What's On Can You Ever Forgive Me?

27 Φεβρουαρίου 2019 |

0

Can You Ever Forgive Me?

Σκηνοθεσία: Μάριελ Χέλερ

Παίζουν: Μελίσα ΜακΚάρθι, Ρίτσαρντ Γκραντ

Διάρκεια: 106′

Ελληνικός τίτλος: Θα Μπορούσες Ποτέ Να Με Συγχωρέσεις;

Στην Αμερική των αρχών του 1990, η Λι Ίζραελ, πάλαι ποτέ επιτυχημένη συγγραφέας βιογραφιών και νυν παραπαίουσα στο λογοτεχνικό κόσμο φιγούρα, προσπαθεί να αντιπαρέλθει τα οικονομικά της αδιέξοδα. Ισχυρίζεται ότι γράφει μία βιογραφία για τη Φάνι  Μπράις, μέσω της οποίας θα επιστρέψει στο εκδοτικό προσκήνιο, ωστόσο η ατζέντης της, μάλλον δικαίως, δυσπιστεί. Μην έχοντας γράψει ούτε λέξη και με τα ληξιπρόθεσμα πρώτης ανάγκης χρέη να σφίγγουν τη θηλιά στο λαιμό της, η Ίζραελ πωλεί ένα συλλεκτικό γράμμα της Μπράις που έτυχε να έχει στην κατοχή της. Ενθουσιασμένη με τα χρήματα που της απέφερε και με τη βοήθεια του Τζακ, ενός έκπτωτου βρετανού μπον βιβέρ, στήνει μία επιχείρηση πλαστογραφίας επιστολών από εμβληματικούς άνδρες και γυναίκες, το στυλ γραφής των οποίων μιμείται με αδιανόητη ακρίβεια.

Η ανάγκη της Ίζραελ για χρήματα δίνει σταδιακά τη θέση της στην έξαψη της περιπέτειας. Η επιτυχία της κομπίνας των δύο περιθωριακών συνοδοιπόρων προσφέρει στη συγγραφέα μια οιωνεί δικαίωση απολαυστικότερη από την ίδια την ονομαστική της αναγνώριση. Ποιος θα μπορεί πια να αμφισβητήσει το ταλέντο της ως βιογράφου, ως ανθρώπου που παρατηρεί τις ζωές των άλλων, όταν δεν μπορεί καν να ξεχωρίσει την πλαστότητα της γραφής της; Ο θρίαμβός της όμως συνιστά στην ουσία μία παράταση της αγωνιώδους άρνησής της για ανθρώπινη επαφή και γι’ αυτό νομοτελειακά θα ματαιωθεί. Η Λι θα συλληφθεί για απάτη, αλλά το θεμέλιο του εγκλήματός της δεν είναι η πλαστογραφία και η χρήση των πλαστών επιστολών για ίδιο οικονομικό όφελος.

Η Λι εξαπατά πρώτα και κύρια τον εαυτό της, βαυκαλιζόμενη ότι μπορεί να αντέξει απλώς και μόνο με το ατσάλινο τείχος που υψώνει απέναντι σε όποιον την προσεγγίζει και δεν είναι ότι συρρέουν κατά χιλιάδες οι υποψήφιοι. Κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου σαν την Ίζραελ, οι ευκαιρίες να βιώσει την απαλλαγμένη από αποστάσεις ασφαλείας ανθρώπινη επαφή θα είναι μετρημένες στα δάκτυλα του ενός χεριού. Αν εκείνη τις κλωτσήσει, δεν θα της χαριστεί κάποια εύκολη συγχώρεση. Στο χρονικό σημείο από το οποίο εκκινεί η αφήγηση της Μάριελ Χέλερ, η συγγραφέας είναι ήδη ένα άτομο θλιβερά μοναχικό. Μία γυναίκα δύστροπη και στρυφνή, που μοιάζει αδύναμη να ανήκει σε οποιοδήποτε σχέση θα μπορούσε ποτέ να χωρέσει την παρουσία της, ερωτική, φιλική, ακόμα και εργασιακή. Την μετάνοια της δεν τη διατυπώνει ρητά ∙ η σκηνοθέτις την μεταδίδει σε σιωπές, χαμηλωμένα βλέμματα και ρυτιδώδεις επιφάνειες του προσώπου της, σε ένα δείγμα αγνής κινηματογραφικής στοργής από τον δημιουργό προς τον κεντρικό χαρακτήρα.

Η συγγραφέας και ο Τζακ συγκροτούν ένα απολαυστικό δίδυμο. Ευρισκόμενοι και οι δύο στα πρόθυρα του αλκοολισμού, ομοφυλόφιλοι, κυνικοί, και κατά βάση μόνοι. Εκείνη νευρική, φανερά απογοητευμένη και συχνά κακότροπη. Εκείνος, μία φιγούρα λυγερή και αλαφροπάτητη, σχεδόν αέρινος, σταματημένος στο περιθώριο του χρόνου και αρνούμενος να υποκύψει στην αναπόδραστη φθορά του. Μοιράζονται το σπασμένο βλέμμα, γι’ αυτό και σμίγουν αυτόματα. Ωστόσο η Λι πάντα κρατάει για τον εαυτό της μία νοητή απόσταση, μία ακαταμάχητη επιφύλαξη που θα της επιτρέπει εσαεί να επιστρέφει στο απόρθητο φρούριό της και να ξεμακραίνει.

Πολύ περισσότερο από μία αναζήτηση ταλέντου, το «Can you Ever Forgive me?» αποτελεί μία πυκνή αλλά ποτέ ασθμαίνουσα αναζήτηση ταυτότητας. Η Λι μισεί τον εαυτό της, κωφεύει στις ανάγκες του για επικοινωνία και αυτός μοιραία αντεπιτίθεται, μετατρέποντάς την σε ένα μίζερο υποκείμενο. Σε ένα καλλιτεχνικό στερέωμα όπου η απάτη είναι ύψιστη αρετή, φτάνει να μη γίνεται ποτέ αντιληπτή, η Ίζραελ αποτυγχάνει γιατί, ακόμα και αν μπορεί να ξεγελάσει τους πάντες, αδυνατεί να διαφύγει από τον εαυτό της. Ευτυχώς γι’ αυτήν, ένας πολύ πιο καλοπροαίρετος επιτηρητής αυτού του παιχνιδιού αποτυχημένης εξαπάτησης είναι ο Τζακ, ο οποίος ποτέ δε θα υπερβεί την εγωιστική φύση του, αλλά θα κοιτάει πάντα με ισχυρές δόσεις τρυφερότητας τον τσακισμένο ψυχισμό της.

Περισσότερο από τον οίκτο που νιώθει προς τον εαυτό της, όμως, η Λι πενθεί για μία χαμένη σχέση, η οποία λειτουργούσε σαν μαξιλάρι για να ακουμπήσει το φουρτουνιασμένο κεφάλι της, βαλβίδα απορροής μίας τιτάνιας εσωτερικής πίεσης. Και αυτό είναι αυτό που αδυνατεί να συγχωρήσει στον εαυτό της, η πηγή όλης της αυτοτιμωρίας της: η αδυναμία της να διατηρήσει στη ζωή της τον άνθρωπο με τον οποίο (νόμιζε ότι) έκανε την υπέρβαση, για τα μάτια του οποίου πίστεψε ότι γκρέμισε τις άμυνές της. Αλλά η πραγματικότητα ήταν μάλλον διαφορετική, η σύντροφός της έχει απομακρυνθεί κουβαλώντας την πίκρα της δικής της αποτυχίας, σαν μην μπόρεσε ποτέ να ξεκλειδώσει την Λι. Δεν ήταν η αγάπη αυτό που έλειψε από τη σχέση, αλλά αυτό που πάντα λείπει από τη ζωή της συγγραφέως, η ανεπιφύλακτη επαφή.

Προικισμένη με εξαίσιες ερμηνείες από τους Μελίσα ΜακΚάρθι και Ρίτσαρντ Γκραντ, δύο φιλμικές ζωγραφιές των αδιεξόδων, των φόβων και των αποτυχιών που σηματοδοτούν διαφορετικές μεθόδους αντιμετώπισης όλων των συμπλεγμάτων που αυτά γεννούν, η ταινία της Μάριελ Χέλερ προσεγγίζει την πραγματική βάση της ιστορίας της με σπάνια νηφαλιότητα. Διαθέτοντας ένα σπουδαίο σενάριο που εξελίσσει ομαλά την πλοκή, η Αμερικανίδα δημιουργός δημιουργεί ένα φιλμ που ρέει φυσικά και αβίαστα, με τις κατάλληλες ανάσες και ευρύ πεδίο κινήσεων για τους πρωταγωνιστές του. Μέσα σε έναν κόσμο που ακόμα και η τέχνη, που μπορεί να συνιστά ψευδαίσθηση αλλά δογματικά όχι απάτη, γοητεύεται από το ψέμα, η Ίζραελ ψάχνει να βρει μία αυθεντική διαδρομή, να αποδεχθεί τον εαυτό της και να αφηγηθεί για πρώτη φορά μία αληθινή ιστορία. Τη δική της αληθινή ιστορία.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑