The Killing

Σκηνοθεσία: Στάνλεϊ Κιούμπρικ

Παίζουν: Στέρλινγκ Χέιντεν, Κολίν Γκρέι, Βινς Έντουαρντς

Διάρκεια: 85′

Μεταφρασμένος τίτλος: “Το χρήμα της οργής”

Δείγμα υψηλής νουάρ αισθητικής, αλλά πάνω απ’ όλα μία ταινία του δημιουργού της. Καθότι μία ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ κατατάσσεται πρωτίστως στο genre «Ταινίες του Στάνλεϊ Κιούμπρικ» και δευτερευόντως σε οποιαδήποτε άλλη κατηγορία. To 1956 λοιπόν, ο τελειομανής αυτός τύραννος του σινεμά υπογράφει το πρώτο του αριστούργημα. Καινοτομεί με τρόπο παραδειγματικό (ο Κουέντιν Ταραντίνο μας το επιβεβαιώνει αναφέροντας την ταινία αυτή ως πηγή έμπνευσης για το Reservoir Dogs) και μας εισάγει στην ιδιότυπη  αισθητική του μανιέρα. Πρώτη ύλη το βιβλίο A clean break του Λάιονελ Γουάιτ, ενώ το σενάριο υπογράφει ο τιτάνας Τζιμ Τόμσον.

Μια σκηνοθετική προσέγγιση χειρουργικά ακριβής κι ακαδημαϊκά υποδειγματική. Ταυτόχρονα, εμφατικά μοντέρνα, ακόμη και για τα τωρινά δεδομένα. Εγκυκλοπαιδικά να αναφέρουμε εν συντομία δύο ενδιαφέροντα στοιχεία. Πρώτον, πως ο συγγραφέας Τζιμ Τόμσον συνεργάστηκε ξανά με τον Κιούμπρικ ένα χρόνο αργότερα, υπογράφοντας το σενάριο της ταινίας Σταυροί στο μέτωπο. Δεύτερον, πως το A clean break δεν είναι το μόνο μυθιστόρημα του Γουάιτ που έχει μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη, καθότι εννέα χρόνια αργότερα ο Γκοντάρ θα σκηνοθετήσει την ταινία Ο Τρελός Πιερό, μία –ομολογουμένως χαλαρή και ελεύθερη– μεταφορά του μυθιστορήματος Obsession, του Γουάιτ.

The Killing 2

Ο Κιούμπρικ δανείζεται τους κώδικες του φιλμ νουάρ και τους αξιοποιεί στην πρωτόλεια μορφή τους, παράλληλα όμως τους εντάσσει στο δικό του αισθητικό και εννοιολογικό σύμπαν. Και επιτυγχάνει να ξαναπεί πράγματα που είχαν ήδη από τότε ειπωθεί, με τρόπο πιο συναρπαστικό και σαγηνευτικό. Ο σχεδιασμός και η περάτωση μίας  ληστείας, στην οποία όλα θα καταλήξουν στραβά και ανάποδα, αφού όμως πρώτα έχουν παραδόξως εκτελεστεί στην εντέλεια! Ο εγκέφαλος της σπείρας υφαίνει το σχέδιο με προσήλωση και ακρίβεια, οι λεπτομέρειες του οποίου μας αποκαλύπτονται σταδιακά, ενώ συνεχώς βρισκόμαστε σε θέση ισχύος σε σχέση με τους πρωταγωνιστές.

Το κάθε μέλος έχει πολλούς και καλούς λόγους να εμπλακεί στο καλοζυγισμένο σχέδιο.  Κοινός κινητήριος μοχλός για όλα τα μέλη της σπείρας η απατηλή ψευδαίσθηση μίας καλύτερης ζωής και η έξοδος από μία παρατεταμένη απαξία. Τα κίνητρα δεν περιλαμβάνουν την απληστία, την επίδειξη δύναμης ή την εκδίκηση δηλαδή, αλλά μονάχα την έξοδο από μια κατάσταση πνιγηρή και στάσιμη. Υπάρχει όμως στ’ αλήθεια ελπίδα; Ποιος  μπορεί να εγγυηθεί πως τα χρήματα θα υπερνικήσουν σε βάθος χρόνου μία σοβαρή ασθένεια; Ή το νοσηρό πάθος για τον τζόγο; Ή την απελπισία της αγάπης δίχως ανταπόκριση; Ή την υποτροπή στη βία; Θιασώτες μία ζωής δίχως όνειρα, οι «συνάδελφοι» στη ληστεία, δεν είναι σε θέση να αρνηθούν μία ισχυρή δόση ονειροπόλησης.

The Killing 3

Ο περφεξιονισμός στην κατασκευή της ταινίας καθηλώνει σε όλα τα επίπεδα. Κάδρα περιεκτικά αλλά ποτέ υπερφορτωμένα, πλαστικά τράβελινγκ στους κλειστούς χώρους, που αποδίδουν την εκάστοτε ψυχολογία της στιγμής. Γωνίες λήψης που αντανακλούν την άσκηση εξουσίας. Μία προσήλωση στη λεπτομέρεια που θυμίζει σχεδόν ντοκιμαντέρ και φυσικά ένας έξοχος διαμελισμός του χρόνου που διατηρεί ατόφια την ένταση. Αυτό που όμως συναρπάζει υπεράνω όλων είναι ο εντοπισμός εκείνης της ανελέητης ειρωνικής ματιάς, η οποία περιπαίζει τους ανθρώπους και τα όνειρά τους. Το voice over του αφηγητή συντελεί σε αυτό τον σκοπό, ως ένας άτυπος προπομπός της καταπληκτικής χρήσης του στο Μπάρι Λίντον. Τα πάντα λοιπόν μπορούν να ανατραπούν από μία άσχημη στιγμή, από ένα παιχνίδισμα της τύχης. Η τύχη σπάει πλάκα με τους ανθρώπους και η απλότητά της τσακίζει την οποιαδήποτε πολυπλοκότητα των ανθρώπινων προθέσεων.

Οι ήρωές μας θα καταλήξουν να κείτονται στο πάτωμα, όπως ακριβώς τα κουπόνια στον ιππόδρομο. Εφήμεροι και διαψευσμένοι, νεκροί όπως το φαβορί της κούρσας, παρά τις πολύ καλές τους πιθανότητες. Το πέταλο δεν θα φέρει ιδιαίτερο γούρι, σε μία σεκάνς γεμάτη σαρκασμό και υπόκωφη ένταση. Ο μόνος επιζών είναι διόλου τυχαία ο τελευταίος τροχός της αμάξης στο όλο σχέδιο. Ο μόνος που φαινόταν να είχε αποδεχτεί τη ματαιότητα της ύπαρξής του, όντας ελεύθερος από φιλοδοξίες και ελπίδες για κάποια προσωπική ανάσταση. Ο αρχηγός πιάνεται όπως πάντα τελευταίος, αλλά δίχως ηρωική έξοδο, παρά μονό με στωικότητα. Σαν όλο το νόημα να συμπυκνώνεται στην πλήρη απουσία νοήματος…




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑