Σκηνοθεσία: Τζον Γουέλς
Παίζουν: Μπεν Άφλεκ, Τόμι Λι Τζόουνς, Κρις Κούπερ, Μαρία Μπέλο, Κέβιν Κόστνερ
Διάρκεια: 104΄
Βοστόνη. Άνθρωποι των εταιρειών. Στελέχη. Διευθύνοντες σύμβουλοι, υπεύθυνοι προώθησης προϊόντων, διευθυντές τμήματος ανθρώπινου δυναμικού. Άνθρωποι που οδηγούνε πόρσε και άλλα φοβερά αυτοκίνητα, πίνουν ουίσκι πενήντα ετών, τρώνε γεύματα 500 δολαρίων, αγοράζουν τραπέζι ασορτί με τις κουρτίνες για μόλις 16.000 δολάρια, μένουν σε διώροφες μονοκατοικίες με μπόλικο γρασίδι και στο φόντο ευτυχισμένα κουτσούβελα παίζουν το τελευταίο μοντέλο playstation. Αυτοί οι άνθρωποι ανήκουν εισοδηματικά στο 0,1% του παγκόσμιου πληθυσμού. Κι όμως, μην νομίζετε ότι η κρίση τους αφήνει ανέγγιχτους. Όταν στην εταιρεία GTX αποφασίζεται η μαζική απόλυση υψηλών στελεχών προκειμένου να παραμείνει ανταγωνιστική η μετοχή και να ικανοποιηθούν οι μέτοχοι, οι Μπόμπι, Τζιν και Φιλ θα βρεθούν στο δρόμο.
Και άντε, ο Τζιν παρά τα χρόνια του και το διαλυμένο γάμο του, έχει κούκλα ερωμένη, ρομαντικά ιδεώδη και αρκετά λεφτά για να αγοράσει ένα μικρό κράτος της Αφρικής. Τι γίνεται όμως με τον Μπόμπι που είναι 37 ετών και όντας άνεργος πρέπει να συντηρήσει τον πολυτελή τρόπο ζωής του; Μήπως να κόψει το γκολφ; Αυτό του προτείνει εκτός των άλλων η υποστηρικτική γυναίκα του. Και φυσικά το να βρει δουλειά δεν είναι διόλου εύκολο. Χιλιάδες γραβατωμένοι με καρότο το όνειρο του μεγάλου μπόνους κι εφιάλτη μήπως καμιά μέρα πηδήξουν από τον ογδοηκοστό όροφο κάποιου μεγαλοπρεπούς κτιρίου, περιμένουν στη σειρά. Όσο για τον Φιλ, εκεί τα πράγματα είναι ακόμα πιο σκούρα. Γέρος άνθρωπος, το σύστημα τον έχει ξεράσει. Δουλειά δεν του προσφέρει κανείς. Η γυναίκα του έχει κατάθλιψη και η υποθήκη του σπιτιού ζυγίζει οχτώ τόνους στην πλάτη του.
Λένε πως στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί και στατιστικά το 99,9% του παγκόσμιου πληθυσμού που θα δει αυτήν την ταινία κερδίζει λιγότερα από τους χαρακτήρες και η οικονομική ύφεση τούς αγγίζει με τρόπους πολύ πιο ύπουλους κι άνισους. Κι όμως, παρά τον πρώτο εκνευρισμό, η ταινία είναι τόσο καλοφτιαγμένη που καταφέρνει με απλό τρόπο να αναδείξει την πολύπλοκη ανθρώπινη διάσταση των χαρακτήρων. Οι τρεις πρωταγωνιστές με τις ερμηνείες τους καλύπτουν τις όποιες σεναριακές και σκηνοθετικές αφέλειες, ο Μπεν Άφλεκ κινείται με άνεση ενώ οι Τόμι Λι Τζόουνς και Κρις Κούπερ αποτελούν εγγύηση για οποιοδήποτε κινηματογραφικό εγχείρημα.
Κι έτσι, έχοντας πλέον μπει στο τριπάκι να συμπαθήσουμε και να συμπονέσουμε τα δύσμοιρα στελέχη, αναρωτιόμαστε: Μήπως, λοιπόν, το σύστημα του εικοστού πρώτου αιώνα καταρρέει; Μήπως το όνειρο της αφθονίας δεν είναι η λύση; Μήπως το μοντέλο ζωής μας είναι ελαττωματικό και δυσλειτουργικό; Όχι, κάθε άλλο… Μόνο λίγη πικρία στάζει από την ταινία. Ίσως, λέει, το παρακάναμε λίγο. Χρειάζεται λίγη περισσότερη ανθρωπιά. Να μην παραμελείται η σύζυγος που μεγαλώνει τα παιδιά του Άντρα, αλλά να της δίνεται πού και πού ένα χάδι και λίγος έρωτας. Και να επαναπροσδιορίσουμε τις οικονομικές και καταναλωτικές απαιτήσεις μας. Ας μετριαστεί η απληστία. Τα 7.000 δολάρια το μήνα (συν μπόνους) δεν ακούγονται πιο λογικά; Ε; Κι έτσι η ψαλίδα κλείνει. Και πλέον με αυτό το εισόδημα οι εν λόγω κύριοι θα ανήκουν στο 0,3% του παγκόσμιου πληθυσμού…
Συγκινητικό. Ας χτυπηθούμε όλοι φιλικά στην πλάτη και ας κοιτάξουμε τη σημαία, όποια κι αν είναι αυτή.
Όπως δημοσιεύθυηκε στην εφημερίδα “Τύπος της Θεσσαλονίκης”.
Για περισσότερες πληροφορίες δείτε εδώ.”