What's On Tel Aviv on Fire

14 Νοεμβρίου 2019 |

0

Tel Aviv on Fire

Σκηνοθεσία: Σαμέχ Ζοαμπί

Παίζουν: Καίς Νασίφ, Λούμπνα Αζαμπάλ, Γιανίβ Μπιτόν

Διάρκεια: 100′

Είναι σχεδόν αδύνατον να μην λατρέψεις κινηματογραφικούς ήρωες σαν τον υποτονικό Σαλάμ. Ήρωες μειλίχιας απόσυρσης από τη ζωή, αφημένοι στη ραθυμία, συνεπέστατα μαλωμένοι με την αποφασιστικότητα. Απόλυτα συμφιλιωμένος με το χαμηλό του ταβάνι και εξοικειωμένος με εκείνη τη μετριότητα που μπορεί να σε καθηλώσει στο ίδιο σημείο για μια ολόκληρη ζωή, ο Σαλάμ “comes from this land that brings losers on”, που λέει και ένας στίχος των Kinks. Με σημαντικότερη ήττα την αδυναμία του να ξεκλειδώσει την καρδιά της αγαπημένης του, παρότι γνωρίζει πολύ καλά πού πρέπει να ψάξει το κλειδί.

Ο Παλαιστίνιος σκηνοθέτης Σαμέχ Ζοαμπί ποντάρει τις μάρκες της ταινίας του σε έναν αντι-ήρωα κάθε άλλο παρά καταραμένο και συγκρουσιακό. Διότι στη ζωή αυτού του «ανθρωπάκου» (η ταινία υιοθετεί το δικό του «βλέμμα» κατά κύριο λόγο) δεν αχνοφαίνεται καμία διάθεση ή ανάγκη ρήξης με το κατεστημένο. Μονάχα μια βαθιά αποδοχή ότι ο ίδιος δεν θα υπάρξει ποτέ πρωταγωνιστής στη σκηνή της ζωής.

Ο Σαλάμ ζει σε ένα από τα πιο εύφλεκτα σημεία του πλανήτη, αλλά μέσα του δεν κυοφορείται καμία έκρηξη. Εργάζεται χαριστικά (με τη μεσολάβηση του θείου του, που διατελεί χρέη αρχι-παραγωγού) ως παιδί για τα θελήματα και τις μικροδουλειές στο πλατό μιας εξαιρετικά δημοφιλούς παλαιστινιακής (!) σαπουνόπερας. Η σειρά τοποθετείται στο 1967, στον Πόλεμο των Έξι Ημερών ανάμεσα στο Ισραήλ και τον συνασπισμό των αραβικών κρατών, και έχει τρυπώσει σε κάθε καθιστικό των δύο αντιμαχόμενων πλευρών.

Μια ωραία πρωία, ο Σαλάμ θα αναγκαστεί, μέσα από μια αλυσίδα παρεξηγήσεων και υπό καθεστώς φόβου, να παραστήσει τον σεναριογράφο της σειράς σε έναν Ισραηλινό αξιωματούχο. Ο έτερος πόλος, όπως εκφράζεται από τον Ισραηλινό στρατιωτικό, δεν δαιμονοποιείται, ούτε σκιαγραφείται με διάθεση υποτιμητική. Οι δυο τους είναι επί της ουσίας εγκλωβισμένοι στην ίδια παγίδα, αυτή του στάσιμου έρωτα. Ο Σαλάμ υπολείπεται σε κύρος, αυθεντία και στιβαρότητα, ενώ ο νέος του άσπονδος φίλος έχει έλλειμμα σε τρυφερότητα, αβρότητα, φινέτσα.

Το Tel Aviv on Fire (που μάλλον άστοχα αποδόθηκε στα ελληνικά ως Το σενάριο που άναψε φωτιές), το οποίο είχαμε πρωτοδεί στο περσινό 59ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, μοστράρει με ειλικρίνεια τα ταπεινά του θέλγητρα, διατηρεί ένα ζυγισμένο και απαλό αφηγηματικό τέμπο, δημιουργεί ένα κλίμα συμπόνιας και ταύτισης χωρίς να ενδίδει στον φανατισμό και τη στηλίτευση. Παράλληλα, αν και μάλλον λιγότερο αστείο απ’ όσο υπόσχεται αρχικά, κατορθώνει να λειτουργήσει σε ένα διπλό ταμπλό γλυκιάς ειρωνείας. Η διακωμώδηση της σαπουνόπερας στο πλατό διαπλέκεται ευφυώς με τις αισθηματικές περιπέτειες του πρωταγωνιστή, σε μια πρώτη περιπαικτική υπενθύμιση ότι πολύ συχνά η ζωή μοιάζει με μικρό πομπώδη τραγέλαφο.

Σε δεύτερο επίπεδο, η ταινία λειτουργεί ως μια οδυνηρή υπόμνηση ότι η διαιώνιση της βίας και του δυσεπίλυτου μίσους καταλήγει ένα φαιδρό θέαμα με προβλέψιμο φινάλε, στα πρότυπα μιας σαπουνόπερας, με μόνη διαφορά ότι το κλάμα είναι τούτη τη φορά αληθινό. Ο Ζοαμπί, βιώνοντας εκ των έσω και από πρώτο χέρι μια συνθήκη αφόρητης καταπίεσης και ασφυξίας, δεν ζητά την άδειά μας να αστειευτεί επί του θέματος. Αυτή την άδεια του την έχει παραχωρήσει η ίδια η ζωή.

Το Tel Aviv on Fire, μένοντας πιστό στο genre της λαϊκής-ρομαντικής κομεντί, δεν μπαίνει στη διαδικασία να αρθρώσει πολιτικό-ιστορικό λόγο, άρα εξ ορισμού αποφεύγει και τις παγίδες του πολιτικάντικου ευχολογίου και του δογματικού μανιφέστο. Και φτιάχνει το δικό του αύταρκες σύμπαν, αποτίοντας έναν μελένιο φόρο τιμής στη διαχρονικότητα και τη συγκολλητική δύναμη του λαϊκού θεάματος, προτού καταλήξει στο τελικό επιμύθιο: ο έρωτας πυροδοτεί τις μεγαλύτερες εκρήξεις και τις πιο επίμονες στρατεύσεις.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑