Reviews The Babadook

14 Απριλίου 2015 |

The Babadook

Σκηνοθεσία: Τζένιφερ Κεντ

Παίζουν: Έσι Ντέιβις, Νόα Γουάιζμαν, Ντάνιελ Χένσαλ

Διάρκεια: 94′

Κάθε ιστορία μεταφυσικού ή ψυχολογικού τρόμου ουσιαστικά ανάγεται στο ασυνείδητο, στο φαντασιακό. Είτε οι ήρωες ταλαιπωρούνται από δαίμονες προερχόμενους από ένα, πέραν της πραγματικότητας, υπερφυσικό σύμπαν, είτε αντιμετωπίζουν τέρατα που κατοικοεδρεύουν στον τραυματισμένο ψυχισμό τους, αυτό που αποδομείται και τίθεται σε παρένθεση είναι η δυνατότητα της λογικής να δομεί ένα κόσμο σημασιών κοινό για όλους και απρόσβλητο από υποκειμενικές τάσεις ή διαθέσεις. Το αντικειμενικό, όταν μιλάμε για τέτοιες ιστορίες, στερείται προσωρινά την εξουσία του.

Χαρακτήρες, πρόσωπα, πράγματα, ιδέες, καταστάσεις, καταβαραθρώνονται μέσα στο ρήγμα που ανοίγει η φαντασία του υποκειμένου, κι έπειτα δρουν εκεί, μέσα σε μια άβυσσο μυστικιστικών νόμων που διεκδικούν την χαμένη πρωτοκαθεδρία του Ονείρου (ή του Εφιάλτη, συχνότερα). Η καλή ιστορία τρόμου αναπαράγει μεταφορικά την πρωταρχική σύγκρουση ατόμου και κοινωνίας: τη σύγκρουση ανάμεσα στην ιδιοσυγκρασία και τον θεμελιωμένο Κανόνα, την επιθυμία και τον Νόμο. Δεν είναι τυχαίο που οι πρωταγωνιστές, τις περισσότερες φορές, δυσκολεύονται να πείσουν τους οικείους τους ότι οι κίνδυνοι που τους απειλούν δεν βρίσκονται μόνο στο μυαλό τους.

Babadook

Η κοινωνία αντιδρά, υπερασπιζόμενη την αντικειμενική λογική που διέπει τον κόσμο μέσα στον οποίο καλείται να λειτουργήσει. Το υποκείμενο πασχίζει να την κάνει μέτοχο του εσωτερικού του μαρτυρίου. Καμιά γέφυρα δεν απλώνεται μεταξύ των δύο περιοχών. Όταν αυτό συμβαίνει (σπάνια άλλωστε) σηματοδοτείται η κατάργηση των ορίων. Το χάος απλώνεται παντού, πραγματικό και φαντασιακό κολυμπούν πια το ένα μέσα στο άλλο και καμιά ορθολογική θεμελίωση δεν υφίσταται. Ο άνθρωπος μεταφέρεται ξανά στην πρωτόγονη ανιμιστική κατάσταση που προηγείται της Ιστορίας. Τα πράγματα αποκτούν ψυχή, το ίδιο και τα τρομακτικά τοτέμ και είδωλα.

Η φύση γίνεται και πάλι ο τόπος όπου μαγικές δυνάμεις αλληλεπιδρούν, σφραγίζοντας το πραγματικό με την απόκοσμη λάμψη τους. Ο θετικιστικός πολιτισμός που πίστευε ότι είχε εξορίσει τον Μύθο από τις αρθρώσεις του, δέχεται σοβαρό πλήγμα γοήτρου. Όταν όλοι βλέπουν τα φαντάσματα, το κράτος του Λόγου καταρρέει. Βρισκόμαστε ξανά στην περιοχή του Ιερού (όπως το έβλεπε ο Μπατάιγ), του Ονείρου και της Μαγείας. Αναπόφευκτα, μια ανθρωποθυσία είναι απαραίτητη για να κατευναστούν οι αιμοβόροι θεοί (πράγμα που μας υπενθυμίζει στο φινάλε του, το καταπληκτικό μετά-horror/σχόλιο πάνω στο σινεμά του φανταστικού και την εκτονωτική λειτουργία του, The Cabin in the Woods).

Babadook 2

Στο, ανέλπιστα καλό, ψυχολογικό θρίλερ, The Babadook, βλέπουμε πώς ο, πιο βαθιά καταχωνιασμένος στο ασυνείδητο, τρόμος (πηγή όλων των ενσαρκωμένων τρόμων και των μεταμορφώσεων τους σε φαντάσματα, δαίμονες, μπαμπούλες), ο τρόμος δηλαδή που γεννάται από την υποψία ότι η ζωή είναι παραδομένη στο Παράλογο και το Τίποτα και πως ο κόσμος δεν βγάζει κανένα απολύτως νόημα, δημιουργεί τελικά σαν άσαρκος καλλιτέχνης τα τέρατα που, εσωτερικά ή εξωτερικά, μας καταδιώκουν, ποθώντας την καταστροφή μας. Εδώ δεν υπονοείται απλώς ότι το φαντασιακό μας κατασκευάζει τις απειλές, αλλά δείχνεται κιόλας με τρόπο οριακά περιπαικτικό, όπως ίσως ένας Ντέιβιντ Λιντς θα επέλεγε να αποτυπώσει τις ανατριχιαστικές προβολές ενός τραυματισμένου ψυχισμού.

Δεν επιδιώκεται δηλαδή ένας ψευδεπίγραφος ρεαλισμός που θα προσέδιδε αληθοφάνεια στα πλάσματα του νου και τα απορρίμματα του υποσυνείδητου, όπως συμβαίνει σε άλλες ταινίες τρόμου, αντίθετα η πλοκή θέλει να καταλάβουμε νωρίς ότι αυτό περί του οποίου πρόκειται, υπάγεται σε μια οργάνωση του χάους κακόβουλων εικόνων και παραστάσεων που παράγεται μέσα στην ένοχη συνείδηση της κεντρικής ηρωίδας. Μιας μάνας που μεγαλώνει, με τα χίλια ζόρια, το «ιδιαίτερο» παιδί της, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του άντρα της.

Babadook 3

Σ’ αυτό το απρόσμενο φροϋδικό θρίλερ, έχουμε να κάνουμε με τους μηχανισμούς άμυνας του Εγώ, που θέτει σε λειτουργία το ίδιο το μακάβριο θέατρο της προσδοκώμενης ίασής του. Ο μπαμπούλας, που ξεπετάγεται μέσα από τις σελίδες ενός παιδικού παραμυθιού για να ταράξει την γαλήνη της οικογενειακής εστίας, επιβεβαιώνει μια από τις θεμελιώδεις αρχές της μοντέρνας ψυχανάλυσης: δεν υπάρχουν ψυχικά γεγονότα αλλά μόνο ερμηνείες αυτών. Η ίδια η έννοια του «τραυματικού βιώματος», όπως εξηγεί ο Καστοριάδης, σημαίνει μια εμπειρία πραγματική, ως τέτοια που βιώνεται από το φαντασιακό ως «τραυματική» (ό,τι δηλαδή μας λέει κι ο Λιντς, με τους τρόπους της μεγάλης τέχνης, σε ολόκληρη τη φιλμογραφία του).

Γι’ αυτό και καταλληλότερος για να αντιμετωπίσει το «θηρίο», αποδεικνύεται ο αλαφροΐσκιωτος πιτσιρικάς που, απέχοντας ακόμα απ’ την ηλικία των «ερμηνειών» (για το παιδί, ο πραγματικός κόσμος παραμένει αξεχώριστος απ’ τον κόσμο της φαντασίας, το υποκειμενικό και το αντικειμενικό εβρισκόμενα σε κατάσταση αρμονίας, αντιμετωπίζονται, ταυτόχρονα, ως «παιχνίδι»), διατηρεί την απαραίτητη αθωότητα για να αντιπαλέψει τον μύθο μέσα στην ίδια την περιοχή του.

Babadook 4

Η πρωτοεμφανιζόμενη σκηνοθέτις Τζένιφερ Κεντ αναλαμβάνει να αποδώσει με μαεστρία αυτό τον αγώνα ενάντια στην εμμονή, διατηρώντας το μέτρο και κρατώντας τις απαραίτητες ισορροπίες ανάμεσα σ’ ένα ψυχολογικό δράμα αποδοχής της οδυνηρής απώλειας και μια ατμοσφαιρική ταινία τρόμου. Το φιλμ διαθέτει ρυθμό, εικαστικό ενδιαφέρον (το «τέρας» είναι μακράν ένα από τα πιο πρωτότυπα στον σχεδιασμό του, που μας έχει δώσει τα τελευταία χρόνια ο κινηματογράφος του φανταστικού, θυμίζοντας γερμανικό εξπρεσιονισμό) και αλληγορική δύναμη, που όλο και σπανιότερα συναντάμε πλέον.

Με, πολανσκική σχεδόν, συνέπεια, καταφέρνει να ολοκληρώσει ένα φιλμ-ψυχογράφημα βασανισμένης προσωπικότητας (οι λάτρεις του σινεμά του αγαπημένου πολωνού σκηνοθέτη θα βρουν αρκετές επιρροές απ’ το συγκλονιστικό The Tenant, όσο κι απ’ τα εμβληματικά Repulsion και το Rosemary’s Baby, όπου και πάλι, η αμφισημία –είναι τρελή η ηρωίδα ή όντως την απειλούν σκοτεινές δυνάμεις- και το μυστήριο δυναμιτίζουν το δράμα) που καταφέρνει να αντιπροσωπεύει τέλεια και το genre, για όσους δεν έχουν όρεξη να ψαχουλεύουν για δεύτερα και τρίτα επίπεδα. Το The Babadook, χωρίς να είναι κάτι το πραγματικά αλησμόνητο (δεν λείπουν τα κλισέ που έχουμε συνηθίσει να περιμένουμε απ’ το τυπικό horror) ανταμείβει και τον θιασώτη του είδους και τον απαιτητικό σινεφίλ με 93 συναρπαστικά λεπτά, όπου τίποτα δεν περισσεύει κι όλα τα βασικά συστατικά του ποιοτικού θρίλερ βρίσκονται, ιδανικά, στην θέση τους.  




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑