Reviews Αποστολή στη Νικαράγουα (Under Fire)

8 Φεβρουαρίου 2020 |

0

Αποστολή στη Νικαράγουα (Under Fire)

Σκηνοθεσία: Ρότζερ Σπότισγουντ

Παίζουν: Νικ Νόλτε, Τζοάν Κάσιντι, Τζιν Χάκμαν, Εντ Χάρις

Διάρκεια: 128′

Βγαλμένo από τη μήτρα εκείνη που γέννησε ταινίες όπως το Missing (1982) του Κώστα Γαβρά και το Salvador (1986) του Όλιβερ Στόουν, το Under Fire (1983) του Καναδού Ρότζερ Σπότισγουντ μεταφέρει τη δράση του όχι σε έναν επινοημένο τόπο που παραπέμπει σε κάποια λατινοαμερικάνικη χούντα, από εκείνες που άνθισαν σαν σαρκοφάγα φυτά τη δεκαετία του ΄70, αλλά σε ένα σαφώς προσδιορισμένο χωροχρονικό πλαίσιο: βρισκόμαστε στην ταλαίπωρη Νικαράγουα, στα τέλη των 70s, όταν η αιμοσταγής και βάναυση δικτατορία του Σομόζα πνέει τα λοίσθια μετά από 12 χρόνια παραμονής στην εξουσία.

Ο Αναστάσιο Σομόζα υπήρξε το τρίτο κατά σειρά μέλος της οικογενειακής δυναστείας των Σομόζα που βρέθηκε στον προεδρικό θώκο της χώρας και η ανατροπή του από το αντάρτικο κίνημα των Σαντινίστας έδωσε τέλος σε μια 43ετή (με μικρά τεχνητά διαλείμματα από φυτευτούς προέδρους – μαριονέτες) διακυβέρνηση της χώρας από την εξουσιομανή οικογένεια. Οι ρυθμοί της Ιστορίας έχουν το τρομερό γνώρισμα να είναι ράθυμοι και ιλιγγιώδεις ταυτόχρονα. Οι σαρωτικές αλλαγές κινούνται σαν τεκτονικές πλάκες, αλλά εκδηλώνονται ξάφνου με τη μορφή σεισμού. Και πολύ συχνά, καταλήγουν σε ένα ντόμινο απογοητεύσεων, διαψεύσεων, μάταιων ονείρων και ηθικής αμφιβολίας, που θέτει σε κίνηση ένα ατελείωτο γαϊτανάκι μεταβολών

To Under Fire προσπαθεί να φανεί πιστό και ταιριαστό στη θεματική του, μιμούμενο αρχικά τους πρωταγωνιστές του. Είναι νευρώδες και τρεμάμενο, λουσμένο σε μια γκριζό-κιτρινωπή σκόνη ερειπίων και ολέθρου, με απότομα cuts στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών τις στιγμές που καλούνται να πάρουν θέση σε στριφνά ηθικά διλήμματα. Ακριβώς, δηλαδή, σαν φωτογραφικά ενσταντανέ που αιχμαλωτίζουν τον ψυχισμό, τις αμφιβολίες, τις στιγμές μικροπρέπειας και μεγαλείου. Οι στιγμές διαρκούν, αφήνουν αποτύπωμα, χτίζουν ένα μωσαϊκό που εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να είναι στέρεο, αφού αποτελείται από στοιχισμένες εντυπώσεις, αλλά καμία βεβαιότητα.

Το Under Fire μας συστήνει ευθύς εξαρχής, χωρίς να φλυαρήσει σε οποιοδήποτε σημείο, τους 3 βασικούς του πρωταγωνιστές (Νικ Νόλτε, Τζιν Χάκμαν, Τζοάν Κάσιντι), οι οποίοι καλύπτουν τον ένα πόλεμο μετά τον άλλο, ανά την υφήλιο. Είναι εθισμένοι στις αποτρόπαιες εικόνες, είναι συνηθισμένοι στον πόνο, τη φρίκη, το αίμα, τα βασανιστήρια, την απόλυτη έκπτωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τον πλήρη ξεπεσμό της έννοιας της ανθρώπινης ζωής. Είναι κυνηγοί της αλήθειας, την οποία ταυτίζουν ώς τώρα με την καταγραφή, με την αποτύπωση.

Το μάτι του φακού γίνεται το άγρυπνο μάτι της ηθικής, εφόσον εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να ψεύδεται. Πολύ συχνά, όμως, η αλήθεια είναι πολύ πιο σύνθετη απ’ όσα γραπώνει το μάτι. Και ακόμη πιο συχνά, η υποτιθέμενη μία και μοναδική αλήθεια κατακερματίζεται και το μόνο που απομένει είναι η αλήθεια που κουβαλά ο καθένας μέσα του. Οι εικόνες, λοιπόν, κουβαλούν ολόκληρο το φορτίο, είναι τα σημαίνοντα από τα οποία απορρέουν όλα τα σημαινόμενα. Οι εικόνες κουβαλούν όλα τα γεγονότα, τα οποία όμως είναι ετυμολογικά α-νόητα διότι για να αποκτήσουν νόημα έχουν ανάγκη από ερμηνεία, από εμπλοκή, από πρωτοβουλία, από σκέψη και συναίσθηση.

Ούτως ή άλλως, οι τρεις ήρωες είναι μπλεγμένοι σε ένα κόσμο που κινείται σε ένα μόνιμο καθεστώς μεταίχμιου, σαν μια λατινοαμερικάνικη εκδοχή ενός μυθιστορήματος του Γκράχαμ Γκριν ή του Τζον Λε Καρέ. Η συντριβή με τη λύτρωση περπατούν χέρι με χέρι, η ματαιωμένη ηθική των ίσων αποστάσεων συνομιλεί με τις τύψεις της δεοντολογικής απόκλισης στο όνομα ενός σκοπού, ο έρωτας μοιάζει πανίσχυρος επειδή έχει φυτρώσει μέσα από δραματικές περιστάσεις (όταν η ζωή και ο θάνατος τρεμοπαίζουν μπροστά σου, ακόμη και η ερωτική προδοσία απομαγνητίζεται), αλλά την ίδια στιγμή δείχνει καταδικασμένος ακριβώς επειδή γεννήθηκε εν μέσω κόλασης. Το Under Fire θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να εκτραπεί προς την στατική καταγγελία ή/και προς την πατενταρισμένη εξύμνηση του ιερού άγραφου καθήκοντος της δημοσιογραφίας. Προτιμά, όμως, να κινείται στις σκιές μιας κατάστασης έκρυθμης και οριακής, πατώντας σε ερμηνείες που στραγγίζουν τους χαρακτήρες από οποιαδήποτε μανιέρα.

Υγ: ο σκηνοθέτης της ταινίας, δέκα χρόνια αργότερα, μας χάρισε μια εξαιρετική τηλεταινία με τίτλο And the Band Played On, σε παραγωγή HBO, μια από τις πρώτες ενδοσκοπικές ματιές στις κοινωνικές διαστάσεις της μάστιγας του AIDS.




Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to Top ↑