Η τηλεόραση δεν είναι κινηματογράφος. Οι τηλεοπτικές σειρές κουβαλάνε το στοιχείο της συνέχειας, έτσι που είσαι αναγκασμένος να δώσεις τουλάχιστον λίγο χρόνο μέχρι να σιγουρευτείς. Όσο καλή ή κακή χαρακτηρίσεις μια σειρά από τον πιλότο της, το πιθανότερο είναι ότι γελιέσαι, για αυτό και ο κανόνας λέει ότι δίνουμε τέσσερα επεισόδια πριν την ετυμηγορία. Όπως όλοι οι κανόνες, έχει και αυτός τις εξαιρέσεις του: projects τόσο κραυγαλέα καινοτόμα και ποιοτικά που ένα επεισόδιο, καμιά φορά και μια σκηνή, είναι αρκετά.
Ο John Thackery είναι γιατρός στο Knickerbocker Hospital της Νέας Υόρκης ή, εν συντομία, “The Knick” . Ναι, και η ομάδα του ΝΒΑ το ίδιο όνομα έχει, για τους μη γνωρίζοντες έρχεται από το ομώνυμο χαρακτηριστικό παντελόνι των Ολλανδών αποίκων. Το ημερολόγιο δείχνει 1900, μια εποχή που οι γιατροί ήταν συνηθισμένοι να υπομένουν τις συντριπτικές ήττες της εύθραυστης ανθρώπινης κράσης και να προσπαθούν απεγνωσμένα, βήμα το βήμα, να βελτιώσουν τις πιθανότητές τους στη μάχη με το θάνατο. Κάποιοι αποδέχονται τα όρια που τους έχουν τεθεί, κάποιοι όχι. Ο Dr. Thackery βρίσκεται σε μια ανοιχτή διαμάχη με το Θεό, μια εν εξελίξει σταυροφορία απέναντι σε όλα εκείνα τα δεινά που στέλνουν τους ανθρώπους γύρω του στο χώμα. Είναι αυτός που θα κάνει το βήμα. Κανείς δε θα περίμενε τίποτα λιγότερο, άλλωστε, από ένα λαμπρό μυαλό, έναν εκ των άριστων της εποχής του. Μόνο που ο Dr. Thackery απέχει παρασάγγας από το πρότυπο επιστήμονα, στα χέρια του οποίου θα εμπιστευόμασταν το σώμα μας. Ιδιοφυΐα, ναι. Και συνάμα αψύς, κυκλοθυμικός, αλκοολικός και ανεπιστρεπτί εξαρτημένος σε κοκαΐνη, ηρωίνη και whatever gets you through the day. Ο άνθρωπος που θα οδηγήσει την ιατρική επιστήμη στο μέλλον είναι εξέχων θαμώνας σε κινέζικα μπορντέλα και χρειάζεται μια ένεση κοκαΐνης στο πέος για να σηκωθεί από το κρεβάτι και να καταπραΰνει τις εξαρτήσεις του, αφού οι φλέβες στα χέρια και τα πόδια δεν είναι πια λειτουργικές…
Η πλοκή της σειράς μπαίνει σε κίνηση όταν ο Dr. Thackery ανελίσσεται σε Διευθυντή του Νοσοκομείου. Ο διάδοχός του στη θέση του Υποδιευθυντή, συστημένος από τη Διοίκηση, είναι ένας λαμπρός νέος επιστήμων, που έχει όμως ένα κακό για την εποχή κουσούρι: είναι μαύρος. Τώρα, ο ήρωάς μας (ή ο αντιήρωάς μας, για να ακριβολογούμε) δεν είναι ρατσιστής, δεν είναι όμως και αιθεροβάμων. Γνωρίζει τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η πρόσληψη του διαδόχου του στη λειτουργία του νοσοκομείου και προτιμά να τις αποφύγει. Όταν όμως ο νεαρός αντιληφθεί το πόσο καλός είναι πραγματικά στη δουλειά του ο Thackery, θα αποφασίσει ότι προτίθεται να καταπιεί τις προσβολές και τις απόπειρες εκδίωξής του, μέχρι να “μάθει όλα όσα έχει να τον διδάξει”. Θα μείνει λοιπόν στη θέση του και, όπως καταλαβαίνετε, ο Dr. Thackery δεν είναι χαρούμενος.
Το ζήτημα με το εντυπωσιακό εύρος του τηλεοπτικού τοπίου στις μέρες μας είναι ότι, για να ξεχωρίσει πραγματικά ένα show, πρέπει να “δουλεύει” το κάθε κομμάτι του. Και αυτό ακριβώς συμβαίνει εδώ: το σενάριο είναι υποδειγματικό, καλογραμμένο και απέριττο. Τα σκηνικά είναι αψεγάδιαστα και αποδίδουν στην εντέλεια την αμερικανική μεγαλούπολη στο κατώφλι του 20ού αιώνα. Το αναχρονιστικό, σχεδόν αποκλειστικά ψηφιακό μουσικό score από τον Cliff Martinez (άλλοτε drummer των Peppers) λειτουργεί απροσδόκητα καλά και διευκολύνει την αφομοίωση της δυναμικής και των ρυθμών της εποχής από τον θεατή. Και περισσότερο από όλα, η σκηνοθεσία του Steven Soderbergh κάνει όλο αυτό το οικοδόμημα να μοιάζει ακόμα καλύτερο. Ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης καταφεύγει στα γνωστά και εγγυημένα του τρικ, χρησιμοποιεί τρεμάμενες κάμερες, εντυπωσιακές χρωματικές παλέτες και λιγοστό φως όπου αυτό είναι δυνατό. Ο Soderbergh είναι ο σωστός άνθρωπος στη σωστή στιγμή, ο πλέον κατάλληλος να δώσει στο The Knick τη βραχνή γοητεία αλλά και τη φρέσκια χροιά που αξίζει.
Εκείνος, ωστόσο, που – διόλου απροσδόκητα – κλέβει την παράσταση είναι ο Clive Owen. Ο Βρετανός, στα 50 του πλέον χρόνια, δεν έχει χάσει ούτε ίχνος από όλα εκείνα τα στοιχεία που τον καθιέρωσαν ως σούπερ σταρ του παγκόσμιου κινηματογράφου, και είναι αλήθεια ότι είχαμε καιρό να τον απολαύσουμε σε έναν πραγματικά μεγάλο ρόλο. Ο Owen δεν παραδίδει απλά μια υποδειγματική ερμηνεία ως Dr. John Thackery – είναι γεννημένος για αυτόν το ρόλο. Κατορθώνει να γίνεται ο χαρακτήρας του αρεστός παρά τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει, “τόσο – όσο” , καθιστώντας ταυτόχρονα ξεκάθαρη την ανάγκη να κρατηθούν οι αποστάσεις: ο Thackery είναι αυτοκαταστροφικός, ενώ τα μάτια του Owen καθρεφτίζουν απερίφραστα το αμετανόητο αυτής του της συμπεριφοράς. Επιδεικνύει στιβαρά χέρια και λόγια, επιμένοντας ωστόσο να υπερβαίνει τα όρια σε κάθε ευκαιρία. Και το βασικότερο όλων, δεν δίνει δεκάρα.
Πρόκειται για την καλύτερη νέα σειρά αυτού του καλοκαιριού, πέρα από κάθε αμφιβολία και αμφισβήτηση. Ενδιαφέρουσα, ωμή, εθιστική. Το Cinemax χτύπησε φλέβα χρυσού, και είναι το δίχως άλλο υπέροχη η αναμονή για τα 9 επεισόδια που έρχονται.