Reviews Before Sunrise (1995)

29 Ιανουαρίου 2024 |

0

Before Sunrise (1995)

Σκηνοθεσία: Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ

Παίζουν: Ίθαν Χοκ, Ζουλί Ντελπί

Διάρκεια: 101’

Γνωρίστηκαν σε ένα τρένο με αφετηρία τη Βουδαπέστη και θα μοιραστούν μια ξάγρυπνη νύχτα περιπλάνησης στη Βιέννη. Από την πρώτη στιγμή ξεκίνησαν να συζητούν ασταμάτητα, να βομβαρδίζουν ο ένας τον άλλο με χιούμορ, γνώσεις, απορίες, εκπλήξεις, βλέμματα, χαμόγελα και μισόλογα όλο νόημα. Η ερωτική έλξη είναι κατά βάση μια διαδικασία πρωτόλεια, παρότι συνήθως ψάχνει χίλιους κι έναν δαιδαλώδεις τρόπους για να εκφραστεί. 

Οι άνθρωποι πολύ συχνά συναισθάνονται ο ένας την επιθυμία του άλλου, περίπου όπως τα ζώα οσμίζονται τον φόβο και τον κίνδυνο. Κι όμως, τα λόγια είναι σχεδόν πάντα που ξεκλειδώνουν τα χέρια και τα σώματα. Αν το καλοσκεφτούμε, ποτέ δεν θα ριχτούμε με μεγαλύτερο ενδιαφέρον σε μια κουβέντα από τις συζητήσεις που κάναμε ως άγουροι αισθηματίες, ακριβώς τη στιγμή που ήμασταν έτοιμοι να ερωτευθούμε. Σπανίως οι λέξεις θα μας φανούν τόσο βαρυσήμαντες και μοναδικές, σπανίως θα μιλήσουμε και θα ακούσουμε τον άλλο με τόσο ζέση και προσοχή.

H ιστορία του Αμερικάνου Τζέσι και της Γαλλίδας Σελίν είναι, με μια πρώτη ματιά τουλάχιστον, βγαλμένη από το πιο παραδοσιακό εγχειρίδιο του boy meets girl ρομάντζου. Κι όμως, σπανίως μια τόσο απλή ιστορία έχει αποδοθεί με τόσο αβίαστη ροή και τόσο ντελικάτο αυθορμητισμό στο σύγχρονο σινεμά. Το Before Sunrise (1995) του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ είναι καμωμένο από νιάτα και έρωτα, από τη φλεγόμενη προσμονή του εδώ και τώρα, αλλά και τη βαθιά (και πλανεμένη) ηρεμία της νιότης ότι ο χρόνος είναι μια βρύση που δεν στερεύει ποτέ.

Με δύο ήρωες που ξαμολιούνται στη ζωή που ξανοίγεται μπροστά τους, αλλά δεν λένε όχι και σε ένα διάλειμμα διαρκείας. Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά την πρεμιέρα της ταινίας, τα καθάρια πρόσωπα και τα ολόγιομα βλέμματα του Ίθαν Χοκ και της Ζουλί Ντελπί θαρρείς δημιουργούν μια πικρή ψευδαίσθηση: σχεδόν νιώθεις ότι αν σκαλίσεις αρκετά μέσα στο ντουλάπι της ζωής σου, θα ξεθάψεις τον παλιό σου εαυτό, τον οποίο και θα φορέσεις καμαρωτός σαν να μην πέρασε μια μέρα.

Ο Λινκλέιτερ, όπως αποδείχτηκε εμφατικά τόσο από την Before τριλογία όσο και από το Boyhood, γοητεύεται (σε βαθμό ιδεοληπτικής εμμονής, ίσως) από τις μικρές στάσεις που φτιάχνουν την ανθρώπινη διαδρομή, από τη σθεναρή επιμονή όλων εκείνων των στοιχείων που μας συγκροτούν ως ταυτότητα και ύπαρξη στο αμείλικτο πέρασμα του χρόνου, παρά τις σαρωτικές αλλαγές που έχουν μεσολαβήσει. Φυσικά, αν ρίξει κανείς μια προσεκτική ματιά, η συγκεκριμένη θεματική, ή τέλος πάντων διάφορες παραλλαγές της, μάλλον τον απασχολούσε από την πρώτη κιόλας στιγμή.

Στο –πιο indie και πιο 90s δε γίνεται– Slacker (1991), γνωρίζουμε φευγαλέα ένα τσούρμο από απροσάρμοστους παρίες του Όστιν (γενέτειρας του Λινκλέιτερ), μεταπηδώντας από τον έναν περιθωριακό loser στον επόμενο κάθε λίγα λεπτά. Αυτές οι σύντομες συναντήσεις σκιαγραφούν μια ολόκληρη μέρα, η οποία κυλά περίπου όπως η ζωή: αποσπασματικά, με θραυσματικά επεισόδια και διάττοντες ανθρώπους, στιγμές και πρόσωπα που έρχονται και φεύγουν. Δύο χρόνια αργότερα (και δύο χρόνια πριν το Before Sunrise), το Dazed and Confused (ένα άτυπο κλείσιμο ματιού στο  American Graffiti του Τζορτζ Λούκας, θα έλεγε κανείς), παρακολουθεί ένα μωσαϊκό από τελειόφοιτους μαθητές και το πώς βιώνουν την τελευταία νύχτα του σχολείου: τη μαγική εκείνη στιγμή που διαρκεί αιώνια, σχεδόν χωρίζοντας τη ζωή στα δύο.

Το Before Sunrise δεν κρύβει τρελούς άσσους στο μανίκι, δεν καταφεύγει σε ξεκάρφωτα τεχνάσματα και συνταρακτικές εκπλήξεις ή ανατροπές. Απλούστατα, βρίσκει τον τρόπο να φανεί ευρηματικό στην απλή του κατάστρωση και να μεταδώσει μια αίσθηση φρεσκάδας και πρωτοτυπίας ακόμη και στα κλισέ που επιστρατεύει. Ο Τζέσι και η Σελίν δε συζητούν για θέματα εξωφρενικά, επιτηδευμένα, ουρανοκατέβατα ή εξεζητημένα. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν είναι στιλιζαρισμένα προβλέψιμοι ή εκβιαστικά «ρεαλιστικοί».

Είναι προικισμένοι και ευφυείς, αλλά όχι one of a kind, ζουν κάτι το πολύτιμο και το ξεχωριστό, αλλά όχι κάτι εκτός πραγματικότητας. Είναι, με δυο λόγια, όπως ακριβώς πασχίζουν να φανούν δύο νέοι άνθρωποι που μόλις έχουν ερωτευτεί κεραυνοβόλα. Θαρραλέοι και ντροπαλοί συγχρόνως, παλεύοντας αδέξια να μη φανούν υπέρμετρα εκδηλωτικοί, επινοώντας τεχνάσματα για να κάνουν τα προφανή να ακουστούν πρωτοφανή. Μεθυσμένοι και συνεπαρμένοι από το πιο γλυκό κι εφήμερο ποτό: το αύριο που εξακολουθεί να φαίνεται πιο περιπετειώδες και υποσχόμενο από το χθες. 




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑