Σκηνοθεσία: Άντριου Ντόμινικ
Παίζουν: Νικ Κέιβ, Σούζι Μπικ, Γουόρεν Έλις
Διάρκεια: 112’
Στις 14 Ιουλίου 2015, o Άρθουρ Κέιβ, ο ένας από τους δυο γιους που είχε αποκτήσει ο Νικ Κέιβ με το πρώην μοντέλο Σούζι Μπικ, βρήκε τραγικό θάνατο, πέφτοντας από ένα γκρεμό στο Μπράιτον της Αγγλίας, ευρισκόμενος –όπως έχει εμμέσως επιβεβαιωθεί- υπό την επήρεια ουσιών. Εκείνη την εποχή, ο σκοτεινός πρίγκιπας ηχογραφούσε το δέκατο έκτο άλμπουμ του συγκροτήματος Nick Cave & The Bad Seeds, με τίτλο Skeleton Tree. Παρόλο που το μεγαλύτερο τμήμα του άλμπουμ είχε ήδη ηχογραφηθεί, ο Kέιβ, με τη βοήθεια των συνεργατών του, ενέταξε το συναίσθημα της σοκαριστικής οδύνης στους στίχους και τη γενικότερη αύρα του Skeleton Tree, το οποίο συνδέθηκε άρρηκτα στο μυαλό του κοινού με αυτή την ανείπωτη τραγωδία.
Το ντοκιμαντέρ One More Time With Feeling του Νεοζηλανδού Άντριου Ντόμινικ (που μας έχει χαρίσει τις πανέμορφες ταινίες The Assassination of Jesse James by the Coward Robert Ford [2007] και Killing Them Softly [2012]) πραγματεύεται την απώλεια και τη δημιουργία, χωρίς να αγκιστρώνεται σε καμία από τις δύο έννοιες, χωρίς να τις περιδιαβαίνει παρατακτικά και μηχανιστικά. Το One More Time With Feeling μοιάζει με το πένθος, μοιάζει και με την έμπνευση. Είναι ένας μονίμως ανοιχτός δίαυλος επικοινωνίας. Είναι ένας ψίθυρος που βουίζει ασταμάτητα στο κεφάλι σου και καταλήγει πολύ πιο δυνατός από οποιαδήποτε κραυγή. Είναι μία επίπονη προσπάθεια να κατασταλάξεις στο τι αξίζει να θυμάσαι και στο τι πρέπει να λησμονείς, τουλάχιστον ανά στιγμές. Είναι μία συγκινητική κατάθεση ψυχής, που κινείται κυκλικά, παλινδρομικά, σπειροειδώς, αλλά ποτέ ευθύγραμμα.
«Όλα συμβαίνουν ταυτόχρονα αυτή τη στιγμή. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.» Ο Κέιβ διερωτάται, αναλογίζεται, αφουγκράζεται. Νιώθει σφιχταγκαλιασμένος με την απώλεια που βίωσε, σαν ένα αόρατο ελατήριο που τον επιστρέφει στη στιγμή του σοκ, με κάθε του σύσπαση. Αναρωτιέται φωναχτά, μουρμουρίζει απορημένα για το πώς νιώθει ο ίδιος, για το πώς θα δεξιωθεί το κοινό αυτό το νέο άλμπουμ, για το αν θα στοιχειώνεται για πάντα ή αν συνεχίσει να πορεύεται κι ο ίδιος, μαζί με τη ζωή που κυλά δίχως λύπηση καμιά για τα δικά μας δράματα.
Ο Ντόμινικ καταγράφει από απόσταση αναπνοής, έχοντας ως βασικό γνώμονα να καταδείξει την ανεπάρκεια της καταγραφής του. Και καταλήγει να φτιάχνει ένα οπτικά καθηλωτικό κολάζ από μουσική, λόγια εξομολογητικά και μαρτυρίες επιφοίτησης, πανέμορφα πλάνα που κοντοστέκονται σε γωνίες, αντανακλάσεις, επιφάνειες, αντικείμενα, αλλά και εικόνες του ίδιου να προσπαθεί ανεπαρκώς και βεβιασμένα να συλλάβει όλα τα παραπάνω. Οι λέξεις, η αφήγηση και ο στόμφος που δεν μπορούν ποτέ να αποδώσουν το κενό του πόνου και τη σιωπή που μεσολαβεί ανάμεσα στο μπλοκάρισμα και την εκκίνηση, το εμπόδιο και το άλμα. Η ανεπάρκεια των πάντων, της ίδιας της ζωής, των σκέψεων και των αισθημάτων. «Θα ήθελα πάρα πολύ να πω για τον Άρθουρ ότι ζει στις καρδιές μας, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν ζει πουθενά πλέον.» Και όλα τα υπόλοιπα μοιάζουν τρυφηλά και λιγοστά.