What's On Mary, Queen of Scots

26 Ιανουαρίου 2019 |

0

Mary, Queen of Scots

Σκηνοθεσία: Τζόσι Ρουρκ

Παίζουν: Σίρσα Ρόναν, Μάργκο Ρόμπι, Γκάι Πιρς, Τζέμα Τσαν

Διάρκεια: 124′

Ελληνικός τίτλος: “Μαίρη, η Βασίλισσα της Σκωτίας”

Στην ανδροκρατούμενη Βρετανία του 16ου αιώνα, ήταν η διαμάχη μεταξύ δύο γυναικών που καθόρισε της τύχες των λαών. Από τη μία μεριά η προτεστάντισσα Ελισάβετ η Α’, Βασίλισσα των Άγγλων, περιέργως μακροημερεύσασα για την εποχή και απολύτως εμβληματική φιγούρα της αγγλικής ιστορίας. Από την άλλη, η συγγενής της καθολική Μαρία της Σκωτίας, φέρουσα το βαρύ επώνυμο «Στιούαρτ» και νόμιμη κληρονόμος του θρόνου τόσο της Αγγλίας όσο και της Σκωτίας.  Τα έργα και της ημέρες της τελευταίας επισκέπτεται η Τζόσι Ρουρκ στο κινηματογραφικό της ντεμπούτο, ενώ το σενάριο υπογράφει ο υπηρέτης της δραματοποιημένης πολιτικής ίντριγκας Μπο Γουίλιμον των House of Cards και The Ides Of March.

Η ταινία ξεκινά με μία καλοκουρδισμένη πρώτη πράξη, μονταρισμένη στιβαρά και εύστοχα, που ορίζει μία παράλληλη αφήγηση των δύο γυναικών που βρίσκουν εαυτές σε θέσεις ισχύος. Η δημιουργός παρουσιάζει κομψά τις διαφορές των δύο γυναικών, τόσο ως προς τον τρόπο που εξουσιάζουν τη χώρα τους όσο και τον τρόπο που διάγουν τον βίο τους. Η Ελισάβετ επιθυμεί να μην είναι έρμαιο του συναισθήματος της, να εγκαταλείψει μία πλευρά της που θεωρεί «γυναικεία» και να βασιλεύσει σαν άνδρας, γιατί δε μπορεί να διανοηθεί ότι υπάρχει άλλος τρόπος να είναι ελεύθερη. Η Μαρία Στιούαρτ, στον αντίποδα της εξαδέλφης της, προσδένει όλη της τη σκέψη στη χειμαρρώδη συναισθηματική φύση της. Τολμά να ζητά τον σεβασμό που υπαγορεύει η θέση της απέναντι σε αμφισβητίες κάθε λογικής, σεξιστικής ή θρησκευτικής.

Καθώς όμως η πλοκή εκτυλίσσεται και το αφηγηματικό βάρος δίδεται αποκλειστικά στη σκωτσέζικη μεριά της ιστορίας, το φιλμ σταδιακά εκτροχιάζεται. Η εικόνα της Μαρίας Στιούαρτ θυμίζει κινηματογραφική αγιογραφία. Είναι τέτοιο το πάθος της δημιουργού να δοξάσει τη γυναικεία χειραφέτηση, υπό τη σκοπιά των ανώτατων κλιμακίων -επρόκειτο για βασίλισσα άλλωστε- που θέτει την ηρωίδα της σε θέση να αψηφά κινδύνους και προκαταλήψεις με ρυθμό πυροβόλου. Και ενώ είναι εξαιρετικά τοποθετημένη η ανδρική μικροπρέπεια που περιβάλλει την ηγεμονική Μαρία, η ίδια μοιάζει εξωπραγματικά σταθερή απέναντι σε κάθε τριγμό. Διαθέτει σιδερένια θέληση, παθιασμένη δίψα για εξουσία και ανίκητη όρεξη για τις απολαύσεις της ζωής, η οποία όμως συνδυάζεται και με τρομερή ευρύτητα πνεύματος, ανεκτικότητα και αγάπη για τον λαό της και την ειρήνη Σκωτσέζων και Άγγλων.

Πέραν τούτων, η Μαρία Στιούαρτ της Ρουρκ είναι μία γυναίκα που ενώ παρουσιάζεται ως εχθρός κάθε ατολμίας και φορέας της σαγηνευτικής ελευθεριότητας που τόσο ανάγκη είχε μία στεγνή από αισθησιασμό και συναίσθημα κοινωνία, στην ουσία δεν αγγίζει καμία τολμηρή ηθική ζώνη με τη συμπεριφορά της. Επαναστατεί απέναντι στους παραδεδεγμένους κανόνες που ταλανίζουν τις ψυχές των ευγενών και των υπηκόων της, αλλά η ίδια παραμένει πάντα πιστή σύζυγος που θα συγχωρέσει την ανδρική ανικανότητα, ευλαβής αδερφή που θα ανοίξει τις αγκάλες της για τον άσωτο αδερφό που συνωμοτεί εναντίον της και κυρίως μία γυναίκα που αποζητά τη μητρότητα με μοναδικό πάθος, ορίζοντας εν μέρει την ύπαρξή της και μέσω αυτής.

Εκεί βρίσκεται και ο υφέρπων συντηρητισμός του έργου. Παρουσιάζοντας τη στάση ζωής της φλογερής Μαρίας σε αντιθετική σχέση με αυτήν της παγερής Ελισάβετ, καταδικάζει τη δεύτερη, μία γυναίκα χωρίς σύντροφο και τέκνο σε μία στέρφα ζωή, δίνοντας τον πρώτο λόγο για τη γυναικεία ευημερία εκεί που τον αποδίδουν ανέκαθεν οι συντηρητικοί κύκλοι: σε οτιδήποτε βρίσκεται εκτός της δικής της αυτοτελούς ύπαρξης. Η ρηξικέλευθη τοποθέτηση της Μαρίας στον ηθικό χάρτη της εποχής καταλήγει τελικά σε αυτό που παρουσιάζεται ως γενετήσιος προορισμός τη γυναίκας, την τεκνογονία, ενώ η συντηρητικά ενάρετη ζωή της Ελισάβετ την οδηγεί σε μία ατέρμονη μοναξιά και αφήνει τη γυναίκα που η ιστορία κατέγραψε ως παρθένο Βασίλισσα σε ένα καταστροφικό δίπολο: πρέπει είτε να είναι γυναίκα, άρα και μητέρα, είτε να αποξενωθεί από τη γυναικεία φύση της.

Η σχέση, πάντως, μεταξύ των δύο γυναικών είναι αυτή που συνεχίζει μέχρι το τέλος να αποτελεί το σπουδαιότερο σημείο της ταινίας. Ο μεταξύ τους σεβασμός που κλυδωνίζεται αλλά ποτέ δεν καταστρέφεται, γιατί αμφότερες γνωρίζουν ότι βρίσκονται σε ένα περιβάλλον εξ ορισμού εχθρικό, κατασκευασμένο από άνδρες για άνδρες. Η αμοιβαία αναγνώριση του μεγαλείου, που πηγάζει από τις ψυχοφθόρες υποχωρήσεις της μίας και την άσβεστη φλόγα της άλλης. Υποστηρίζεται άλλωστε και από δύο σπουδαίες ερμηνείες σε ρόλους που δεν είναι κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα των δύο ηθοποιών με την οσκαρική ορμή των περσινών υποψηφιοτήτων.

Και μπορεί η Σίρσα Ρόναν να χειρίζεται άψογα το αβανταδόρικο υλικό του χαρακτήρα της Μαρίας Στιούαρτ, εναλλάσσοντας την ένταση με την τρυφερότητα με σπάνια άνεση, αλλά αυτή που προχωρά σε ένα μεγάλο επίτευγμα είναι η Μάργκο Ρόμπι. Η Αυστραλιανή ηθοποιός ερμηνεύει την Ελισάβετ με συγκλονιστική εσωτερικότητα, ακόμα και στα σημεία που ο χαρακτήρας παρουσιάζεται κακογραμμένος. Η ερμηνεία της οδηγείται από φυσικότητα και εντοπίζει με ακρίβεια τη συνισταμένη του ψυχορραγήματος και της πυγμής.

Το «Μαίρη, η Βασίλισσα της Σκωτίας» λειτουργεί περισσότερο σαν χλιαρό δράμα κοστουμιών παρά σαν κατάδυση στον γυναικείο ψυχισμό των εμβληματικών χαρακτήρων του. Η Βρετανίδα Τζόσι Ρουρκ σκηνοθετεί με σφρίγος και προσοχή, ωστόσο η αρχική ενδιαφέρουσα χαρακτηρολογία σταδιακά εκλείπει. Αυτό που απομένει είναι ένα ιστορικής χροιάς δράμα, οι μεγαλύτερες αρετές του οποίου παρέμειναν ανεκμετάλλευτες.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑