What's On Το χρυσάφι του Ρήνου (Rheingold, 2022)

15 Ιανουαρίου 2023 |

0

Το χρυσάφι του Ρήνου (Rheingold, 2022)

Σκηνοθεσία: Φατίχ Ακίν

Παίζουν: Eμίλιο Σακράγια, Καρίμ Γιουνές, Ιλιές Μουταουκίλ, Μόνα Πιρζάντ

Διάρκεια: 138′

Δοκιμάζοντας εκ νέου την τύχη του στο είδος της κινηματογραφικής βιογραφίας, ο Φατίχ Ακίν θαρρείς και προσπαθεί να ξορκίσει τα σκοτάδια και τη φρίκη στην οποία μας είχε υποβάλει με Το χρυσό γάντι (2019). Και στρέφει την προσοχή του σε ένα πρωτογενές υλικό που του ταιριάζει γάντι (pun intended), μα πάνω απ’ όλα επιστρέφει σε μια διάθεση-τονικότητα, την οποία αποδεδειγμένα παίζει στα δάχτυλα. Βασισμενο στη βιογραφία του διάσημου (στη Γερμανία) ράπερ Xatar, με τίτλο All or Nothing: We Say the World Belongs to You, το Rheingold ξεδιπλώνει μια ιστορία που θα φάνταζε σεναριακά εξωφρενική αν τυχόν δεν ήταν εμπνευσμένη από αληθινά γεγονότα.

Γεννημένος σε μια σπηλιά στις εσχατιές του Ιράν, περιτριγυρισμένος από νυχτερίδες και με τις βόμβες να σφυρίζουν ολόγυρα, ο Κούρδος Γκιγουάρ Χατζάμπι προσπαθούσε όλη του τη ζωή να σκαρφαλώσει προς το φως. Γιος Κούρδων μουσικών που κυνηγήθηκαν ανηλεώς από το καθεστώς του Χομεϊνί, ο Χατζάμπι πέρασε τα παιδιά του χρόνια στις ιρακινές φυλακές, την περίοδο του ιρανο-ιρακινού πολέμου στις αρχές των 80s, όταν η οικογένειά του προσπάθησε να διαφύγει από το Ιράν στην Ευρώπη. Διόλου τυχαία, ο κύκλος της πρότερης ζωής του θα κλείσει σε μια άλλη φυλακή, ως τελικός σταθμός μιας διαδρομής με σπασμένα φρένα, με ενδιάμεσες στάσεις το Παρίσι, τη Βόννη, το Άμστερνταμ, τη Συρία και την τελική παλιννόστηση στη Γερμανία.

Συμπτωματικά ή μη, ο τίτλος της βιογραφίας του τιμώμενου προσώπου παραπέμπει συνειρμικά στον Τόνι Μοντάνα και ο Φατίχ σκαρώνει μια πειραγμένη, σχεδόν φαρσική, εκδοχή του Scarface: κι εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν ήρωα που νιώθει πως ο κόσμος τού χρωστά και πως είναι προορισμένος για μεγαλεία, αλλά ο δρόμος για την κορυφή περνά μέσα από τη γείωση στην πραγματικότητα και το χαλινάρι στην ανεξέλεγκτη οργή. Με εμφανείς επιρροές από τις γκανγκστερικές ναυαρχίδες του Σκορσέζε, αλλά και πάλι με μια προσέγγιση αντίστροφης φοράς, ο Φατίχ χαρτογραφεί όχι την πτώση σε μια αμοραλιστική κόλαση, αλλά τη μάχη για ανάδυση στην επιφάνεια.

Ίσως χαριστικά και κάπως αφελώς, μα κατά βάση με μια καλοδεχούμενη δοτικότητα, ο Ακίν φτιάχνει έναν ήρωα σε σύγχυση, που αναζητά συνεχώς ένα αποκούμπι ομορφιάς (οι σπουδές στη μουσική, η εξιδανίκευση ενός εφηβικού αμόρε) ή αθωότητας, που βάζει ηθικές κόκκινες γραμμές ακόμη και όταν έχει βουτήξει με το κεφάλι στον βούρκο, που επιλέγει τη αφτιασίδωτη ειλικρίνεια από τη φτηνιάρικη χυδαιότητα (όπως φαίνεται στους στίχους των πρώτων του τραγουδιών).

Με αφηγηματική δεινότητα που πυροδοτεί μια αβίαστη ροή, Το χρυσάφι του Ρήνου σε παρασέρνει σε ένα ταξίδι συνεχούς φυγής, με απίθανη αίσθηση εσωτερικού τέμπο και μυαλωμένη εναλλαγή κεφαλαίων, το οποίο -τουλάχιστον για το μεγαλύτερο διάστημά του- παρακαλάς να μην τελειώσει. Περιδιαβαίνοντας με άνεση και μπρίο τα κινηματογραφικά είδη, o Φατίχ παιχνιδίζει κάπου ανάμεσα στην ταινία ενηλικίωσης, το γκάνγκστερ φιλμ, τον κοινωνικό ρεαλισμό, την κωμωδία, και τη heist movie, σε σημείο που σχεδόν ξεχνάς πως παρακολουθείς το biopic ενός καταξιωμένου μουσικού.

Όπως πολλές ακόμη φορές στην καριέρα του Ακίν, οι καλύτερες στιγμές της ταινίας έρχονται στον παλμό του δρόμου και στους κοφτερούς διαλόγους, μοιάζοντας βγαλμένες από τις ρίμες της ντόπιας ραπ. Ταυτόχρονα, το Rheingold, χωρίς σε κανένα να διεκδικεί δάφνες ιδιαίτερης πρωτοτυπίας ή τόλμης, μοιάζει απαλλαγμένο από αρκετές ύπουλες παγίδες, όπως τη φορτική μουσική υπόκρουση (αυτή την τρόπο τινά «καταγωγική υπενθύμιση» από την οποία πάσχουν πολλές ταινίες παρόμοιων καταβολών) ή την κάπως τεχνητή-ψεύτικη λαϊκότητα.

Φυσικά, δε λείπουν ορισμένες αστοχίες και ευκολίες. Από το νερόβραστο subplot του ρομάντζου (που σαμποτάρει, ευτυχώς πρόσκαιρα, τον ρυθμό) μέχρι την απλοϊκή αλληγορία του τίτλου (παρεμπιπτόντως, Ο χρυσός του Ρήνου είναι το πρώτο σκέλος της επικής τετραλογίας του Βάγκνερ, Το δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν) κι από τη λιγάκι υπερβολική εξιδανίκευση του κεντρικού χαρακτήρα μέχρι την αμήχανη τελική σεκάνς, το Rheingold δεν είναι απρόσβλητο από ψεγάδια. Παρόλα αυτά, η τελική σούμα βγάζει ως αποτέλεσμα μια ταινία με καθαρή καρδιά και γοητευτικό βλέμμα. Που μοιράζεται μαζί σου τη θετική της αύρα, που ζητά και παίρνει από σένα ένα μικρό αλματάκι πίστης.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑