Σκηνοθεσία: Μίκαελ Χάφστρομ
Παίζουν: Τζον Κιούζακ, Γκονγκ Λι, Τσοου Γιουν Φατ, Κεν Γουατάναμπι, Φράνκα Ποτέντε
Διάρκεια: 105΄
Μεταφρασμένος τίτλος: “Σανγκάη: η πόλη των κατασκόπων”
Βρισκόμαστε στη Σαγκάη του 1941, το Παρίσι της ανατολής, όπως αρέσκονταν να λένε. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος έχει ξεσπάσει για τα καλά, στην Ευρώπη γίνεται χαμός και στην Ασία η Ιαπωνία έχει δείξει προ πολλού τις άγριες επεκτατικές της διαθέσεις. Οι Η.Π.Α. κρατούν μια ουδέτερη στάση και αμφιταλαντεύονται κατά πόσο η ναζιστική απειλή αποτελεί κίνδυνο για την ασφάλεια των αμερικανών πολιτών. Όλα αυτά λίγο πριν τις 8 Δεκεμβρίου όταν τα Ιαπωνικά αεροσκάφη θα βομβαρδίσουν το Περλ Χάρμπορ. Μέσα σε αυτόν τον πανικό ένας αμερικανός κατάσκοπος καταφτάνει στη Σανγκάη, προσποιούμενος το φιλοναζιστή δημοσιογράφο με το όνομα Πολ Σόαμς προκειμένου να διαλευκάνει τη δολοφονία ενός φίλου του κατασκόπου, ο οποίος απ’ ό,τι φαίνεται πάτησε σε βρόμικα νερά και έχωσε τη μύτη του πιο βαθιά από το επιτρεπόμενο.
Η Σαγκάη είναι χωρισμένη στα δυο. Από τη μια η Ιαπωνική κυριαρχία και από την άλλη ο ογκώδης διεθνής καταυλισμός χωρισμένος σε γκέτο. Γερμανοί, αμερικανοί, άγγλοι, ένας αχταρμάς εθνικοτήτων μέσα σε λαμπερά φωτάκια, καζίνο, ιερόδουλες, εν ψυχρώ εκτελέσεις, αμφίσημα διπλωματικά παιχνίδια, και μια ατελείωτη μαστούρα από όπιο. Το τέλειο τοπίο για επανάσταση, αντίσταση κι έρωτα. Πολύ έρωτα. Συνήθως καταδικασμένο. Όχι πάντα.
Ο ικανός Σουηδός σκηνοθέτης Μίκαελ Χάφστρομ μεγαλοπιάνεται και αποπειράται να αναμοχλεύσει την νουάρ μυθολογία. Το πρώτο μεγάλο στοίχημα είναι η ανάπλαση της Σαγκάης. Και το πρώτο στοίχημα κερδίζεται. Προσεγμένα σκηνικά (τα γυρίσματα έγιναν στην πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης, Μπανγκόκ, αφού οι κινεζικές αρχές έδειξαν δύσπιστες ως προς τη θεματική της ταινίας), μια πανδαισία χρωμάτων που σε ταξιδεύει, σε μαγεύει, μια ανατολική Καζαμπλάνκα. Το δεύτερο στοίχημα: η νουάρ ατμόσφαιρα. Παιχνίδι με τα κλισέ ή προσπάθεια αναζωογόνησης; Το στοίχημα μένει στον αέρα. Ο σκηνοθέτης προτιμάει την πεπατημένη και τα καταφέρνει… περίπου καλά. Η μοιραία γυναίκα είναι η Γκονγκ Λι (τι καλύτερο;), τα τσιγάρα φεύγουν το ένα μετά το άλλο, οι χαρακτήρες βιώνουν ποικιλοτρόπως τον εγκλωβισμό, το μποέμικο τοπίο φλέγεται και καταρρέει, και ο Τζον Κιούζακ περίπου πείθει ως ο καταραμένος αντι-ήρωας που πρέπει να παίξει με τη φωτιά χωρίς να κάψει ούτε τρίχα. Το τρίτο στοίχημα: Μια αξιοπρεπής πλοκή. Πάλι το στοίχημα μένει κάπου στο περίπου. Το κουβάρι της πλοκής πάει από εδώ κι από εκεί, δημιουργείται η κατάλληλη ατμόσφαιρα μυστηρίου, όμως υπάρχουν αρκετές στιγμές προβλέψιμες και η λύση είναι… μέλι. Παχύρευστο μέλι και γάλα. Αλλά, κακά τα ψέματα… πλέον με τόσες μπαρούφες που τρώμε, έχουμε ανοσία στους συμβιβασμούς. Αν ανέχεστε, λοιπόν, έστω και για 10 λεπτά τον συμβιβασμό κι αφήσετε στην άκρη τα όπλα του ιδεολογικού πολέμου, η ταινία είναι άκρως ψυχαγωγική και συμπαθητική.
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Τύπος της Θεσσαλονίκης”
Δείτε σχετικά: εδώ.