Σκηνοθεσία: Ζερόμ Σαλ
Παίζουν: Τόμερ Σίσλεϊ, Σάρον Στόουν, Ούλριχ Τουκούρ
Διάρκεια: 118΄
Μεταφρασμένος τίτλος: “Διεθνής συνομωσία”
Ο Λάργκο Γουίντς είναι ο μοναδικός κληρονόμος μιας ασύλληπτης περιουσίας, τόσο μεγάλης που θα έλυνε το δημοσιονομικό πρόβλημα πολλών μικρομεσαίων χωρών. Ο Λάργκο, όμως, είναι από αυτούς τους τυχοδιώκτες που αρνούνται την οικογένειά τους, νιώθουν ενοχές για τον πλούτο τους και προσπαθούν να αποδείξουν πως είναι κι αυτοί απλοί άνθρωποι ζώντας ανάμεσα στους φτωχούς, καθημερινούς ανθρώπους, στην προκειμένη περίπτωση στη Βιρμανία. Επίσης ο Λάργκο είναι Βόσνιος. Αυτό δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, αλλά όπως επαναλαμβάνει και ο ίδιος, υπάρχει ένα ρητό από την πατρίδα του που πάει κάπως έτσι: «ένας άνθρωπος χωρίς εχθρούς, δεν είναι άνθρωπος». Έτσι, αποφασίζει να παραδώσει ολόκληρη την περιουσία του σε ανθρωπιστικές οργανώσεις. Επίσης ο Λάργκο μιλάει άπταιστα τρεις γλώσσες (τουλάχιστον) κάτι το οποίο βοηθάει στην πλοκή η οποία εκτυλίσσεται σε πολλά σημεία της υδρογείου και φυσικά είναι αρκετά θρασύς και σκληροτράχηλος, ώστε να φορτώνει με ξύλο όποιον του αξίζει.
Πρόκειται για τη δεύτερη ταινία με ήρωα τον Λάργκο Γουίντς, από τις λίγες ευρωπαϊκές παραγωγές που προσπαθούν να μιμηθούν ένα στιλ δράσης, κατασκοπίας και συνωμοσίας στο οποίο μας έχει συνηθίσει περισσότερο ο αμερικανικός κινηματογράφος. Μάλιστα δεν λείπουν και κάποιες εντυπωσιακές εκρήξεις (κάποια άλλη φορά όταν δοθεί η ευκαιρία, θα κάνουμε μια μικρή ανάλυση πάνω στην εμμονή μας με αυτές) ούτε ένα εντυπωσιακό κυνηγητό με αυτοκίνητα, το οποίο λίγα πράγματα εξυπηρετεί πέρα από το αυτονόητο θέαμα.
Εκεί που θα μπορούσε, όμως, η ταινία να διαφοροποιηθεί από κάποια υπερπαραγωγή της σειράς είναι στο κοινωνικό σχόλιο, του οποίου το στίγμα δίνεται στα πρώτα λεπτά μέσα από το στόμα του μέντορα του Λάργκο: «Όλοι οι πλούσιοι έχουν ανθρωπιστικό έργο. Αλλά δίνουν λίγα λεφτά, πολύ λίγα. Κανείς δεν θα ήθελε κάποιον που τα δίνει όλα, διότι αυτό θα χαλούσε τις ισορροπίες». Πράγματι, τις περισσότερες φορές η ελεημοσύνη είτε μιλάμε για το πενηντάλεπτο στο ζητιάνο του δρόμου είτε το πενηντάευρω σε κάποια φιλανθρωπική οργάνωση είτε μια παχυλή εισφορά μηδαμινή μπροστά στο αληθινά υπέρογκο εισόδημα είτε ένα δάνειο εξυπηρετεί την προσωπική ή συλλογική κάθαρση κι ενισχύει το υπάρχον σύστημα. Δηλαδή ο φτωχός παραμένει φτωχός (ίσως τώρα μ’ ένα πιάτο ρύζι) κι εξαρτώμενος, ενώ ο πλούσιος παραμένει πλούσιος και χωρίς ενοχές. Ποιος θα ήθελε, όμως, από εμάς να γίνει αντιστροφή ρόλων ή έστω να επέλθει εξισορρόπηση; Ποιος θα ήθελε οι μετανάστες να έχουν δουλειές σαν τις δικές μας και ποιος θα ήθελε να στερηθεί το δεύτερο αυτοκίνητό του ή τριάντα τετραγωνικά από το σπίτι του, ώστε κάπου σε κάποια χώρα οι άνθρωποι να βγουν από την εξαθλίωση;
Παρόλα αυτά, έστω και αυτή απλοϊκή σκέψη μένει ημιτελής. Διότι προέχουν άλλα πράγματα. Όπως για παράδειγμα η σκευωρία κατά του Λάργκο και το τραγικό ειδύλλιο του τελευταίου με μια ασιάτισσα. Όσο για το δυνατό χαρτί της ταινίας, πέρα από τις διάφορες ανατροπές, είναι και ο μπόλικος κινηματογραφικός χρόνος στη μεσήλικα Σάρον Στόουν που λανσάρει ακόμα τα πόδια της και τη σέξι κοντή φούστα. Άλλοτε πείθει, άλλοτε όχι, ανάλογα με τη λήψη. Ακριβώς ό,τι συμβαίνει και με την ταινία. Σαν βάρκα σε τρικυμία άλλοτε βλέπει τον πάτο και άλλοτε τον ουρανό.
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Τύπος της Θεσσαλονίκης”.