Σκηνοθεσία: Μίλος Φόρμαν
Παίζουν: Τζακ Νίκολσον, Λουίζ Φλέτσερ, Ντάνι ντε Βίτο, Κρίστοφερ Λόιντ
Διάρκεια: 133′
Ελληνικός τίτλος: “Στη Φωλιά του Κούκου”
O Ραντλ ΜακΜέρφι είναι ένας υπόδικος εγκληματίας που υποδύεται τον ψυχασθενή προκειμένου να γλυτώσει τον εγκλεισμό στη φυλακή. Διακομίζεται έτσι σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα όπου τα νήματα κινεί η εξουσιαστική φιγούρα της νοσοκόμας Ράτσεντ. Σταδιακά, ο δυναμικός ΜακΜέρφι θα έρθει αντιμέτωπος με το απάνθρωπο σύστημα που διέπει τις ζωές των τροφίμων, ασφυκτιώντας από τη στέρηση της ελευθερίας. Σταδιακά, θα εξελιχθεί σε ηγετική φυσιογνωμία της κλινικής, οργανώνοντας μία δική του μορφή επανάστασης.
Το πολύκροτο φιλμ του Μίλος Φόρμαν, παρά την αρχική εντύπωση που δικαιολογημένα εγείρει, δεν αποτελεί καταγραφή μίας ανήκουστης κατάστασης που επικρατούσε στις ψυχιατρικές κλινικές της Αμερικής των δεκαετιών του 1960 και 1970. Αντίστοιχα, η κύρια συνεισφορά του δεν εντοπίζεται ούτε στην παρουσίαση των ψυχικώς νοσούντων. Παρά την πληθώρα από αξιομνημόνευτους χαρακτήρες που συνασπίζονται υπό την ηγεσία του ΜακΜέρφι, η ταινία σε καμία περίπτωση δεν λειτουργεί ως καταγραφή ή καθρέφτης των ψυχικά νοσούντων.
Όπως και στις υπόλοιπες ταινίες της αμερικανικής περιόδου του Φόρμαν, στο επίκεντρο συναντούμε το άτομο και τον απελπισμένο αγώνα που διαξέγει απέναντί σε ένα σκληρό και αυταρχικό σύστημα που πασχίζει να εξαφανίσει κάθε υπόνοια ανεξαρτησίας και ιδιαιτερότητας. Σε αυτό το σκοπό κατατείνει και το σενάριο των Λόρενς Χόουμπεν και Μπο Γκόλντμαν, οι οποίοι διασκεύασαν το μνημειώδες ομώνυμο βιβλίο του Κεν Κέσεϊ, γραμμένο το 1962.
Έτσι, απέναντι στη νοσοκόμα Ράτσεντ (θεσπέσια και πολυβραβευμένη η Λουίζ Φλέτσερ σε έναν ρόλο που προσπέρασαν σταρ όπως η Τζέιν Φόντα, η Αν Μπάνκροφτ και η Σίρλεϊ ΜακΛέιν) που κυριαρχεί με πυγμή εντός των τειχών του ασύλου σε βάρος εργαζομένων και ασθενών, ξεπροβάλλει η χειμαρρώδης διάθεση του ΜακΜέρφι για ελευθερία. Στα εξαντλητικά δεσμά με τα οποία έχει δεθεί, ο επαναστάτης του ιδρύματος απαντά προτάσσοντας την αυταξία και την αυτοδιάθεση που δεν μπορούν να στριμωχτούν σε καλούπια, κελιά και ζουρλομανδύες.
Δίχως να ηθικολογεί, αλλά επιχειρώντας να αφουγκραστεί μία θεμελιώδη ανθρώπινη ανάγκη, ο Φόρμαν φτιάχει μια ταινία που μοιάζει συνυφασμένη με την αμερικανική φιλελεύθερη φιλοσοφία ζωής. Έχοντας αναπτύξει αντανακλαστικά απέναντι στην καταδυνάστευση προτού μεταναστεύσει, ο Τσέχος δημιουργός γραπώνει με μοναδικό τρόπο το zeitgeist: ωρύεται στο πρόσωπο της εξουσίας -μίας εξουσίας προς την οποία ο καθένας μπορεί να δει τον δικό του δυνάστη- και η κραυγή του απηχεί την ανάγκη για κοινωνικό πλουραλισμό, για διαφορετικότητα, για ανεκτικότητα και -τελικά- για άνευ όρων λύτρωση από το ζυγό της ομοιομορφίας και της καταστολής.
Γοητευμένος από το πνεύμα του φιλελευθερισμού που έβλεπε -εξιδανικευμένα- στις ΗΠΑ, ο Φόρμαν σκηνοθετεί με υπομονή, σύνεση και εγκράτεια. Σε ένα φιλμ πολλαπλών κορυφώσεων που καταλήγει σε ένα μνημειώδες φινάλε, τρυπώνουν το ανόθευτο χιούμορ (που δεν εκπίπτει ποτέ στο επίπεδο του comic relief), η κούφια απόγνωση και το απογυμνωμένο κενό. Η επιμονή του Φόρμαν σε μεγάλης διάρκειας πλάνα και ήπιο μοντάζ προσφέρει μία αίσθηση φυσικότητας, η οποία εντείνεται από το γεγονός ότι τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στο περιβάλλον ενός πραγματικού ψυχιατρικού ιδρύματος. Ωστόσο, δεν θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί ότι σχεδόν τίποτα από τα παραπάνω δε θα ήταν εφικτό χωρίς το ερμηνευτικό tour de force του Τζακ Νίκολσον, ο οποίος εδώ σημαδεύει τη δεκαετία του ’70 μία ερμηνεία διαστάσεων Μάρλον Μπράντο δεκαετίας του ’50, προσαρμοσμένη στους όρους της εποχής της.
Ο Νίκολσον καταλαμβάνει όλο τον διαθέσιμο χώρο και χρόνο που του παραχωρεί ο Φόρμαν, κουβαλώντας κάθε πιθανή απόχρωση ενός ανήμερου θηρίου που νόμιζε πως ξεγέλασε το σύστημα, χωρίς να υπολογίζει τα χίλια και ένα πλοκάμια του. Μία larger than life απόδοση, γεμάτη από αυτοσχεδιασμούς που άφησαν εποχή, ελεύθερη όσο και ο χαρακτήρας που υποδύεται. Η σαδιστική εξουσία ενσαρκωμένη στο πρόσωπο της Ράτσεντ (την τρομακτική όψη της οποίας μεταχειρίζεται με προσοχή ο Φόρμαν, θέτοντας την σε ένα λεπτομερειακό κλειστοφοβικό πλαίσιο) είναι αυτή που επιβιώνει σε ένα σύστημα πνιγηρό και αραχνιασμένο: ένα θεριό πολύ πιο βάναυσο και αδίστακτο από τον ΜακΜέρφι, που η κοινωνική πρόοδος δεν λέει να ξορκίσει. Και κατοικεί σε όλους εκείνους που βρίσκονται σε μία θέση Αρχής και έχουν την κατάχρηση στο τσεπάκι, σε όλους εκείνους που μεταβάλλουν τη συμπεριφορά τους υπό το φόβο της κατακραυγής, περιμένοντας να κλείσουν τα φώτα για να εμφανίσουν την καταπιεσμένη κτηνωδία που κυοφορείται στα σπλάχνα τους.
Απέναντι σε αυτή την εξουσία, λοιπόν, ο Φόρμαν καλεί τον θεατή να κρατήσει άσβεστη την οργή του, να αποφύγει πάση θυσία τον εφησυχασμό, να ταράξει με κάθε κόστος την απάνθρωπη νηνεμία του κομφορμισμού. Να υψώσει ο καθένας το ανάστημά του, γιατί η αντίσταση είναι πάντα (και) προσωπική υπόθεση και τούτη εδώ είναι μία ταινία για τη διαφορά που μπορεί να κάνει ένας και μόνο άνθρωπος απέναντι σε ένα δομημένο σύστημα που οι φορείς του έχουν προ πολλού σταματήσει να δουλεύουν προς όφελος των πολιτών. Μία ταινία-ωδή στη δίψα για ελευθερία και αυτοπροσδιορισμό (αλλά και στον παραδοσιακό αμερικανικό φιλελευθερισμό), που αντηχεί ώς τα βάθη της ψυχής μας μέσα από το τρανταχτό γέλιο του Νίκολσον.