Reviews Sexy Beast (2000)

21 Αυγούστου 2022 |

0

Sexy Beast (2000)

Σκηνοθεσία: Τζόναθαν Γκλέιζερ

Παίζουν: Ρέι Γουίνστον, Μπεν Κίνγκσλεϊ, Ίαν ΜακΣέιν, Αμάντα Ρέντμαν

Ήλιος που ζεματάει, κάνει τα μάτια να δακρύζουν, στην απόκοσμη σιγή του καλοκαιρινού μεσημεριού. Ο Γκαλ (Ρέι Γουίνστον) αράζει στην πισίνα του, έχει γίνει ένα με το ράθυμο τοπίο. Ιδρώνει. Βράζει. Σιγοκαίγεται. Ξεροψήνεται. Ηλιοκαμένος σαν αστακός, ο Γκαλ βογκάει από ηδονή και νιώθει δικαιωμένος. Μόλις πέσουν και οι πρώτες νότες από το Peaches των Stranglers, ένα τραγούδι που γελοιοποιεί τον machismo της καθημερινότητας, το μειδίαμα είναι πλέον εμφανές.

“Walking on the beaches, looking at the peaches” και ο Γκαλ (που παρεμπιπτόντως μονολογεί, όχι τυχαία προφανώς, διάφορες λέξεις και εκφράσεις που υπάρχουν και στο τραγούδι) ταιριάζει γάντι στην ειρωνεία των στίχων. Ένα αρσενικό πολύ μετά την ακμή του, που ακόμη καμώνεται τον τζόβενο, με το ντεκαπάζ μαλλί, τα χρυσαφικά στον λαιμό και στους καρπούς, το μικροσκοπικό πορτοκαλί μαγιό, την τροφαντή μεσήλικη κοιλίτσα, το μαύρισμα που φλερτάρει με το έγκαυμα.

Την ίδια στιγμή, όμως, κάποια αόρατη και μυστηριώδης δύναμη, που εποπτεύει από ψηλά, ετοιμάζεται να παρέμβει. Ένας τεράστιος βράχος αποκολλάται από το βουνό, κατρακυλά απειλητικά προς το σπίτι του Γκαλ και καταλήγει να προσγειωθεί στην πισίνα του. Μια θεϊκή σπόντα κακοτυχίας ή μήπως ένας οιωνός για όσα πρόκειται να συμβούν πολύ σύντομα; There’s trouble in paradise, αυτό είναι το μόνο βέβαιο, και πολύ σύντομα η Εδέμ του Γκαλ θα δεχτεί εισβολή από έναν απειλητικό επισκέπτη, που μοιάζει με τον βράχο που κατρακύλησε στην πλαγιά: έρχεται από το πουθενά και τίποτα δεν μπορεί να τον συγκρατήσει.

Ο Γκαλ είναι ένας πρώην γκάνγκστερ του Λονδίνου, ο οποίος έχει αφήσει για τα καλά πίσω του την άσωτη ζωή. Ασουλούπωτος και αφημένος στον τρυφηλό βίο, έχει φτιάξει το δικό του ησυχαστήριο στην Ισπανία, διαγράφοντας μια για πάντα το παρελθόν. Ή έτσι νομίζει. Ο Ντον (ο υπέροχος Μπεν Κίνγκσλεϊ), ένα φάντασμα από τα παλιά, εμφανίζεται στην πόρτα του, γρυλίζοντας πως τον θέλει για μια τελευταία «δουλειά». Ο Γκαλ, που δεν θυμίζει πλέον σε τίποτα γκάνγκστερ, παλεύει να κερδίσει χρόνο, να ξεγλιστρήσει, να βρει το κουράγιο για να ορθώσει ανάστημα.

Ο Ντον, σαν μια δύναμη που εκφράζει ένα παμπάλαιο και αυθύπαρκτο Κακό, λατρεύει να ταπεινώνει τους πάντες γύρω του. Ένας αληθινός σαδιστής, χωρίς κανένα ηθικό φρένο ή κάποιον προσωπικά κώδικα τιμής, που προσβάλλει χυδαία κάθε συνομιλητή του, προσπαθώντας να τον φέρει στα όριά του. Πολύ σύντομα, πάντως, το αληθινό κίνητρο του Ντον έρχεται στην επιφάνεια: η λαγνεία όχι τόσο ως επιθυμία αλλά ως εκδήλωση εξουσίας και πυγμής.  Είναι, άλλωστε, το Ερωτικό Κτήνος της ιστορίας μας, ένα θεριό που βράζει στο ζουμί του. Φυσικά, στον κόσμο του εγκλήματος, οι πάντες είναι αναλώσιμοι. Κι όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, αυτός που βρίσκεται στην κορυφή της ιεραρχίας (σκέτη απόλαυση ο Ίαν ΜακΣέιν) αντλεί εξουσία μονάχα όταν γίνεται ερωτικός υφιστάμενος. Σε αυτό τον μικρόκοσμο, το σεξ, η βία και ο θάνατος δεν μπορούν να νοηθούν ξέχωρα το ένα από το άλλο.

Το Sexy Beast (2000), το στιλάτο και στιλπνό ντεμπούτο του Τζόναθαν Γκλέιζερ, είναι ένα πειραγμένο (και ηλιόλουστο) γκανγκστερικό νουάρ, σαν σουραλιστικό-ψυχεδελικό παραλήρημα. Για να είμαστε πιο ακριβείς, μάλλον κινούμαστε στην υποκατηγορία των geezer films, με την αχαλίνωτη «βρετανίλα». Υπό κανονικές συνθήκες, θα βλέπαμε σκυλιά με αλυσίδες, καυγάδες με σπασμένα μπουκάλια σε παμπ, cockney bravado, ποδοσφαιρικό χουλιγκανισμό, ανήλιαγες εργατικές κατοικίες, όλα τυλιγμένα σε ένα παράλογο χιούμορ. Εδώ, όμως, τα πάντα είναι διαφορετικά, λες και έχουμε βγει στην πίσω πλευρά του καθρέφτη.

Το Sexy Beast, λοιπόν, πατά μεν στην κληρονομία που έχτισαν ταινίες όπως το Get Carter και το Limey, αλλά αλλάζει χρώμα και δέρμα κάτω από τον εκτυφλωτικό μεσογειακό ήλιο. Πρώτα απ’ όλα, επειδή ταξιδεύει σε έναν κόσμο ονείρου και παραίσθησης, που παραποιεί την πραγματικότητα. Ο Γκαλ, πολύ πριν τον ουρανοκατέβατο βράχο, έχει πληροφορηθεί για τα μελλούμενα από έναν λαγό βγαλμένο από την κόλαση (ή το σύμπαν του Ντέιβιντ Λιντς ) που τον επισκέπτεται στα όνειρα του, ως προειδοποίηση για το επερχόμενο κακό.

Την ίδια στιγμή, τα συχνά υποβρύχια πλάνα δημιουργούν μια μόνιμη παραμόρφωση, ενώ η -συνεχώς παρούσα- πισίνα λειτουργεί ως σύμβολο μιας άλλης πραγματικότητας, σαν μια γαλάζια δίνη που κρύβει μέσα της το χάος και την παράνοια. Φυσικά, αυτή η ολική απορρύθμιση μεταφέρεται και στους κυρίως πρωταγωνιστές που μιλούν και φέρονται ακατάληπτα, βιδωμένοι σε ένα δικό τους ξεκούρδιστο ρυθμό: από τη συγκλονιστικά ευφάνταστη βωμολοχία του Ντον έως τα μελίρρυτα γλυκόλογα του Γκαλ, τα λόγια τους δεν βγάζουν κανένα νόημα. Ούτε κυριολεκτικά ούτε μεταφορικά. Το Sexy Beast, μια στιλάτη άσκηση ύφους και αυτοπεποίθησης, υποτάσσει το νόημα στο α-νόητο, βυθίζεται στην ίδια του την τρέλα και -πάνω απ’ όλα- διασκεδάζει αβασάνιστα -ίσως και λίγο αυτάρεσκα- με τον εαυτό του. Fan-dabby-dozy-tastic, όπως λέει και ο Γκαλ, και πώς να διαφωνήσεις μαζί του…




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑