Reviews Lucky (2017)

6 Απριλίου 2024 |

0

Lucky (2017)

Σκηνοθεσία: Τζον Κάρολ Λιντς

Παίζουν: Χάρι Ντιν Στάντον, Ντέιβιντ Λιντς, Ρον Λιβινγκστον, Μπεθ Γκραντ, Τζέιμς Ντάρεν

Διάρκεια: 88′

Ο Λάκι, με πατημένα τα 90, περνάει τον καιρό του καπνίζοντας και βλέποντας τηλεόραση σε μια σαραβαλιασμένη πόλη του αμερικανικού νότου. Έχει μια σταθερή καθημερινότητα που περιλαμβάνει πρωινή γυμναστική, καφέ στο ίδιο πάντα μέρος, σταυρόλεξα και ένα μπλάντι μέρι κάθε βράδυ. Είναι η πιο αναγνωρίσιμη φιγούρα της μικρής του πόλης, καθώς όλοι γνωρίζουν την ύπαρξή του και τις παραξενιές του, όλοι έχουν ανοίξει κάποια κουβέντα μαζί του, έξω από ένα μπαρ ή περπατώντας προς τις δουλειές τους.

Ο Τζον Κάρολ Λιντς δεν προσεγγίζει τον χαρακτήρα του Λάκι με την πατενταρισμένη συνταγή των ηλικιωμένων ηρώων. Ο Λάκι δεν βιώνει δεύτερη νιότη, δεν πάσχει από κάποια νόσο που τον οδηγεί προς το τέλος του δρόμου. Δεν είναι ο γραφικός παππούς που ξεμωράθηκε αλλά είναι συμπαθής στους νεότερους, ούτε εκπρόσωπος μιας γενιάς που συμβολίζει μια διαφορετική κοσμοθεωρία που ξεφτίζει σιγά σιγά. Είναι ένας υγιής ψυχικά και σωματικά άνθρωπος,  που  προσπαθεί -άλλοτε μάταια κι άλλοτε με εξωπραγματική ωριμότητα- να αποδεχθεί την ιδέα, την πραγματικότητα και το αμετάκλητο του θανάτου.

Άθεος και πραγματιστής σε όλη του τη ζωή, ο Λάκι αδυνατεί να βρει καταφύγιο σε μεταφυσικές ή θρησκευτικές παρηγοριές. Η τύχη, όμως, στην οποία απέδιδε την εξαιρετική του φυσική κατάσταση, αποδεικνύεται πολύ ρηχή για χωρέσει τους προβληματισμούς του. Τη στιγμή που η σαρωτική σκέψη της θνητότητας τού χτυπάει την πόρτα, έστω και μετά από εννέα δεκαετίες ζωής, διαταράσσονται όλες του οι ισορροπίες. Αυτή η τόσο καλά δομημένη καθημερινότητα αρχίζει να καταρρέει μόνο και μόνο από το βάρος της διαπίστωσης ότι δεν μπορεί να κρατήσει για πάντα.

Ο έμπειρος ηθοποιός Τζον Κάρολ Λιντς συλλαμβάνει στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο μια πάρα πολύ απλή  όσο και σπουδαία ανθρώπινη αλήθεια: ποτέ δεν είναι αργά, αλλά συγχρόνως είναι πάντα βασανιστικά νωρίς, να συμβιβαστεί κανείς με την ιδέα του θανάτου. Σε αυτό το πνεύμα, δεν στερεί από τον χαρακτήρα του το δικαίωμα να σαστίζει αντικρίζοντας το τέλος απλώς και μόνο επειδή έχει ζήσει περισσότερα χρόνια από τους περισσότερους. Ο θάνατος, εξάλλου, είναι η μοναδική αληθινή μοίρα του ανθρώπου, ακόμα και αν εκείνος το αρνείται επίμονα. Ο Λάκι καπνίζει καθημερινά ένα πακέτο τσιγάρα, με τη σκέψη ότι αν ήταν να τον σκοτώσει το κάπνισμα, θα το είχε ήδη κάνει. Και έχει δίκιο, απέφυγε άνετα αυτόν τον κίνδυνο, ο οργανισμός του αποδείχθηκε δυνατότερος. Το πεπερασμένο της ύπαρξης όμως είναι μια μέγγενη που κανένας οργανισμός δεν μπορεί να υπερβεί.

Όπως ήταν αναμενόμενο, η ταινία περιστρέφεται γύρω από τον Χάρι Ντιν Στάντον, ο οποίος δεν λείπει από καμία σκηνή και αναλαμβάνει μια εξ ορισμού δύσκολη  αποστολή: να μην επιτρέψει στη συγκινησιακή φόρτιση να αλλοιώσει την ουσία του χαρακτήρα που υποδύεται. Ο βετεράνος ηθοποιός κλείνει την πόρτα τόσο στο γλυκανάλατο όσο και στο γκροτέσκο, πλάθοντας έναν χαρακτήρα που συγκινεί αβίαστα και φυσικά, απαλλαγμένο από κάθε επιτήδευση. Σ’ έναν ρόλο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του και χάρη σ’ έναν σκηνοθέτη που του δίνει όλο τον χώρο για να διαμορφώσει το χαρακτήρα του όπως επιθυμεί, ο Στάντον θριαμβεύει και συγκλονίζει

Το Lucky δεν κρύβει σε κανένα σημείο την πρόθεσή του να αποτίνει φόρο τιμής στην αληθινή περσόνα του Χάρι Ντιν Στάντον, χωρίς όμως να υποτιμά ούτε στο ελάχιστο τη μυθοπλαστική κατασκευή του κεντρικού  πρωταγωνιστή. Φυσικά, τα πάντα παραπέμπουν εμμέσως στη φιλμική κληρονομιά του Ντιν Στάντον, από τα τοπία και στις στοχευμένες ατάκες, μέχρι το συμπληρωματικό καστ της ταινίας, με πρώτο και καλύτερο τον Ντέιβιντ Λιντς. Αποφεύγοντας συνετά τον ελεγειακό-μελοδραματικό τόνο, ο Τζον Κάρολ Λιντς προσπερνά τον πειρασμό του ρέκβιεμ, σκαρώνοντας ένα χαμηλόφωνο υπαρξιακό απολογισμό. Κι όμως, ως συνήθως, η μοίρα τα ήθελε αλλιώς. Ο σπουδαίος Χάρι Ντιν Στάντον απεβίωσε λίγο πριν η ταινία κυκλοφορήσει στις αίθουσες και η ερμηνεία του δεν μπορεί να παρά να γίνει αντιληπτή ως ένα σπαρακτικό ύστατο «χαίρε». Καμία έκπληξη, αν το καλοσκεφτεί κανείς. Δεν είναι δα η πρώτη φορά που η ζωή και η τέχνη αλληλοφωτίζονται με τρόπους που υπερβαίνουν κάθε δική μας πρόθεση ή ερμηνεία.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑