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας (όπως περίπου όλοι οι 86χρονοι του κόσμου βέβαια…edit: η Θάτσερ απεβίωσε στις 8 Απριλίου 2013) και αδυνατεί να πραγματοποιήσει δημόσιες εμφανίσεις. Απλά και γρήγορα, έχουμε υφάνει το πρώτο πλέγμα ψευδαισθησιακής συγκίνησης. Ακόμη και να υποθέσουμε πως η φιλοδοξία της ταινίας είναι να αποτυπώσει το προσωπικό πίσω από το «όνομα βαρύ σαν ιστορία», η εξέλιξη και η αισθητική της, κάθε άλλο προς αυτό τον σκοπό συντείνουν. Για να ακριβολογούμε, η ταινία δείχνει να μην συντείνει προς κανένα σκοπό, κινούμενη προς ένα συνονθύλευμα μελό αγιοποίησης και πλαστού προσωπικού ημερολογίου.
Πρώτα απ’ όλα, η μόνιμη, αδιάκοπη, κουραστικότατη επανάληψη του γυναικείου φύλου του τιμώμενου προσώπου, πέρα από δραματουργικά αντιπαραγωγική, καταλήγει φαιδρή. Όχι λοιπόν, η Μάγκι Θάτσερ ΔΕΝ είναι feminist icon και είναι γελοία η προσπάθεια να χτιστεί ένα μετά-φεμινιστικό μανιφέστο για το πρόσωπό της. Τιμή και δόξα στις ηρωικές Βρετανίδες σουφραζέτες (από τη γαλλική λέξη «suffrage») των αρχών του προηγούμενου αιώνα που πάλεψαν με όλη τους την ψυχή για να αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου οι γυναίκες σε έναν αβυσσαλέα ανδροκρατούμενο κόσμο. Η Μάργκαρετ Θάτσερ ουδεμία σχέση έχει με τις παραπάνω ηρωίδες, ανεξάρτητα από το αν υπήρξε η πρώτη γυναίκα Πρωθυπουργός της Βρετανίας. Η Μάργκαρετ Θάτσερ ήταν μία γυναίκα φαλλοκράτης, άσχετα αν δεν ήταν εξοπλισμένη με φαλλό. Πάνω στη φούρια μάλιστα να υπερτονιστεί η γυναικεία ιδιότητα της Θάτσερ, οι υπόλοιποι άνδρες πρωταγωνιστές της τότε πολιτικής σκηνής μοιάζουν με άβουλες καρικατούρες. Είναι μάλλον αδύνατον για τις δημιουργούς της ταινίας να συλλάβουν ότι με την τραβηγμένη τους στάση στην ουσία υποτιμούν το γυναικείο φύλο παρά το αποθεώνουν. Μία σεξιστική πορεία από την ανάποδη δεν είναι φεμινισμός.
Δεύτερον, πώς είναι δυνατόν να συναρπάσει μία ταινία για τη Θάτσερ, δίχως να πραγματεύεται την ουσία της περσόνας της, δηλαδή την πολιτική που ακολούθησε, έστω και εμμέσως, ανεξάρτητα ακόμη και από το αν συμφωνεί ή διαφωνεί; Ο εξωτερικός κόσμος είναι μονίμως απών. Οι σφήνες «ντοκιμαντερίστικων» εικόνων της εποχής είναι μία εύκολη και ανέξοδη ξεπέτα. Το ψυχαναλυτικό προφίλ που πασχίζει να συνδεθεί με την άσκηση της εξουσίας είναι απλοϊκό και αναμασιέται ασταμάτητα. Ανατρέχοντας σε κάτι που αναφέραμε πρωτύτερα, αν η πρόθεση είναι να τονιστεί η φύση ενός ανθρώπου που επηρέασε δραματικά τις παγκόσμιες εξελίξεις, θα ήταν μάλλον προτιμότερο να προβληθεί κάτι λιγότερο αυτονόητο και προφανές από τα γηρατειά ή τη γυναικεία ιδιότητα. Αν πάλι η επιδίωξη ήταν η απεικόνιση της σφοδρότητας του αισθήματος της απώλειας της εξουσίας από ένα εξουσιομανές άτομο, είναι σχεδόν ατελείωτη η λίστα των χειρισμών που θα έπρεπε να είναι διαφορετικοί. Τέλος, οι αναδρομές στον χρόνο και τα ατελείωτα σούρτα φέρτα σε συσκέψεις, πολιτικούς διαδρόμους και συνεντεύξεις τύπου, δεν μας συναρπάζουν. Δεν φέρουν καμία ακαδημαϊκή στιβαρότητα ή χειρουργική ακρίβεια ώστε να μας ιντριγκάρουν. Μία κακογυρισμένη τηλεταινία και τίποτα παραπάνω. Εν ολίγοις, θες να πιαστείς από κάπου και δεν μπορείς.
Τρίτον και τελευταίο, η προδιαγεγραμμένη και εκνευριστική αποθέωση της ερμηνείας της Μέριλ Στριπ. Φανταστείτε πως τα εγκωμιαστικά σχόλια ξεκίνησαν προτού καν γίνει η παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας! (edit: έγινε ο κακός χαμός…) Η Μέριλ Στριπ υποδύεται την Μάργκαρετ Θάτσερ, λέτε να… κερδίσει κανένα Όσκαρ; (edit: εν τέλει κέρδισε φυσικά…)Ο πανζουρλισμός για την ερμηνεία της Μέριλ Στριπ βασίζεται αρχικά σε απλούστατα θεμέλια. Τη μεταμόρφωση και την εξωτερική ομοιότητα, τουλάχιστον ως προς τη δημόσια, σοβαντισμένη με make up, εικόνα της Θάτσερ που έχουμε κατά νου. Από εκεί και πέρα, η ερμηνευτική μανιέρα της Στριπ έχει ως στόχο να τραβήξει όλη την προσοχή πάνω της, αποσπώντας μας από τις λοιπές αβλεψίες της ταινίας. Όντως, η Στριπ διαθέτει σίγουρα την εμπειρία για να το καταφέρει. Κανείς δεν δείχνει να δίνει σημασία στο ότι ακόμη και οι πολιτικοί συνοδοιπόροι της Θάτσερ, αφότου είδαν την ταινία, ολίγον τι έφριξαν. Έφριξαν και μονολόγησαν πως η συμπεριφορά της Μάγκι σε στιγμές οικειότητας απέχει κατά πολύ από το επιτηδευμένο προσωπείο που παρουσιάζεται στην ταινία…
Αρχικά, το τρέιλερ της ταινίας:
Το 1980, ξεσπούν βίαιες ταραχές στην περιοχή Brixton, στο νότιο Λονδίνο. Ο γεννημένος και μεγαλωμένος στην περιοχή αυτή μπασίστας των Clash, Paul Simonnon, είχε προφητεύσει τρόπον τινά αυτές τις ταραχές με το εκπληκτικό τραγούδι “The Guns of Brixton”.
Σας αναφέραμε την τεράστια και θρυλική απεργία των ανθρακωρύχων. Η μέρα που έληξε ήταν μία θλιμμένη μέρα. Όπως μας το πιστοποιούν οι Pulp, στο τραγούδι τους “Last Day of the Miners’ Strike”
Προσέξτε τους στίχους…Δεν λέω τίποτα περισσότερο…
“Power in Darkness” από τον ομότιτλο δίσκο του συγκροτήματος Tom Robinson Band, ένας δίσκος που διαπνέεται εξ ολοκλήρου από το πνεύμα συγκρούσεων της εποχής.
7 Responses to The Iron Lady