Avengers: Endgame

Σκηνοθεσία: Άντονι και Τζο Ρούσο

Παίζουν: Δεν θα γίνει καν απόπειρα να καταγραφούν.

Διάρκεια : 181′

Ελληνικός τίτλος: “Εκδικητές: Η Τελευταία Πράξη”

11 χρόνια. 4 φάσεις. 21 ταινίες. 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια συνολικό μπάτζετ. 20 δισεκατομμύρια δολάρια στο παγκόσμιο ταμείο. Εσχάτως και 3 βραβεία όσκαρ. Τα νούμερα αυτά που προκαλούν ζάλη ανήκουν στο πιο σπουδαίο φαινόμενο της σημερινής κινηματογραφικής ποπ κουλτούρας, ένα αληθινό σημείο αναφοράς για το παρόν και το μέλλον του αμερικανικού στουντιακού σινεμά. Το κινηματογραφικό σύμπαν της Μάρβελ φτάνει ( ; ) στο τέλος του και δε θα μπορούσε να αποχαιρετήσει τους ορκισμένους οπαδούς του με κάτι άλλο πλην της πιο επικής συνάθροισης που τους έχει προσφέρει. Avengers: Endgame.

Τα 181 λεπτά της διάρκειας τούτης της τελικής πράξης του MCU μαρτυρούν αυτό που φαντάζει προφανές ∙ άπαντες εμπλεκόμενοι αντιλαμβάνονται τον ιστορικό τους ρόλο στην πολυδάπανη μα και αφάνταστα προσοδοφόρα saga. Και όμως, αντί να λυγίζουν υπό το φορτίο αυτού του σκοπού αντεπεξέρχονται με παλιομοδίτικη χάρη και ευκολία. Ίσως γιατί το Endgame μοιάζει αν ξεγλιστρά από τη σοβαροφάνεια που κατέκλυσε το σύμπαν της Μάρβελ. Εδώ, όλες σχεδόν οι παγίδες μοιάζουν να έχουν μετατραπεί σε ευκαιρίες. Τη δύσκολη δουλειά, άλλωστε, την είχε φέρει εις πέρας με επιτυχία το Infinity War, στρώνοντας το δρόμο που για την επόμενη ταινία. Γιατί ήταν στο προηγούμενο μέρος που έλαχε η αβαρία της συνάντησης όλων των μαρβελικών οντοτήτων. Εκεί, με κεντρικό άξονα την καταδίωξη του ανίκητου Θάνος, μοιράστηκε η δράση στους κόσμους τους και με τις χαρακτηρολογικές ιδιαιτερότητες της κάθε μίας να αναμειγνύονται τέθηκε η βάση για το συναρπαστικό φινάλε, το οποίο εδράζεται πάνω σε ήδη υφιστάμενες σχέσεις.

Οι Εκδικητές λοιπόν, όσοι έχουν γλυτώσει από το ολοκαύτωμα των δαχτύλων του Θάνος, μοιάζουν πλέον ηττημένοι, κενοί από ιδέες και νόημα ύπαρξης. Ένα γύρισμα της τύχης όμως τους φέρνει μπροστά σε μία νέα σκέψη περί του πώς μπορούν να δώσουν εκ νέου τον αγώνα για τους λίθους της αιωνιότητας. Έτσι, η Μαύρη Χήρα, ο Κάπτεν Αμέρικα, ο Χαλκ, ο επιστρέψας από τη λήθη του κοινού Hawkeye, η καινοφανής Κάπτεν Μάρβελ, αλλά και οι δύσπιστοι Θορ και Άιρον Μαν, ενώνουν τις δυνάμεις τους μαζί με κάθε πιθανό σύμμαχο προκειμένου να ανατρέψουν αυτό που έχει ήδη τελεστεί. Αμφισβητούν την παντοκυριαρχία του Θάνος και επιστρέφουν πίσω στο παρελθόν τους προσπαθώντας να μεταβάλουν την ήδη γραμμένη πρόσφατη ιστορία με όσο πιο διακριτικό τρόπο γίνεται.

Ενώ λοιπόν οι αυτοαναφορικές διαθέσεις της ταινίας είναι πληθωρικότατες, δεν καθίστανται τοξικές. Το Endgame είναι ένας πανάξιος αποχαιρετισμός: ανατρέχει στο παρελθόν του σύμπαντος στα πρώτα και στα μεσαία στάδια του, θυμίζει στο θεατή τι είναι αυτό που τον συνέδεσε τόσο άρρηκτα με τους Εκδικητές και επαναφέρει το βαθμό της συναισθηματικής του εμπλοκής στα ουράνια, προσπερνώντας μάλιστα μία ομολογουμένως νωθρή πενηντάλεπτη εισαγωγή. Σε αντίθεση με όσα συμβαίνουν στις περισσότερες πρόσφατες προσθήκες στο MCU, στην παρούσα ταινία τα πάντα μοιάζουν να κυλούν άνετα, δίχως βεβιασμένες ατζέντες -εκτός φυσικά από τη φεμινιστική, που φορτώνεται με τρόπο αβάσταχτα επιπόλαιο και άνευ αληθινού περιεχομένου- και φανερή στόχευση ενός εξωπραγματικού μεγαλείου.

Στο μαρβελικό παρελθόν σίγουρα μπορεί να συναντήσει κανείς πιο επικές μάχες, καλύτερο χιούμορ, περισσότερο βάθος στις πιθανές αναγνώσεις και πιο συνεκτική πλοκή. Ελάχιστες είναι όμως οι ταινίες του σύμπαντος που πλησιάζουν τη συγκεκριμένη σε ροή και κλιμάκωση έντασης. Η αρμονική συνύπαρξη αφηγηματικών στοιχείων και η νηφάλια εναλλαγή του περιβάλλοντος είναι που χαρίζουν στην ταινία μία αίσθηση φυσικότητας που είχε εκλείψει από τις super hero movies των τελευταίων ετών. Το κλείσιμο της μεγάλης ιστορίας που γεννήθηκε πριν ένδεκα χρόνια κουβαλά όλα τα στοιχεία που έδωσαν πνοή σε αυτό το σύμπαν∙ η αισθητική είναι οργιώδης, η εξισορρόπηση του geek με το καθολικά προσβάσιμο επιτυχημένη και η συνταγή αρχετυπική.

Σε αυτόν τον παντελώς larger than life αποχαιρετισμό του MCU προς τους πιστούς οπαδούς του, οι ήρωες γίνονται ξανά ήρωες, δεν σκύβουν να φτάσουν στο ανθρώπινο επίπεδο. Η απόσταση θεατή-σούπερ ήρωα επανέρχεται στη «φυσική» της θέση, με τον πρώτο να θαυμάζει τα καμώματα του δεύτερου, παραδομένος στη γοητεία της αύρας του. Οι ανθρώπινες στιγμές των μαρβελικών χαρακτήρων, οι εμμονές και τα πάθη τους, λειτουργούν εδώ αντίστροφα: οι υπερήρωες γίνονται ακόμα περισσότερο θεοί, επειδή γνωρίζουν και εν τέλει υπερβαίνουν τις ανθρώπινες προκλήσεις, βγαίνουν αλώβητοι, μυθικά άτρωτοι, τσαλακωμένοι τόσο όσο είναι απαραίτητο για να αιχμαλωτίσουν το θυμικό του αποχαυνωμένου θεατή.

Το Endgame εκκινεί από πάγιες προβληματικές που έχουν στηρίξει και στο παρελθόν το MCU. Ο Χρόνος είναι μία συνισταμένη του Θανάτου, που λογίζεται ως αναπόσπαστο μέρος της ζωής. Η διαχείριση της απώλειας, ο κόσμος του καλού και του κακού, το ιδεαλιστικό κόνσεπτ της επιλογής, όλα εξεταζόμενα από την υπεράνθρωπο οπτική. Όμως, όλα αυτά τοποθετούνται σε εμφανώς περιφερειακή θέση σε σχέση με την αυτοαναφορική διάθεση του μαρβελικού θριάμβου. Γιατί το επικό φινάλε προσφέρει σε φανατικούς και μη θεατές αυτό το οποίο ζητούν προσερχόμενοι στη σκοτεινή αίθουσα. Μία μαζική φυγή, μία επιβεβαίωση λατρείας, ένα λαϊκό προσκύνημα. Έναν αλλοιωμένο θρήνο για τα συμβάντα του προτελευταίου κεφαλαίου που η ταμπέλα Ντίσνεϊ καθιστά σαφές ότι με κάποιον τρόπο θα ανατραπούν. Τελικά, μοιάζει προτιμότερη μία τετριμμένη εξέλιξη των πραγμάτων από μία ανεπαρκή καινοτομία, αφού πάνω από όλα σε όλες αυτές τις ταινίες της Μάρβελ, είναι το παραμύθι. Και οι αδερφοί Ρούσο είναι οι ιδανικοί άνθρωποι για να υπηρετήσουν το μοτίβο, διεκπεραιωτικοί όσο χρειάζεται και ταγμένοι στον σκοπό, με επίγνωση της περιορισμένης συμμετοχής τους στο τελικό προϊόν.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑