Σκηνοθεσία: Αλέν Ρενέ
Παίζουν: Εμανουέλ Ριβά, Έιτζι Οκάντα
Διάρκεια: 90’
Μεταφρασμένος τίτλος: «Χιροσίμα αγάπη μου»
Μία Γαλλίδα ηθοποιός (Εμανουέλ Ριβά) καταφθάνει στη μαρτυρική Χιροσίμα για τα γυρίσματα μιας αντιπολεμικής ταινίας. Λέξεις και εικόνες που επιστρατεύονται μάταια για να ξορκίσουν την ανείπωτη φρίκη που έχει προηγηθεί. Εδώ, σε αυτή τη γη του ολέθρου, ακόμη και το σινεμά χάνει τη μαγική του δύναμη. Η Γαλλίδα ηθοποιός θα γνωρίσει ένα Ιάπωνα αρχιτέκτονα (Έιτζι Οκάντα), έναν άνθρωπο δηλαδή που έχει επωμιστεί την ιερή αποστολή να χτίσει από την αρχή πάνω στα συντρίμμια και στα ερείπια. Καθώς της μιλά, τα λόγια του φτάνουν από έναν μακρινό και άγνωστο τόπο: «Δεν ήσουν εκεί. Δεν είδες. Δεν ξέρεις τι θα πει να παλεύεις να ξεχάσεις».
Δεν θα μάθουμε ποτέ τα ονόματά τους, θα παραμείνουν μέχρι τέλους εκείνος και εκείνη, ο άνδρας και η γυναίκα. Σε αυτό το σκηνικό του ολέθρου, τα πάντα έχουν χάσει πλέον την υπόστασή τους, όλοι μας θα πρέπει να βαφτιστούμε από την αρχή. Μια απόκοσμη έλξη τους ενώνει, ο έρωτας τους όμως είναι καταδικασμένος να μείνει θραυσματικός, αποσπασματικός, αποκομμένος, εφήμερος. Ραγισμένος σε χίλια μικρά κομμάτια όπως και οι ίδιοι.
Η αρχική πρόθεση του Αλέν Ρενέ ήταν να γυρίσει ένα μικρού μήκους ντοκιμαντέρ για τη ρίψη της ατομικής βόμβας, αλλά κάπου στην πορεία φοβήθηκε πως το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν απλώς μια παραλλαγή του Νύχτα και καταχνιά (Nuit et Brouillard, 1956). Το Χιροσίμα, αγάπη μου, με την υπογραφή της Μαργκερίτ Ντιράς φαρδιά πλατιά στο σενάριο, κινείται στα δαιδαλώδη μονοπάτια του nouveau roman. Παρεκκλίσεις και παλινδρομήσεις, θραύσματα και ριπές, εσοχές και τούνελ στον χρόνο, ονειρώδης υφή και φυγόκεντρη αφήγηση, αρχειακό υλικό και κινηματογραφικά επίκαιρα της εποχής που παρεισφρέουν στη μυθοπλασία, η συνειρμική ροή στη θέση του απόλυτου οδηγού, μακριά από τις επιταγές που επιβάλλουν η λογική συνοχή, η χρονική ακολουθία, η γραμμική συνέχεια.
Στον πυρήνα των πάντων, το δίπολο που γράφει την ιστορία των ανθρώπων και την Ιστορία του κόσμου μας: η μνήμη και η λήθη. Η μνήμη που έρχεται απρόσκλητη και φεύγει ενώ την παρακαλάς να μείνει λίγο ακόμη. Η λήθη που άλλοτε λειτουργεί ως κατάρα κι άλλοτε ως ευλογία. Η ανάκληση της κάθε λεπτομέρειας από εικόνες και διαλόγους που φαινομενικά δεν έχουν την παραμικρή σημασία. Η ομίχλη που σκόπιμα θολώνει ό,τι έχει προηγηθεί, ακόμη και τα πιο βαρυσήμαντα και θεμελιώδη. Η Γαλλίδα ηθοποιός σύντομα αποκαλύπτει στον Ιάπωνα αρχιτέκτονα πως κατοικεί κι εκείνη στο ίδιο μεταίχμιο, ανάμεσα στην επώδυνη μνήμη και στην ανέφικτη λήθη. Ο καταραμένος έρωτας για έναν Γερμανό στρατιώτη που δεν πρόλαβε να αυτομολήσει, το στίγμα της ντροπής και της προδοσίας, ο εξευτελισμός της τιμωρίας, η απομόνωση και η εξορία, η ανώφελη ανάμνηση μιας ζωής που δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα.
Οι δυο εραστές έρχονται κοντά και απομακρύνονται ο ένας από τον άλλο, σαν μια αόρατη δύναμη να τους ταλαντώνει μπρος και πίσω. Τα τραύματα που δεν λένε να επουλωθούν και οι τραγωδίες που δεν μπορούν ποτέ να ξεγραφούν θα τους χαρίσουν ένα 24ωρο πάθους και τίποτα περισσότερο. Αμέσως μετά, αμφότεροι θα επιστρέψουν στη μόνη τους πατρίδα, σε ένα πένθος που προορίζεται να μείνει ανολοκλήρωτο, ημιτελές, λειψό. Μια ταινία σαν τρυφερή δήλωση συμπόνιας και παρηγοριάς. Για όσα δεν μπόρεσαν να ξεχαστούν, για εκείνους που δεν βρήκαν ποτέ τη δύναμη να ξεχάσουν.