Σκηνοθεσία: Ολίβια Γουάιλντ
Παίζουν: Κάιτλιν Ντέβερ, Μπίνι Φελντστάιν, Τζέσικα Γουίλιαμς, Λίζα Κούντροου, Γουίλ Φόρτε, Τζέισον Σουντεΐκις
Διάρκεια: 104′
Η Μόλι και η Έιμι είναι δύο έφηβες – «κυρίες τέλειες»: αριστούχες στα καθήκοντά τους και προσηλωμένες από τα μικράτα τους σε υψηλούς στόχους ζωής. Μετά την απόλυτη επιτυχία με την οποία αντιμετώπισαν τις σχολικές προκλήσεις, είναι έτοιμες για το επόμενο μεγάλο βήμα, το κολέγιο. Την τελευταία μέρα του ύστατου σχολικού έτους τους όμως έρχονται κατάματα με μία επίπονη αλήθεια: συμμαθητές τους που είχαν παραχωρήσει όλα αυτά τα χρόνια λιγότερο χρόνο, κόπο και φαιά ουσία στα διαβάσματα είχαν κατορθώσει να γίνουν δεκτοί στα ίδια ξακουστά πανεπιστήμια! Έτσι, με τον κόσμο τους συντετριμμένο, οι δύο νεαρές αποφασίζουν να παλέψουν, έστω και την τελευταία μέρα, για το ανθρωπίνως αδύνατο: να κερδίσουν τον χαμένο χρόνο και να αποκτήσουν τις εμπειρίες που θυσίασαν για χάρη των βιβλίων και της στεγνής μόρφωσης, μέσα σε ένα «μεγάλο» 24ωρο.
Αναζητώντας λοιπόν το ύψιστο αποχαιρετιστήριο πάρτι στο σπίτι ενός κουλ τύπου με τον οποίο μέχρι τότε μοιράζονταν απλώς και μόνο τα θρανία, και αυτά αναγκαστικά, οι δύο φίλες θα βιώσουν μία σειρά από καταστάσεις ξένες για τις ίδιες, όχι όμως για την ηλικία τους. Το «Booksmart» είναι η ταινία αυτής ακριβώς της ηλικίας, της γενιάς των πρώτων διαδόχων των millenials που ενηλικιώνονται σε ένα κόσμο ραγδαία μεταβαλλόμενο, πασχίζοντας να διατηρήσουν κάποιες ελάχιστες σταθερές. Μία γενιά από την οποία η -τεχνολογική, κοινωνική, τελικά κάθε άλλη- πρόοδος δεν της έχει αφαιρέσει το δικαίωμα να είναι μπερδεμένη, στερημένη με τον δικό της τρόπο, να τίθεται σε ευθεία ή πλάγια ρήξη με την καθεστηκυία πραγματικότητά της.
Αυτή που δικαιούται όπως και κάθε προηγούμενη και επόμενη να είναι νευρωτική, αναποφάσιστη ή ανικανοποίητη, παρότι είχε πιο ευέλικτους και ελαστικούς γονείς. Όπως η δεδηλωμένα λεσβία Έιμι δεν είναι απαλλαγμένη από όλες τις ερωτικές κακοτοπιές απλώς και μόνο επειδή διαθέτει το δεοντολογικά αυτονόητο δικαίωμα στην ελευθερία του σεξουαλικού προσανατολισμού, έτσι και όλοι οι συνομήλικοί τους δεν έχουν απωλέσει το δικαίωμα να είναι αγύριστα κεφάλια απλώς και μόνο επειδή οι αμέσως ανιόντες τους είναι πιο καλόβολοι από τους προκατόχους τους.
Πρόκειται λοιπόν για μία ταινία της εποχής της, που σε κάθε της πλάνο αναγκάζει τον θεατή να σκέφτεται το πόσο έχουν αλλάξει οι coming of age ταινίες, περίπου όπως ο οπαδός του «Επαναστάτη χωρίς Αιτία» όταν αντίκριζε για πρώτη φορά, στην γόνιμη για το είδος δεκαετία του 1980, τον Φέρις Μπιούλερ ή την ετερόκλητη σύνθεση του «Breakfast Club». Ναι, τα σημάδια της δεκαετίας που μας αποχαιρετά είναι έκδηλα στο σώμα του έργου, όπως ακριβώς πρέπει να είναι, γιατί κάθε γενιά διαθέτει δικαίωμα σε μία ποπ κουλτούρα (το ζήτημα της ποιότητας αυτής είναι κάτι εντελώς διαφορετικό) για να βρίσκει κοινά σημεία και πατήματα σε κάτι πέραν της φτιασιδωμένης -και ευπώλητης- νοσταλγίας. Και όλα αυτά δίχως ποτέ το φιλμ να εκπίπτει σε ένα αφηγηματικό σκεύος αυταρέσκειας που αποζητά με ζέση να φορέσει τον μανδύα του γνήσιου εκφραστή της φωνής της Generation Z.
То “Booksmart” είναι μία ταινία προσεγμένη αλλά και φυσική, από εκείνες που αφήνουν τον θεατή με ένα σπάνιο αίσθημα πληρότητας ως προς την εικονιζόμενη σχέση των δύο κοριτσιών. Το συγγραφικό επιτελείο, αποτελούμενο από τέσσερις γυναίκες με αξιοσημείωτη τηλεοπτική παρουσία, προσφέρει στο έργο μία οπτική που εμπιστεύεται την αφετηρία της δίχως να τη βροντοφωνάζει ωσάν μάρτυρας δεινών, αλλά γιατί αναγνωρίζει ευθέως την ανάγκη για τη γυναικεία φωνή σε ένα υπό-είδος τόσο κουρασμένο και κορεσμένο από ανδρικά αφηγήματα και πεπατημένες οδούς. Με ιδέες που συνδυάζουν το πηγαίο χιούμορ με τον φρενήρη ρυθμό της μεγάλης ημέρας των κοριτσιών και τη σχέση ζωής ανάμεσα τους με τις εφήμερες αλήθειες των λίγων ωρών χλεύης στα σόσιαλ μίντια. Η ομάδα προχωρά και στην αντιστροφή αρκετών κλισέ σχημάτων δίχως αυτό να καταντά αφηγηματικός αυτοσκοπός αλλά σημαντικός δραματουργικός παράγοντας, που στέκει ισορροπημένα εντός του στακάοτυ και ταχύ ρυθμού που ακολουθεί η πρωτόπειρη σκηνοθέτις Ολίβια Γουάιλντ.
Και η μαεστρία της Γουάιλντ στη σκηνοθεσία είναι η αληθινή αποκάλυψη του φιλμ∙ γιατί η συγκεκριμένη δεν διέθετε ούτε τις περγαμηνές, ούτε το υλικό της συναδέλφου της Γρέτα Γκέργουιγκ, το ντεμπούτο της οποίας έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής. Μετά από μία όχι ακριβώς εντυπωσιακή πορεία αρκετών χρόνων μπροστά από την κάμερα στο τηλεοπτικό και κινηματογραφικό στερέωμα, η Νεϋορκέζα φιλοτεχνεί ένα φιλμ σπάνιας έντασης και ευαισθησίας, το οποίο αποπνέει και μία θαυμάσια αίσθηση ισορροπίας και συνοχής. Η ατμόσφαιρα που πλάθει είναι πάντα ζωντανή, άλλοτε διεισδυτική και άλλοτε φαρσοκωμική, ποιητική ή ωμά ρεαλιστική, ενώ και οι δύο ερμηνείες που αποσπά από τις Κέιτλιν Ντέβερ και Μπίνι Φελντστάιν (η οποία αποτελεί και σημείο τομής του έργου με το «Lady Bird ») είναι λαμπρές.
Η υποχρεωτική σύγκριση μεταξύ αυτού του φιλμ και του «Superbad», που υπαγορεύεται έτι παραπάνω από την αδελφική σχέση της πρωταγωνίστριας Φεντλστάιν με τον Τζόνα Χιλ, τελικά μένει μόνο στα χαρτιά. Διότι το Booksmart διαθέτει τον δικό του χαρακτήρα και καταθέτει τη δική του συνεισφορά στην εξέλιξη του υπο-είδους. Μία ταινία που μένει πέρα ως πέρα αληθινή στο συναίσθημα της, δίχως ποτέ να το ευτελίζει. Μία δημιουργία ευαίσθητη με όρους μεικτούς, με την καρδιά ταγμένη στην υποχρεωτική αφέλεια της υγιούς ανηλικότητας και το μυαλό τοποθετημένο στα απολύτως ενήλικα αδιέξοδα των αποφάσεων, των μελλοντικών πλάνων, των εις το διηνεκές ανεκπλήρωτων πόθων, των συμβάσεων που έπονται, μα πάνω από όλα στην εγγενή αδυναμία αποσύνδεσης από το μαθητικό status quo.