Reviews Ήσυχες μέρες του Αυγούστου (1991)

16 Αυγούστου 2023 |

0

Ήσυχες μέρες του Αυγούστου (1991)

Σκηνοθεσία: Παντελής Βούλγαρης

Παίζουν: Θανάσης Βέγγος, Χρυσούλα Διαβάτη, Αλέκος Ουδινότης, Ειρήνη Ιγγλέση, Αλέκα Παΐζη, Θέμις Μπαζάκα

Διάρκεια:  108′

Στις ήσυχες μέρες του Αυγούστου, κάθε πρωί, ακούω να με καλεί φωνή ζεστή του ραδιοφώνου, συμπλήρωμα του χρόνου κι αυτή κυλάει μέσα μου σαν μια ρωγμή του ονείρου

Ένας συνταξιούχος ναυτικός (Θανάσης Βέγγος), που νιώθει εγκλωβισμένος στον κόσμο των στεριανών, παρατηρεί στον ηλεκτρικό μια γυναίκα (Χρυσούλα Διαβάτη) έτοιμη να καταρρεύσει από τον καημό και το πένθος. Το βλέμμα του φτάνει πολύ βαθιά, συναισθάνεται το βάσανό της, την έχει στο νου του διακριτικά και από απόσταση: αυτό το αποπνικτικό αυγουστιάτικο βράδυ θα γίνει ο φύλακας-άγγελός της. Οι δυο τους θα ανταλλάξουν μοναξιές, αμφιβολίες, πίκρες και στεναχώριες στη σιγή της νύχτας. Λίγες μέρες αργότερα, θα ξαναβρεθούν για μία και τελευταία φορά προτού γνέψουν αντίο μια για πάντα. Και θα αναλογιστούν πως σε μια άλλη ζωή, ολόιδια με την τωρινή κι όμως πέρα για πέρα διαφορετική, ίσως και να είχαν αντικρίσει παρέα το τροπικό φεγγαρόφως στη Θάλασσα των Κοραλιών.

Κάθε τραγούδι που ηχεί μες στο δωμάτιο έχει δικούς μου στίχους, που γράφονται στους τοίχους εκείνη τη στιγμή, καθώς ακούω τη μουσική χωρίς φωνή και μου ‘γινε συνήθεια.

Ένας τραπεζικός υπάλληλος (Αλέκος Ουδινότης), φυλακισμένος σε έναν χώρο εργασίας που θυμίζει μπουντρούμι, δίνει τηλεφωνικό ραντεβού κάθε μεσημέρι με μια άγνωστη γυναικεία φωνή (Ειρήνη Ιγγλέση). Η ανωνυμία τούς γεμίζει θάρρος και τόλμη ώστε να ξεφορτωθούν αναστολές και να αφεθούν στον ανομολόγητο πόθο. Ένα τυχαίο μπλέξιμο των γραμμών, μια φάρσα της μοίρα που έσμιξε δυο ανθρώπους αποκαμωμένους από την επαναληψιμότητα μιας άχαρης ζωής. Όταν εκείνος αποφασίσει να ανακαλύψει το πρόσωπο πίσω από τη φωνή, αντιλαμβάνεται γρήγορα το τρελό παράδοξο: η εγγύτητα γεννά απόσταση, απομακρύνει τους δύο τηλεφωνικούς εραστές παρά τους φέρνει πιο κόντα. Μπροστά σε έναν καθρέφτη θα αποστρέψουν το βλέμμα αλλού και θα δαγκώσουν τα χείλη. Πλέον, έχουν φανερώσει το μυστικό τους εκεί που δεν έπρεπε: ο ένας στον άλλο. Οι δυο τους, βλέπετε, ήταν οι μόνοι που ήξεραν, αλλά και οι μόνοι που δεν έπρεπε να γνωρίζουν. Και ξαφνικά η συνενοχή ντύθηκε ντροπή.

Μες στις ζεστές νύχτες του Αυγούστου, το φως στο δρόμο οπλίζεται και η ψυχή μου αδειάζει, το σώμα μου ερεθίζεται,  το σπίτι ξεθωριάζει.

Μια ηλικιωμένη και καλοστεκούμενη γυναίκα (Αλέκα Παΐζη), με χαμόγελο και φωνή που σε μελώνουν, θρηνεί –παρά τα τόσα χρόνια που έχουν περάσει– για τον μεγάλο έρωτα της νιότης που άφησε να της ξεγλιστρήσει μέσα από τα χέρια. Από το απέναντι παράθυρο, σχεδόν σαν φάντασμα του καλοκαιριού, ξεπροβάλλει αραιά και πού μια μυστηριώδης νεαρή γυναίκα (Θέμις Μπαζάκα). Νιόφερτη στη γειτονιά, με νεφελώδες παρελθόν και θαρρείς χωρίς σκοπό στη ζωή, καπνίζει μοναχικά το ένα τσιγάρο πίσω από το άλλο. Οι δυο γυναίκες αναπτύσσουν έναν αδιόρατο δεσμό, σχεδόν ανεξήγητο, σαν να τις συνδέεουν κοινές αναμνήσεις από βιώματα που δεν έζησαν ποτέ μαζί. Μια φιλία αληθινή, παρά τα ψέματά της, τόσο εφήμερη και αναπάντεχη, λες και βγήκε από κάποιο όνειρο καλοκαιρινής νύχτας. Και στην παραζάλη και τη μοναξιά του Αυγούστου, αυτό είναι κάτι παραπάνω από αρκετό.

Αυτές οι Ήσυχες μέρες του Αυγούστου είναι (ή τέλος πάντων ήταν κάποτε, σε μια όχι και τόσο μακρινή εποχή) ημέρες άφεσης και ανυπακοής. Οι κανόνες ευπρέπειας καταργούνται, τα ρούχα λιγοστεύουν, οι δρόμοι είναι πια για τους πεζούς και όχι για αμάξια, τα νυχτερινά μπαλκόνια βρίσκονται σε κοινή θέα, οι κουρτίνες παραμερίζονται, η τηλεόραση και το ραδιόφωνο τρυπώνουν στα διπλανά διαμερίσματα και φτάνουν μέχρι το πεζοδρόμιο. Στις ήσυχες μέρες του Αυγούστου, οι ζωές των άλλων -χωρίς να φανείς αδιάκριτος ή αγενής- μπλέκονται για λίγο με τη δική σου.

Στις τρεις ιστορίες του Παντελή Βούλγαρη, οι έξι ήρωες αναγκάζονται να γνωριστούν λίγο καλύτερα με τον με τον εαυτό τους, περισσότερο απ’ όσο είχαν συνηθίσει και βολευτεί. Εξάλλου, σε αυτές τις μέρες ερημιάς, σιωπής και περισυλλογής, ο κάθε άγνωστος μπορεί να γίνει ο σύντροφος, ο φίλος, ο εξομολογητής που δεν ήξερες ότι ψάχνεις. Κι αυτές οι τρεις βινιέτες του καλοκαιριού είναι οι ιστορίες που κατά βάθος όλοι μας θα θέλαμε να έχουμε ζήσει, κάτι σαν συλλογική κληρονομιά και λαϊκη κοινοκτημοσύνη, από την οποία ο καθένας θέλει το μερίδιό του. Παρά τη μελαγχολία τους και λειψό τους αντίο, παρά τη βασανιστική αίσθηση εκκρεμότητας -την τόσο ταιριαστή με το καλοκαίρι- που αφήνουν πίσω τους.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑