Festivals 59o Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: “Manta Ray”

4 Νοεμβρίου 2018 |

0

59o Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: “Manta Ray”

Σ’ ένα παραθάλασσιο μικρό χωριό της Ταϊλάνδης, ένας νεαρός ψαράς βρίσκει έναν ημιθανή αναίσθητο άνδρα και αποφασίζει να τον περιθάλψει. Ο άνδρας συνέρχεται, αλλά παραμένει άλαλος και έτσι βαπτίζεται από τον σωτήρα του με το όνομα Τονγκτσάι. Μεταξύ τους διαμορφώνεται μία βαθιά ανθρώπινη και ειλικρινής σχέση, η οποία όμως διαταράσσεται βιαίως όταν ο ψαράς εξαφανίζεται στα ανοιχτά της θάλασσας.

Η ταινία του πρωτοεμφανιζόμενου Ταϊλανδού Πουτσιπόνγκ Αρουνπένγκ ξεκινά με μία αφιέρωση στο διωκόμενο λαό των Ροχίνγκια, που υφίσταται τη γενοκτονία από τις αρχές της Μιανμάρ. Ορίζεται έτσι και το αφηγηματικό πλαίσιό της: πρόκειται για μία ιστορία με περιεχόμενο προσφυγικού χαρακτήρα. Νωρίς όμως ορίζεται και το υπερ-αφηγηματικό της περιβάλλον, με μία εναρκτήρια σεκάνς μαγικού ρεαλισμού και πλούσιας εικονοποιίας.

Στο φιλμ υπάρχει ελάχιστος, ίσως και καθόλου διάλογος. Σχεδόν σε καμία σκηνή δε λαμβάνει χώρα μια ερωταπάντηση δύο μερών. Οι άνθρωποι, όταν μιλούν, το κάνουν αυστηρά μόνοι τους. Και όμως, σε αυτό το μοναχικό περιβάλλον συνύπαρξης, η σχέση που αναπτύσσουν οι δύο άνδρες καταφέρνει να υπερβεί τα στεγανά της λεκτικής επικοινωνίας και να αγγίξει τα αληθινά βάθη της ανθρώπινης συνύπαρξης. Ο ψαράς, ο οποίος παραμένει σοφά ανώνυμος καθ’ όλη τη διάρκεια του φιλμ σε αντίθεση με τον «ξένο» στον οποίο απονέμεται όνομα, δεν αντιμετωπίζει τον Τονγκτσάι σαν έναν άνθρωπο που του χρωστάει κάποια χάρη. Αντίθετα, βρίσκει και αυτός τη δική του σωτηρία στη συντροφιά του, μία παρηγοριά στην ερημιά του.

Κεντρομόλος είναι η θεματική της ταυτότητας, η οποία αναπτύσσεται σχεδόν υπερβατικά εντός ενός απαράμιλλης ομορφιάς έργου που φιλοτεχνεί ο νεαρός Ταϊλανδός δημιουργός. Είναι ένα ταξίδι εσωτερικό αλλά πανανθρώπινο, που καταλήγει στο σημείο που τέμνονται οι ψυχισμοί των κεντρικών χαρακτήρων. Πρόκειται για μία ουμανιστικού ύφους και ήθους δημιουργία, που παρουσιάζει μία εναλλακτική ανάγνωση των κάθετων σχέσεων ισχύος και εξουσίας εντός μίας κοινωνίας που μοιάζει ξεχασμένη από κάθε θεό, αλλά μπορεί να γεννήσει τον ανθρωπισμό.

Καταφθάνοντας με δικαιολογημένες δάφνες από τη Βενετία, το φιλμ του Αρουνπένγκ καταφέρνει να συνδυάσει σχεδόν ιδανικά τον νατουραλισμό με τον μαγικό ρεαλισμό. Είναι γεμάτο σύμβολα, χωρίς όμως να ασφυκτιά από αυτά. Μιλά για αβάσταχτα σκληρά ζητήματα, εικονίζει μαζικούς τάφους, η καρδιά του όμως πάλλεται με έναν ανίκητα ανθρώπινο ρυθμό που του χαρίζει μία συνολική εικόνα πληγωμένου ρομαντισμού. Διαθέτει έναν λυρισμό που δεν εξωραΐζει τα περιγραφόμενα, δίνει όμως το φιλί της ζωής στην ελπίδα. Συνολικά, κυριαρχεί ένας σαγηνευτικός ελεγειακός τόνος που συγκινεί άδολα, προσκαλώντας χαμηλόφωνα την τρυφερότητα στην ψυχή του θεατή να βγει στην επιφάνεια.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑